Λέπρα. Η κατάρα των αρχών του 20ου αιώνα. Οι λεπροί κυνηγήθηκαν και απομονώθηκαν όσο λίγες κοινωνικές ομάδες στην Ελλάδα. Τότε που έμοιαζε με κατάρα να έχει κανείς το στίγμα. Η κοινωνική κατακραυγή τον ακολουθούσε και τον καταδίκαζε για όλη του τη ζωή.
Αφιέρωμα στη μάστιγα των αρχών του 20ου αιώνα έχει το cretalive.gr, το οποίο παρουσιάζει και δύο ιστορικές φωτογραφίες λεπρών – γύρω στο 1920. Οι συγκεκριμένες φωτογραφίες που ήταν από τις πρώτες που απαθανάτισαν ασθενείς στη Σπιναλόγκα.
Χρονικά τοποθετούνται λίγα χρόνια μετά τη λειτουργία του λεπροκομείου. Σημειώνουμε ότι οι πρώτοι λεπροί εγκαταστάθηκαν στο νησί στις 13 Οκτωβρίου 1904, σύμφωνα με γραπτή μαρτυρία του αείμνηστου Μανώλη Δετοράκη. Στο νησί κατοικούσαν 251 ασθενείς, 148 άνδρες και 103 γυναίκες. Το λεπροκομείο έκλεισε το 1957 και οι τελευταίοι ασθενείς μεταφέρθηκαν στην Αγία Βαρβάρα Αττικής.
Η λέπρα στην Κρήτη είναι μια ασθένεια χαμένη στα αρχαία χρόνια. Σύμφωνα με μαρτυρίες, η πρώτη μόλυνση ενδέχεται να μεταφέρθηκε στο νησί από τις επαφές των εμπόρων με τους Αιγυπτίους και τους Φοίνικες.
Μέχρι και τα μέσα του 20ου αιώνα, όταν και πλέον αποδείχτηκε ότι η ασθένεια ήταν ιάσιμη και δεν θεωρείτο μεταδοτική, ήταν ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα για το λαό της Κρήτης. Οι ξένοι περιηγητές που επισκέπτονταν το νησί από τα τέλη του 17ου αιώνα, μετά δηλαδή την κατάκτηση του από τους Τούρκους, στα 1669, ανέφεραν όλοι την ύπαρξη λεπρών. Σε μερικές περιπτώσεις έκαναν λόγο για μεγάλο πληθυσμό, διάσπαρτο στις πόλεις και σε χωριά, απομονωμένο όμως από τους υπόλοιπους κατοίκους.
Έως και το 1957, οπότε έκλεισε οριστικά το λεπροκομείο, οι λεπροί ήταν μία από τις πιο περιθωριοποιημένες κοινωνικές ομάδες και μάλιστα θεωρούνταν μίασμα – εστία μόλυνσης – για όλο τον υπόλοιπο λαό.
Κατά την περίοδο της Ιταλογερμανικής κατοχής οι κατακτητές δεν τολμούσαν να αφήσουν ελεύθερους τους λεπρούς και ήταν αναγκασμένοι να τους τροφοδοτούν οι ίδιοι, δεδομένου ότι το απέναντι χωριό Πλάκα το είχαν εκκενώσει και είχαν διώξει τους κατοίκους σε άλλα χωριά, όλη δε την παράλια περιοχή την είχαν οχυρώσει με πολυβολεία, υπόγειες στοές, ναρκοπέδια γιατί φοβούνταν απόβαση των Άγγλων σ' εκείνο το μέρος. Ούτε ποτέ μπήκε στο νησάκι Ιταλός ή Γερμανός και γι' αυτό λειτουργούσαν παράνομα ραδιόφωνα και ο γιατρός Διευθυντής Γραμματικάκης αντέγραφε τις ειδήσεις του Λονδίνου και του Καΐρου και τις μοίραζε ως δελτία ειδήσεων στους κατοίκους.
Η Σπιναλόγκα
Η Σπιναλόγκα είναι ένα μικρό νησί το οποίο κλείνει από τα βόρεια τον κόλπο της Ελούντας στην Επαρχία Μεραμπέλλου του νομού Λασιθίου Κρήτης. Το αρχαίο του όνομα ήταν Καλυδών, αλλά μετά την κατάληψη του από τους Ενετούς ονομάστηκε στα λατινικά "spina lunga" (προφορά: σπίνα λούνγκα), που σημαίνει «μακρύ αγκάθι». Από αυτή την ονομασία και με παράφραση το νησάκι πήρε την σημερινή του ονομασία. Οχυρώθηκε άριστα από τους Ενετούς τόσο από κατασκευαστικής και αρχιτεκτονικής άποψης όσο και από απόψεως αισθητικής του όλου τοπίου που και σήμερα ακόμη διατηρεί την ομορφιά του.
Το 1905 χρησιμοποιήθηκε ως Λεπροκομείο όπου οδηγήθηκαν όλοι οι λεπροί της Κρήτης, οι οποίοι πρώτα βρίσκονταν απομονωμένοι στη “Μεσκινιά”, έξω από το Ηράκλειο και θεωρούνταν εστία μολύνσεως και για τον υπόλοιπο λαό.