Στις συμβάσεις ακούμε τον όρο αρραβώνας, αλλά ενδεχομένως πολλοί από εμάς δεν κατανοούμε πλήρως αυτόν τον όρο.
Ως αρραβώνας, δεν εννοείται βέβαια η συμφωνία μελλοντικού γάμου, η οποία ορίζεται στον Αστικό Κώδικα με τον όρο μνηστεία, αλλά εννοείται το γνωστό «καπάρο». Με τον αρραβώνα δηλαδή, ο ένας συμβαλλόμενος παραδίδει στον άλλον ένα αντικείμενο ή, συνήθως, ένα χρηματικό ποσό, με την συμφωνία ότι αυτό θα μείνει οριστικά στον λήπτη του σε περίπτωση που ο δότης οφειλέτης δεν εκπληρώσει τις συμβατικές του υποχρεώσεις ή τις εκπληρώσει πλημμελώς (δηλαδή όχι ορθώς).
Ο αρραβώνας ωστόσο λειτουργεί και αντιστρόφως, δηλαδή αν ο πωλητής δεν προβεί στην παράδοση του πράγματος στον αγοραστή, υποχρεούται να επιστρέψει τον αρραβώνα στον δότη του διπλάσιο.
Με την σύμβαση ποινικής ρήτρας εξάλλου, ο ένας εκ των συμβαλλομένων υπόσχεται στον άλλον, ότι, αν δεν εκπληρώσει πλήρως ή όπως πρέπει την οφειλόμενη παροχή προς αυτόν, θα του καταβάλλει ένα αντικείμενο το οποίο συνήθως, συνίσταται σε ένα χρηματικό ποσό (ποινική ρήτρα ή ποινή). Σε αντίθεση δηλαδή με τον αρραβώνα, ο οφειλέτης δεν παρέχει στον δανειστή το αντικείμενο της σύμβασης, αλλά του το υπόσχεται, η δε υπόσχεση για την καταβολή της ποινικής ρήτρας λειτουργεί μονομερώς, επιβαρύνοντας αποκλειστικά τον οφειλέτη.
Τόσο ο αρραβώνας όσο και η ποινική ρήτρα αποτελούν παρεπόμενες συμβάσεις, δηλαδή προϋποθέτουν την ύπαρξη άλλης κύριας σύμβασης, την οποία καλούνται να ενισχύσουν και χωρίς την οποίαν δεν παράγουν αυτοτελή αποτελέσματα.
Ο παρεπόμενος χαρακτήρας της ποινικής ρήτρας (ποινής) φαίνεται και από το ότι αν η κύρια σύμβαση είναι άκυρη, καθίσταται άκυρη και η ποινική ρήτρα, ακόμα και αν τα μέρη γνώριζαν την ακυρότητα της κύριας σύμβασης.
Αν λοιπόν η κύρια σύμβαση κριθεί άκυρη, τότε ο αρραβώνας που καταβλήθηκε με την υπογραφή της κύριας σύμβασης, θα αναζητηθεί (αξιωθεί) ως αδικαιολόγητος πλουτισμός, δηλαδή πλουτισμός που δεν βασίζεται σε νόμιμη αιτία.
Η κατάπτωση του αρραβώνα και της ποινικής ρήτρας επέρχεται όταν ο οφειλέτης με δική του υπαιτιότητα δεν τηρεί τις υποχρεώσεις του και μάλιστα ανεξάρτητα από την επέλευση, ή μη, ζημίας στον δανειστή. Αλλά, τα μέρη δύνανται να συμφωνήσουν, ότι η κατάπτωση θα επέρχεται υπό ελαστικότερες προϋποθέσεις (πχ μόνο για βαριά αμέλεια). Αυτό εξαρτάται από το τί επιθυμούν και έχουν συμφωνήσει εγγράφως τα μέρη.
Τι ισχύει για την ποινική ρήτρα (ποινή);
Αν η ποινική ρήτρα συμφωνήθηκε να καταπέσει σε περίπτωση που ο οφειλέτης δεν εκπληρώσει την κύρια παροχή, ο δανειστής δεν μπορεί να ζητήσει την καταβολή της ποινικής ρήτρας παράλληλα με την εκπλήρωση της κύριας παροχής διότι στην περίπτωση αυτή, η ποινική ρήτρα λειτουργεί ως αντιστάθμισμα της παροχής, την οποίαν και υποκαθιστά στο σύνολο της αξίας της.
Ωστόσο, εάν η ποινική ρήτρα συμφωνήθηκε για την περίπτωση της πλημμελούς εκπλήρωσης της παροχής (μη ορθής εκπλήρωσης) ή της υπερημερίας του οφειλέτη, ο δανειστής δικαιούται να απαιτήσει σωρευτικά την απόδοση της ποινικής ρήτρας και της κύριας παροχής, εφόσον το ποσό της ποινικής ρήτρας δεν καλύπτει την συνολική αξία της συμφωνηθείσας παροχής.
Ο αρραβώνας («καπάρο») παρουσιάζει ομοιότητες με την δόση προκαταβολής, με συνέπεια ο χαρακτήρας της ειδικότερης συμφωνίας των μερών να μην είναι εύκολο να διακριθεί με σαφήνεια και για το λόγο αυτό προκειμένου ν' αποφευχθούν αμφιβολίες, θα πρέπει ο χαρακτήρας και οι συνέπειες του αρραβώνα να αναφέρονται με σαφήνεια στην σύμβαση που υπογράφουν τα μέρη.
Αν δηλαδή το ποσό που δόθηκε κριθεί ως αρραβώνας, ο οφειλέτης δικαιούται, πέραν από την εκπλήρωση της παροχής, να απαιτήσει την επιστροφή του στο διπλάσιο, κάτι το οποίο ΔΕΝ μπορεί να ζητήσει αν το ποσό θεωρηθεί ως ΠΡΟΚΑΤΑΒΟΛΗ. Για αυτό και για παράδειγμα σε προσύμφωνα πώλησης, θα πρέπει να αναφέρεται με σαφήνεια ότι το ποσό που δίνεται είναι αρραβώνας προκειμένου να εφαρμοσθούν οι διατάξεις του Αστικού Κώδικα για τον αρραβώνα.
Χρύσα Τσιώτση
Δικηγόρος
[email protected]