Ο πάπυρος βρέθηκε το 1962 σε τάφο της περιοχής της αρχαίας Λητής, μισοκαμμένος από ταφική πυρά
Οδηγίες στους ζωντανούς και συμβουλές, ώστε οι ψυχές των νεκρών να έχουν την καλύτερη δυνατή μεταθανάτια τύχη, περιλαμβάνει ο πάπυρος του Δερβενίου, εύρημα μεγάλης αρχαιολογικής αξίας, που βρέθηκε το 1962 σε τάφο της περιοχής της αρχαίας Λητής, στο σημερινό Δερβένι.
Σύμφωνα με την αρχαιολόγο του αρχαιολογικού Μουσείου Θεσσαλονίκης, Δόμνα Τερζοπούλου, «περιέχει ένα ορφικό κείμενο, ένα πάρα πολύ σπάνιο εύρημα που απευθύνεται σε μύστες του Ορφισμού, έχει οδηγίες για τη μεταθανάτια τύχη των ψυχών, ενώ περιλαμβάνει και έναν ορφικό ύμνο που εξηγεί τη γέννηση των θεών».
Χάρη στην «ατυχία» του να καεί σε ταφική πυρά, τα γραφόμενα στον πάπυρο διατηρήθηκαν μέχρι σήμερα, χαρίζοντάς του τη δυνατότητα να αποτελεί έναν από τους ελάχιστους παπύρους που διασώζονται σε ευρωπαϊκό έδαφος, λόγω της ευαισθησίας τους στην υγρασία.
Ο πάπυρος του Δερβενίου εντάχθηκε το 2015 στον διεθνή κατάλογο του προγράμματος της Unesco «Μνήμη του κόσμου» και μαζί με τον μακεδονικό τάφο Μακρίδη Μπέη, που ανασκάφηκε για πρώτη φορά το 1910, θεωρείται ότι συνέβαλαν τα μέγιστα στην αρχαιολογική τεκμηρίωση όλης της πορείας της περιοχής της αρχαίας Λητής, από την προϊστορία μέχρι σήμερα.
«Οι ανασκαφές που έχουν γίνει στην περιοχή έχουν δώσει δείγματα που χρονολογούνται από το 3.000 πΧ. Αυτό σημαίνει ότι η αρχαία Λητή κατοικούνταν συνεχώς από τότε και αργότερα, στα αρχαϊκά χρόνια, τα ελληνικά και τα ρωμαϊκά, την παλαιοχριστιανική και μεσοβυζαντινή περίοδο, τους οθωμανικούς χρόνους μέχρι και τον 16ο και τον 18ο αιώνα» εξηγεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, η διευθύντρια της Εφορείας αρχαιοτήτων περιφέρειας Θεσσαλονίκης, Μαρίζα Τσιάπαλη, με αφορμή την ημερίδα με θέμα «η αρχαία Λητή και η περιοχή της» που πραγματοποιήθηκε στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Θεσσαλονίκης, σε συνεργασία με την εφορεία αρχαιοτήτων.
Η κ. Τσιάπαλη κάνει λόγο για έναν πολύ σημαντικό χώρο που έχει ανασκαφεί σε πολλά σημεία, ωστόσο δεν έχει ολοκληρωθεί η ανασκαφή του, καθώς πρόκειται για μια τεράστια περιοχή με τούμπες, κάστρα, οικισμούς και τα ταφικά σύνολα που ανακαλύφθηκαν. Σε αυτά τα ταφικά σύνολα βρέθηκε ο πάπυρος του Δερβενίου.
Σε ό,τι αφορά τον μακεδονικό τάφο, η κ. Τσιάπαλη επισημαίνει, ότι ανασκάφηκε το 1910 από τον Μακρίδη που έφερε την προσωνυμία Μπέης, λόγω του τίτλου που είχε την περίοδο της τουρκοκρατίας. Ο τύμβος ανήκει σε ένα μεγάλο ταφικό σύνολο όπου υπάρχουν και άλλοι δύο μακεδονικοί τάφοι, αλλά και συστάδες από κιβωτιόσχημους τάφους. Το έργο της προστασίας, αποκατάστασης, συντήρησης και ανάδειξής του ήταν κολοσσιαίο και σε σημασία και σε όγκο, ενώ οι εργασίες ολοκληρώθηκαν πριν από έναν χρόνο περίπου και πλέον το σημείο αυτό είναι επισκέψιμο μετά από τηλεφωνικά ραντεβού. «Ο μακεδονικός τάφος Μακρίδη Μπέη είναι αντιπροσωπευτικός του 4ου αιώνα πΧ από πλευράς αρχιτεκτονικής, ενώ οι επεμβάσεις που έγιναν για να αποκατασταθεί ο τύμβος είναι πρωτοποριακές σε διάφορα επίπεδα» λέει και προσθέτει ότι η ανάδειξη του εν λόγω ταφικού συγκροτήματος είναι κομβικής σημασίας για όλη την ευρύτερη περιοχή.