Τη σύνδεση του τάφου της Αμφίπολης με τη δυναστεία των Τημενιδών κάνει το υπουργείο Πολιτισμού, μέσω της γενικήγς γραμματέως Λίνας Μενδώνη.
Στην ελληνική μυθολογία με το συλλογικό όνομα Τημενίδες είναι οι Ηρακλείδες απόγονοι του Τημένου και η ομώνυμη δυναστεία του 'Αργους: Ο Τήμενος, όταν με τους αδελφούς του μοιράσθηκαν μεταξύ τους τη νότια Πελοπόννησο, πήρε το Άργος και έγινε ιδρυτής της δυναστείας των Τημενιδών. Γιοι του Τημένου ήταν οι Κείσος, Φάλκης, Κερύνης, Αργαίος και Ευρύπυλος, οι οποίοι όμως σκότωσαν τον πατέρα τους.
Σύμφωνα με τον Θουκυδίδη, στην «Ιστορία του Πελοποννησιακού Πολέμου», οι Αργεάδες ήταν αρχικά οι Τημενίδες από το Άργος, όπου κατέβηκαν από τα υψίπεδα στην Νότια Μακεδονία , έδιωξαν τους Πιερίδες από την Πιερία και κατέλαβαν στη Παιονία μια στενή λωρίδα γης κοντά στον Αξιό ποταμό, που εκτεινόταν από την Αρχαία Πέλλα μέχρι τη θάλασσα. Πρόσθεσαν επίσης την Μυγδονία στις περιοχές τους, αποβάλλοντας τους Ηδωνούς, Εορδούς και τους Αλμωπείς από τις περιοχές τους.
Η Δυναστεία των Αργεαδών ήταν αρχαίος ελληνικός βασιλικός οίκος. Ήταν η επικρατούσα δυναστεία της Μακεδονίας περίπου από το 700 έως το 310 π.Χ.. Η παράδοση τους, όπως περιγράφεται σε αρχαιοελληνική ιστοριογραφία, προέρχεται από το Άργος. Αρχικά οι άρχοντες της ομώνυμης δυναστείας στην εποχή του Φιλίππου του Β' είχαν αυξήσει την επιρροή τους, με αποτέλεσμα να συμπεριλάβουν στην διοίκηση της Μακεδονίας όλες της βόρειες περιοχές της Μακεδονίας. Τα πιο εξέχοντα μέλη του οίκου ήταν ο Φίλιππος Β' της Μακεδονίας και ο Αλέξανδρος ο Μέγας, όπου και κάτω από την αρχηγία τους, το Βασίλειο της Μακεδονίας άρχισε να κατακτά έδαφος στην Ελλάδα, νίκησε την Αυτοκρατορία των Αχαιμενιδών και επεκτάθηκε έως την Αίγυπτο και την Ινδία.
Το γενεαλογικό δέντρο των Μακεδόνων βασιλέων αποδείκνυε ότι ήταν Αργείοι, Τημενίδες από το Άργος, απόγονοι δηλαδή του Ηρακλή, Ηρακλείδες, μια και ο Τήμενος ήταν βασιλιάς του Άργους που καταγόταν από τον Ηρακλή, γιο του Δία. Γι' αυτό και ο Ηρακλής σε επιγραφές αναφέρεται ως Ηρακλής Πατρώος και γι' αυτό είναι συχνή η παρουσία του σε ειδώλια, νομίσματα, πήλινα σφραγίσματα, πλακίδια και αλλού.
Από τον Ηρόδοτο, για τον οποίο οι Μακεδόνες φαίνεται να αποτελούν ένα ελληνικό φύλο όπως τα άλλα –το αποκαλεί μάλιστα Δωρικόν έθνος– γνωρίζουμε τα ονόματα των Μακεδόνων βασιλέων από τον πρώτο βασιλιά Περδίκκα Α' μέχρι τον Περδίκκα Β'. Είναι οι: Περδίκκας Α', Αργαίος, Φίλιππος, Αέροπος, Αλκέτας, Αμύντας, Αλέξανδρος, Περδίκκας Β'. Σύνολο οκτώ. Τον ίδιο αριθμό χωρίς αναφορά στα ονόματα κάνει και ο Θουκυδίδης, ο οποίος επίσης μαρτυρεί την ελληνική καταγωγή του Περδίκκα. Οι δύο ιστορικοί συμφωνούν και στο ότι ο πρώτος Περδίκκας ήρθε στη Μακεδονία «το αρχαίον», δηλαδή τον 6ο αι. π.Χ. ή νωρίτερα. Με τριάντα χρόνια η κάθε γενιά των βασιλέων υπολογίζεται ότι ο πρώτος Περδίκκας βασίλευσε γύρω στα 650 π.Χ. Αυτή είναι η επίσημη γενεαλογία τον 5ο αι. π.Χ.
5 νέοι τάφοι της δυναστείας των Τημενιδών
Σημειώνεται πως το Μάρτιο του 2014 ανακοινώθηκε ότι 5 νέοι τάφοι που ανακαλύφθηκαν στη Βεργίνα, φαίνεται πώς ανήκουν σε μέλη της δυναστείας των Τημενιδών, ή ακόμα και στον ίδιο τον βασιλιά Κάσσανδρο ή κάποιον από τους γιους του, όπως ανέφερε η διευθύντρια της ΙΖ' Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων.
Ο βασιλιάς Κάσσανδρος υπήρξε ένας από τους επιγόνους του Μεγάλου Αλεξάνδρου και ο σύζυγος της αδελφής του, Θεσσαλονίκης.
Μιλώντας σε αρχαιολογικό συνέδριο του ΑΠΘ η Αγγελική Κοταρίδη προχώρησε σε «επιστημονικά τολμηρές» υποθέσεις για την αποκάλυψη των πέντε νέων βασιλικών τάφων.
Οπως δήλωσε η ίδια «Ερευνούμε την συστάδα των Τημενιδών που βρίσκεται στη νοτιοδυτική γωνία του νεκροταφείου των τύμβων και σημαδεύει την πορεία του αρχαίου δρόμου, ο οποίος οδηγούσε από την βορειοδυτική πύλη της πόλης -όπου η ταφική συστάδα των βασιλισσών- προς την περιοχή που θάφτηκε ο Φίλιππος Β ΄ και ο Αλέξανδρος Δ΄, ο γιος του Μεγαλέξανδρου και της Ρωξάνης για την ταύτιση του τάφου του οποίου κανείς ως τώρα δεν έχει διατυπώσει κάποια αντίρρηση».
Μάλιστα πρόσθεσε ότι «μολονότι οι τάφοι είναι όλοι συλλημένοι, η παρουσία κατάλοιπων εντυπωσιακών ταφικών πυρών με πλούσια αφιερώματα (αγγεία και όπλα) που ανακαλούν περιγραφές των ομηρικών επών αλλά και το μέγεθος και την μορφή των ίδιων των μνημείων μας οδήγησαν στη σύνδεση με την οικογένεια των Τημενιδών».
Σύμφωνα με το ΑΜΠΕ, η διευθύντρια της πανεπιστημιακής ανασκαφής στη Βεργίνα καθηγήτρια αρχαιολογίας του ΑΠΘ Χρυσούλα Παλιαδέλη, παρουσίασε επίσης νέα στοιχεία για το ότι ο βασιλικός τάφος της Βεργίνας ανήκει στον βασιλιά Φίλιππο τον Β': «Για το νεκρό του θαλάμου τα νέα πορίσματα οδηγούν σε ακριβέστερο καθορισμό της ηλικίας του (41-49 ετών), και εντοπίζουν εκφυλιστικές αλλοιώσεις, χρόνιες παθήσεις και δείκτες δραστηριότητας που υποδεικνύουν μεσήλικο άνδρα με έντονη ιππευτική και πολεμική δραστηριότητα. Τα δεδομένα αυτά, σε συνδυασμό με τις μορφολογικές αλλοιώσεις στα οστά του -που βεβαιώνουν πως ο νεκρός κάηκε αμέσως μετά το θάνατό του- αποδυναμώνουν τη θεωρία της ταύτισής του με τον Φίλιππο Γ' Αρριδαίο και ενισχύουν, αντίθετα, την απόδοση του τάφου στον Φίλιππο Β΄»
Οσον αφορά τη «νεκρή του προθαλάμου», η κ. Παλιαδέλη υποστήριξε ότι «νέες παρατηρήσεις σε οστά που δεν είχαν εντοπιστεί στο παρελθόν προσδιορίζουν με ακρίβεια πλέον, την ηλικία της (30-34 ετών), που αποκλείει οριστικά τρεις από τις πιθανές ταυτίσεις που έχουν μέχρις στιγμής προταθεί για την ταυτότητά της (Κλεοπάτρα και Μήδα, γυναίκες του Φιλίππου Β΄ και Αδέα/Ευρυδίκη, γυναίκα του Φιλίππου Γ΄ Αριδαίου). Μορφολογικές αλλοιώσεις βεβαιώνουν πως η νεκρή κάηκε, όπως κι ο νεκρός του θαλάμου, αμέσως μετά το θάνατό της, ενώ οι δείκτες ιππικής δραστηριότητας δηλώνουν πως ίππευε για μεγάλο χρονικό διάστημα. Ένα κάταγμα στο άνω άκρο της αριστερής κνήμης που προκάλεσε βράχυνση, ατροφία και χωλότητα στο αριστερό της πόδι, οδηγεί στο συμπέρασμα ότι το ζεύγος των άνισων κνημίδων του προθαλάμου της ανήκει και πως το μεγαλύτερο μέρος του ανδρικού οπλισμού που βρέθηκε στο χώρο ταφής της είναι δικός της».
Και κατέληξς λέγοντας ότι «τα δεδομένα αυτά ενισχύουν την παλιά υπόθεση του N.G.L.Hammond για την ταύτιση της νεκρής με μιαν άγνωστη Σκύθισσα, ίσως κόρη του βασιλιά Ατέα, χωρίς βεβαίως να αποκλείουν το ενδεχόμενο στη νεκρή του προθαλάμου να αναγνωρίσουμε την Αυδάτα, γυναίκα του Φιλίππου Β΄ από την Ιλλυρία».
«Το σημαντικότερο όμως συμπέρασμα της έρευνας αφορά στην ενίσχυση, όχι μόνον από αρχαιολογική, αλλά και από ανθρωπολογική άποψη, της θεωρίας ότι ο τάφος ΙΙ της Μεγάλης Τούμπας ανήκει στον Φίλιππο Β' και η χρονολόγηση του θανάτου του υπολογίζεται στο 336 π.Χ.».
Με πληροφορίες από wikipedia και το έργο «Ηλεκτρονικός Κόμβος για την υποστήριξη των διδασκόντων την ελληνική γλώσσα», που έχει αναλάβει και υλοποιεί το Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας.