Την άρνησή τους εξέφρασαν οι δικηγόροι του Πειραιά, μέσω του Δικηγορικού Συλλόγου της περιοχής, για την υπεράσπιση του Γιώργου Ρουπακιά, κατηγορούμενου για τη δολοφονία του 34χρονου Παύλου Φύσσα στο Κερατσίνι.
Όπως αναφέρει σε σχετική ανακοίνωση Δικηγορικός Σύλλογος Πειραιά “συναισθανόμενος τον ρόλο και την ευθύνη του, καταδικάζει απερίφραστα κάθε υποκινητή συμπεριφορών βίας και κάθε πρεσβευτή αντιλήψεων είτε υφέρπουσας είτε πανηγυρικώς εκδηλούμενης φασίζουσας νοοτροπίας”.
Και συνεχίζει λέγοντας ότι: “ο θάνατος του Παύλου Φύσσα δεν αποτελεί τυχαίο και μεμονωμένο περιστατικό. Αντίθετα αποτελεί προφανέστατη συνέχεια του περιστατικού του Περάματος, του Μελιγαλά, της επίθεσης κατά του δημάρχου Αθηναίων, της κακοποίησης μεταναστών. Ο φόνος στην Αμφιάλη είναι αποτέλεσμα της κλιμάκωσης του σχεδίου των εχθρών της Δημοκρατίας για την κατάλυση των θεσμών, για ισοπέδωση του διαλόγου και της διαφωνίας, για τον εγκλωβισμό σε συνθήκες φοβίας ολόκληρης της ελληνικής κοινωνίας. Ο Παύλος Φύσσας δεν πέθανε τυχαία από βασανιστήρια σε κάποιο υπόγειο της ΕΣΑ. Ο τότε φασισμός προσπαθούσε να κρύβεται. Ο τωρινός είναι θρασύς και απροκάλυπτος. Κρατάει λάβαρα και πανηγυρίζει, περιφέροντας άναρθρες κραυγές και παραγγέλματα στις εσχατιές της ελληνικής επικράτειας αναζητώντας ακόλουθους και βαστάζους”.
Μεταξύ άλλων αναφέρεται: “το κράτος και οι μηχανισμοί ελέγχου του δεν έχουν το δικαίωμα να γυρίζουν το κεφάλι, όταν προσβάλλονται οι θεσμοί. Σε οποιεσδήποτε περιπτώσεις εκδηλώσεως παράνομης συμπεριφοράς, ο παρευρισκόμενος αστυνομικός παρεμβαίνει. Μάλιστα συχνά, μας έχει συνηθίσει να παρεμβαίνει διακινδυνεύοντας τη σωματική του ακεραιότητα. Ποιος λοιπόν είναι ο λόγος που ο αστυνομικός αρνείται ή διστάζει να παρέμβει σε συγκεκριμένης μορφής παραβατικές συμπεριφορές, καλυμμένες από το μανδύα της ίδιας πάντοτε φασίζουσας αντιλήψεως; Είτε διστάζει είτε αρνείται ο αστυνομικός, το πρόβλημα είναι σημαντικό. Στη δεύτερη μάλιστα περίπτωση εύλογα δημιουργείται το δίλημμα εάν ο αστυνομικός παραχωρεί τη δική του εξουσία σε αυτόκλητους τιμωρούς είτε ακόμη χειρότερα, εάν συμφωνεί μαζί τους. Γιατί η δικαιοσύνη αφήνεται απροστάτευτη και διστάζει να παρεμβαίνει σε κάθε περίπτωση κατάφωρης παράβασης των νόμων;”