Σκηνές από την ταινία Philadelphia, όπου πάσχων από AIDS χάνει τη δουλειά του και αποκλείεται κοινωνικά, θυμίζει η υπόθεση καταδίκης της χώρα μας από το Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Η συγκεκριμένη υπόθεση ξεκίνησε από τη στιγμή που η ελληνική Δικαιοσύνη αποδέχθηκε ως νόμιμη την απόλυση γυναίκας που ήταν φορέας του AIDS. Ο εργοδότης της Ι. Β. την είχε απολύσει ύστερα από πιέσεις που δέχθηκε από συναδέλφους της, προκειμένου να διασφαλίσει την αρμονική συνεργασία μεταξύ των υπαλλήλων του και την ομαλή λειτουργία τής επιχείρησής του, σκεπτικό το οποίο έγινε αποδεκτό στο Εφετείο και επικυρώθηκε από τον Άρειο Πάγο.
Εκδικάζοντας την προσφυγή τής Ι. Β., η οποία απολύθηκε έπειτα από την αποκάλυψή της ότι ήταν φορέας του AIDS, το Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, έκρινε ότι η εν λόγω πράξη, που έγινε αποδεκτή, ως νόμιμη, από την ελληνική Δικαιοσύνη, ήταν αντίθετη προς τη Σύμβαση Προστασίας Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και καταδίκασε την Ελλάδα, τόσο για παράβαση των διατάξεων που απαγορεύουν τις διακρίσεις, όσο και για παραβίαση του δικαιώματος προστασίας της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής.
Υποχρέωσε δε την Ελλάδα να καταβάλει στη δικαιωθείσα, συνολική αποζημίωση 14.340 ευρώ για ηθική και υλική βλάβη.
Το Δικαστήριο έκρινε ότι η προσφεύγουσα υπήρξε θύμα διάκρισης εξαιτίας της κατάστασης της υγείας της και ότι τα εθνικά δικαστήρια είχαν βασίσει την απόφασή τους, να εγκρίνουν ως νόμιμη την απόλυσή της, σε ανακριβείς πληροφορίες, ότι δηλαδή υπήρχε κίνδυνος μετάδοσης της ασθένειας.
Η Ι. Β. εργάζονταν, από το 2001, σε μία επιχείρηση κατασκευής κοσμημάτων στην Αθήνα με συνολικά 70 εργαζόμενους και το 2005 γνωστοποίησε σε τρεις από τους συναδέλφους της ότι έχει προσβληθεί από τον ιό του AIDS. Έπειτα από αυτό, 33 από τους συναδέλφους της έστειλαν επιστολή στον ιδιοκτήτη- επιχειρηματία, ζητώντας την απόλυση της Ι. Β., για να προστατευθεί η υγεία τους.
Παρά τις προσπάθειες του εργοδότη, που κάλεσε ειδικούς να τους εξηγήσουν ότι δεν κινδύνευαν από μετάδοση της ασθένειας, οι συνάδελφοι της Ι. Β. επέμεναν στην άποψή τους και η Ι. Β. απολύθηκε.
Προσέφυγε στα ελληνικά δικαστήρια και πρωτοδίκως η απόλυσή της κρίθηκε παράνομη, αλλά στο Εφετείο, όπου προσέφυγαν ο εργοδότης και οι συνάδελφοί της, η απόλυση έγινε αποδεκτή, γεγονός που επικυρώθηκε και με σχετική απόφαση του Αρείου Πάγου, στις 17 Μαρτίου 2009, με το σκεπτικό ότι «η καταγγελία της σύμβασης της Ι. Β. δεν είναι παράνομη, εφόσον δικαιολογείται από το συμφέρον του εργοδότη και την αποκατάσταση της αρμονικής συνεργασίας μεταξύ των εργαζομένων και την ομαλή λειτουργία της εταιρείας"