Η ρύθμιση των περισσότερων εμπορικών συναλλαγών εντός Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) γίνεται σε μεγαλύτερο ή μικρότερο μάκρος χρόνου, καθώς ο προμηθευτής ή ο πάροχος υπηρεσιών δίνει στον πελάτη του προθεσμία εξόφλησης του τιμολογίου. Ωστόσο, συχνά τα τιμολόγια μένουν ανεξόφλητα πολύ καιρό μετά το πέρας της προθεσμίας, γεγονός που έχει αρνητικές επιπτώσεις στη ρευστότητα και τη χρηματοοικονομική διαχείριση των επιχειρήσεων. Για να περιοριστούν τέτοια προβλήματα, η οδηγία 2011/7/ΕΕ καθορίζει πλαίσιο για τις προθεσμίες πληρωμής στις εμπορικές συναλλαγές.
Συγκεκριμένα, έχει στόχο την καταπολέμηση των καθυστερήσεων πληρωμών στις εμπορικές συναλλαγές, ώστε να συμβάλει στην καλή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς και να αυξήσει την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων, ειδικότερα των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων.
Η οδηγία αφορά σε όλους τους τύπους πληρωμών, που καταβάλλονται ως αμοιβή στο πλαίσιο εμπορικών συναλλαγών μεταξύ δημόσιων αρχών και επιχειρήσεων, καθώς και μεταξύ επιχειρήσεων.
Μπορούν να εξαιρεθούν:
-
οι οφειλές, που αποτελούν αντικείμενο διαδικασίας αφερεγγυότητας κατά του οφειλέτη
-
οι διαδικασίες αναδιάρθρωσης χρέους
-
οι συναλλαγές με τους καταναλωτές
-
οι τόκοι, που καταβάλλονται σε σχέση με άλλες πληρωμές (π.χ. πληρωμές δυνάμει της νομοθεσίας για τις επιταγές και τις συναλλαγματικές ή πληρωμές στο πλαίσιο αποζημίωσης βλαβών, συμπεριλαμβανομένων των πληρωμών από τις ασφαλιστικές εταιρείες)
-
συναλλαγές μεταξύ επιχειρήσεων
Σε περίπτωση καθυστέρησης της πληρωμής, ο πιστωτής δικαιούται να αξιώσει τόκους, αρκεί να έχει εκπληρώσει τις συμβατικές και νομικές του υποχρεώσεις και να μην έχει ακόμη λάβει το οφειλόμενο ποσό στη συμφωνημένη ημερομηνία. Υπολογίζει τους τόκους αυτούς από την ημέρα που ακολουθεί την ημερομηνία πληρωμής ή το τέλος της προθεσμίας πληρωμής που ορίζει η σύμβαση.
Όσον αφορά στις εμπορικές συναλλαγές μεταξύ οικονομικών φορέων, η οδηγία ορίζει ότι οφείλουν να εξοφλούν τα τιμολόγιά τους εντός 60 ημερών, εκτός εάν έχουν ρητώς συμφωνήσει αλλιώς και εάν οι λοιπές ρυθμίσεις δεν είναι εμφανώς καταχρηστικές έναντι του πιστωτή.
Εάν στη σύμβαση δεν ορίζεται ημερομηνία που καθορίζει την προθεσμία πληρωμής, ο πιστωτής δικαιούται επίσης τόκους εάν δεν έχει λάβει το οφειλόμενο ποσό 30 ημερολογιακές ημέρες αφ’ ότου ο οφειλέτης παρέλαβε το τιμολόγιο ή ισοδύναμη απαίτηση πληρωμής.
Ο πιστωτής μπορεί ακόμη να λάβει από τον οφειλέτη αποζημίωση για τα έξοδα είσπραξης.
Τι ισχύει όμως στις συναλλαγές μεταξύ επιχειρήσεων και δημόσιων αρχών;
Σε περίπτωση καθυστέρησης της πληρωμής και όταν ο οφειλέτης είναι δημόσια αρχή, ο πιστωτής δικαιούται να αξιώσει τόκους, αρκεί να έχει εκπληρώσει τις συμβατικές και νομικές του υποχρεώσεις και να μην έχει ακόμη λάβει το οφειλόμενο ποσό στη συμφωνημένη ημερομηνία.
Όταν ο οφειλέτης είναι δημόσια αρχή, η ημερομηνία παραλαβής του τιμολογίου δεν αποτελεί αντικείμενο συμβατικής συμφωνίας. Η προθεσμία εξόφλησης ενός τιμολογίου δεν μπορεί συγκεκριμένα να υπερβαίνει:
Τα κράτη μέλη μπορούν να παρατείνουν τις προθεσμίες μέχρι 60 το πολύ ημερολογιακές ημέρες υπό ορισμένες προϋποθέσεις. Έτσι η προθεσμία των 60 ημερών ισχύει για ορισμένους δημόσιους οργανισμούς (Public undertakings) πρόσωπα δημοσίου δικαίου που παρέχουν υπηρεσίες υγείας και τέλος αν προβλέπεται σε εξαιρετικές περιπτώσεις, στη σχετική σύμβαση.
Τι συμβαίνει με τους καταχρηστικούς όρους συμβάσεων και τις καταχρηστικές πρακτικές;
Δεν έχει εκτελεστό χαρακτήρα ένας συμβατικός όρος που βλάπτει ή έχει καταχρηστικό χαρακτήρα (grossly unfair) για τον πιστωτή, π.χ. εάν εξαιρεί την καταβολή τόκου για την καθυστέρηση της πληρωμής ή την αποζημίωση για τα έξοδα είσπραξης.
Για να αποφεύγονται οι καταχρηστικές πρακτικές, τα κράτη μέλη πρέπει να εγγυώνται τη διαφάνεια ως προς τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που απορρέουν από την παρούσα οδηγία και οφείλουν να δημοσιεύουν το ισχύον νόμιμο επιτόκιο υπερημερίας. Τα κράτη μέλη έχουν επίσης τη δυνατότητα να ενθαρρύνουν τη θέσπιση κώδικα πληρωμών που καθιερώνει προθεσμίες πληρωμής.
Ο πιστωτής μπορεί να καταθέσει αγωγή ή αίτηση στο δικαστήριο εφόσον δεν υπάρχει αμφισβήτηση της οφειλής.
To κείμενο της Οδηγίας, μπορείτε να το δείτε στο κάτωθι link:
http://eur-lex.europa.eu/legalcontent/EL/ALL/;ELX_SESSIONID=JyJLTtzGskpfQr75t8ndqK2KQz1LLG7yQHKGSLQbpCnZ3m9K0pHW!-25881157?uri=CELEX:32011L0007
Γιατί όμως αυτή η οδηγία καταργεί την προηγούμενη 2000/35/ΕΕ;
Διότι η προηγούμενη Οδηγία δεν κατάφερε να πατάξει την καθυστέρηση πληρωμών στην Ευρωπαϊκή Ένωση και διότι η περίοδοι πληρωμών στο Δημόσιο τομέα είναι μακρύτεροι από αυτούς του ιδιωτικού τομέα.
Περισσότερο ευάλωτες στην καθυστέρηση πληρωμών είναι οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις. Οι επιχειρήσεις αυτές συνήθως έχουν περιορισμένο αριθμό πελατών και τα διοικητικά κόστη της επιδίωξης είσπραξης τελών είναι δυσανάλογα υψηλά για τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις.
Στις εμπορικές συναλλαγές με δημόσιες αρχές, ο μέσος όρος διάρκειας της πληρωμής σε ημέρες είναι 61 μέρες και σε εμπορικές συναλλαγές ανάμεσα σε επιχειρήσεις, ο μέσος όρος διάρκειας πληρωμής είναι 49 ημέρες.
Το πρόβλημα καθυστέρησης πληρωμών είναι πολύ μικρό στη Βόρεια Ευρώπη ενώ στη νότια Ευρώπη και ιδίως στην Ιταλία, το πρόβλημα είναι εντονότατο με την Ιταλία να είναι η χειρότερη χώρα της ΕΕ όσον αφορά την καθυστέρηση πληρωμών.
Για συναλλαγές με δημόσιους οργανισμούς, το εφαρμοστέο επιτόκιο που εφαρμόζεται και από την εθνική κεντρική τράπεζα είναι 0,25% ενώ ο νόμιμος τόκος για την καθυστέρηση πληρωμών είναι τουλάχιστον 8%. Σημαντικό είναι ότι οι Δημόσιοι Οργανισμοί δεν επιτρέπεται να θέσουν ως τόκο για την καθυστέρηση πληρωμών, ποσοστό κάτω του 8,25%.
Στις συναλλαγές ανάμεσα στις επιχειρήσεις, ο δανειστής δικαιούται τόκο από την καθυστέρηση πληρωμής χωρίς υπενθύμιση είτε η περίοδος πληρωμής ορίζεται εγγράφως σε σύμβαση είτε δεν ορίζεται (οπότε υφίστανται τόκοι μετά τις 30 ημέρες από την παραλαβή των αγαθών/υπηρεσιών ή 30 ημέρες μετά την διαδικασία αποδοχής των αγαθών και υπηρεσιών.
Γιατί όμως η νέα Οδηγία είναι καλύτερη;
Διότι καθιερώνει μεγαλύτερη διαφάνεια και ευαισθητοποίηση της κοινής γνώμης για το πρόβλημα της καθυστέρησης πληρωμών. Σε αυτό το πλαίσιο, τα κράτη μέλη πρέπει να δημοσιεύσουν τα ποσοστά επιτοκίων για την καθυστέρηση πληρωμών και επίσης τα κράτη μέλη ενθαρρύνονται για να καθιερώσουν άμεσα εφαρμόσιμους κώδικες πληρωμών. Επίσης, οι καταχρηστικοί όροι και καταχρηστικές πρακτικές είναι άκυρες. Σημαντικό είναι ότι τα συμβαλλόμενα μέρη μπορούν με βάση σύμβαση να συμφωνήσουν πρόγραμμα πληρωμών σε δόσεις και ο πωλητής παρακρατά την κυριότητα των αγαθών έως ότου εξοφληθούν πλήρως, εάν αυτό έχει συμφωνηθεί ρητώς ανάμεσα στον πωλητή και τον αγοραστή πριν την παράδοση των αγαθών.
Τα κράτη μέλη μπορούν να συνεχίζουν να υιοθετούν πιο ευνοϊκές νομοθετικές διατάξεις για το δανειστή.
Στην Ελλάδα, δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί η διαδικασία ενσωμάτωσης της Οδηγίας αυτής στο εθνικό δίκαιο.
Και μερικοί αριθμοί που ενδιαφέρουν (KeyfindingsEPI 2014 για την Ελλάδα):
-
Το 74% των επιχειρήσεων προβλέπουν ότι οι κίνδυνοι όσον αφορά στις πληρωμές θα αυξηθούν
-
Το 80% των επιχειρήσεων αναφέρουν μηδενική ανάπτυξη
-
Το 68% των επιχειρήσεων δεν σκοπεύουν να προσλάβουν νέους υπαλλήλους
-
Το 82% των επιχειρήσεων δεν βλέπουν θετικές αλλαγές για τις επιχειρήσεις τους
Μεγάλη ελπίδα για επίλυση στο πρόβλημα της καθυστέρησης πληρωμών δίνει το EnterpriseEuropeNetwork-Hellas που κατά τη διάρκεια 2008-2013 βοήθησε 7000 εταιρίες να υπογράψουν συνεργασίες με άλλες επιχειρήσεις, τεχνολογικά ή ερευνητικά κέντρα. Επίσης, ανέπτυξε μία μοναδική βάση δεδομένων με 23.000 προφίλ εταιριών, έφερε 90.000 εταιρίες σε διεθνείς διοργανώσεις εταιριών και εταιρικές αποστολές, απάντησε σε 600.000 ερωτήσεις σε ζητήματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και προσέλκυσε το ενδιαφέρον πάνω από ένα εκατομμύριο ανθρώπων σε διάφορες διοργανώσεις.
Την Παρασκευή 27 Ιουνίου πραγματοποιήθηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή με μεγάλη επιτυχία, ενημερωτικό σεμινάριο, στα πλαίσια εκστρατείας ενημέρωσης για τις καθυστερήσεις πληρωμών. Σε αυτό, μίλησαν ο Παναγιώτης Καρβούνης, Επικεφαλής Αντιπρόσωπος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στην Ελλάδα, ο Anti Peltomaki, Αναπληρωτής Γενικός Διευθυντής στη Γενική Διεύθυνση Επιχειρήσεων & Βιομηχανίας, η Idaira Robyna Alfonso, Νομική Σύμβουλος στη Γενική Διεύθυνση Επιχειρήσεων & Βιομηχανίας, και η Madeleine Bosch, Group Marketing Manager του Intrum Justitia.
Χρύσα Τσιώτση
Δικηγόρος
[email protected]