Το Α' Τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας ενέκρινε την καταβολή 350.000 ευρώ, συν τους νόμιμους τόκους, σε συγγενείς 20χρονου οπλίτη ναρκαλιευτή ο οποίος πριν από 16 χρόνια έχασε τη ζωή του στον Έβρο κατά την προσπάθεια απενεργοποίησης νάρκης.
Ειδικότερα, την 15η Ιουνίου 1998 από την 212 ομάδα ναρκαλιείας του Τάγματος Εκκαθαρίσεως Ναρκοπεδίων Ξηράς ξεκίνησε μια ομάδα ναρκαλιευτών, με τελικό προορισμό το 3344 ναρκοπέδιο στην περιοχή Γεμιστής Πέπλου Έβρου.
Πώς εκτυλίχθηκε η τραγωδία
Η αποστολή της ομάδας ήταν η ολική αφαίρεση των ναρκών στο εν λόγω ναρκοπέδιο. Επικεφαλής της ομάδας ήταν ο Λοχαγός Β.Κ., ο οποίος χώρισε την ομάδα των ναρκαλιευτών σε δύο τμήματα. Την πρώτη ομάδα την αποτελούσε ο Λοχίας Σ.Π., οι στρατιώτες Χ.Π. και Ι.Λ. και ο υπάλληλος του ΥΕΘΑ Χ.Π. Και οι τρεις είχαν την ιδιότητα του ναρκαλιευτή.
Η ομάδα φορώντας αλεξίσφαιρα γιλέκα και κράνη, μπήκε στη ναρκοθετημένη περιοχή. Ο Σ.Π. σταμάτησε πάνω από μία νάρκη τύπου Μ2Α1 κατά προσωπικού, την οποία αποκάλυψε η ηλεκτρονική συσκευή που είχε. Έσκυψε, αποκοχλίωσε τον πυροδοτικό μηχανισμό και τον ακούμπησε 20 εκατοστά από το κύριο σώμα της νάρκης.
Στη συνέχεια έκανε το μοιραίο λάθος, δηλαδή δεν έβγαλε αμέσως το πώμα ασφαλείας πάνω στο καψύλλιο της νάρκης και ούτε τοποθέτησε περόνες ασφαλείας, αλλά προσπάθησε να την βγάλει απευθείας από το έδαφος. Η βάση της νάρκης ήταν μέσα στο χώμα 24 χρόνια και την είχαν τυλίξει ρίζες δένδρου και χόρτα.
Κατά την προσπάθεια του ο Σ.Π. να βγάλει τη νάρκη άρχισε να κουράζεται και ζήτησε να του φέρει ο Ι.Λ. δεύτερο φτυάρι και νερό. Δεν πρόλαβε όμως να ολοκληρώσει την πρότασή του και η νάρκη εξερράγη.
Από την έκρηξη της νάρκης διαμελίστηκαν τα σώματα του Σ.Π. και του Χ.Π., ενώ τραυματίστηκε σοβαρά ο Ι.Λ.
Η Ένορκη Διοικητική Έρευνα που διεξήχθη, ανέφερε ότι η έκρηξη της νάρκης οφειλόταν σε αμέλεια του ναρκαλιευτή Σ.Π., καθώς αυτός δεν ανέφερε στον Λοχαγό του η δυσχέρεια εξόρυξης της νάρκης ώστε αυτή να καταστραφεί, ενώ από απροσεξία πυροδότησε το καψύλλιο, το οποίο, λόγω της μακρόχρονης παραμονής του στο έδαφος, ήταν ευαίσθητο ακόμη και σε μικρές κρούσεις.
Μετά το συμβάν, οι συγγενείς του 20χρονου ναρκαλιευτή κατέθεσαν αγωγή σε βάρος του Δημοσίου διεκδικώντας 1.100.000 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση λόγω της ψυχικής οδύνης που υπέστησαν από τον απώλεια του γιου τους. Το ποσό αυτό, σύμφωνα με τους συγγενείς, ήταν εύλογο για την ανακούφιση του ψυχικού πόνου που δοκίμασαν από τις τραγικές συνθήκες θανάτου, καθώς μάλιστα διέμεναν όλοι μαζί στο ίδιο σπίτι.
Το Διοικητικό Εφετείο Αθηνών επεδίκασε στους συγγενείς συνολικά το ποσό των 350.000 ευρώ συν τους νόμιμους τόκους. Το Δημόσιο προσέφυγε στο Συμβούλιο της Επικρατείας ζητώντας να αναιρεθεί εφετειακή απόφαση.
Τελικά, η επταμελής αυξημένη σύνθεση του Α΄ Τμήματος του Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου, με πρόεδρο των Νικόλαο Σακελλαρίου και εισηγήτρια την σύμβουλο Επικρατείας Ταξιαρχία Κόμβου, επικύρωσε την εφετειακή απόφαση.