Απαραίτητη η πλήρης ένταξή τους στη δημόσια εκπαίδευση για να μην γκετοποιηθούν, τονίζουν δάσκαλοι, καθηγητές και πανεπιστημιακοί
Την αναγκαιότητα να ενταχθούν τα προσφυγόπουλα στο δημόσιο σύστημα εκπαίδευσης, μαζί με τα υπόλοιπα παιδιά που ζουν στην Ελλάδα, τόνισαν δάσκαλοι, καθηγητές γυμνασίου-λυκείου και πανεπιστημιακοί, κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου που παραχώρησε ο «Συντονισμός για το Προσφυγικό-Μεταναστευτικό σωματείων, φοιτητικών συλλόγων και συλλογικοτήτων».
Το πρόγραμμα που προτίθεται να εφαρμόσει η κυβέρνηση, προβλέπει πως για τα προσφυγόπουλα νηπιακής ηλικίας θα ιδρυθούν τμήματα νηπιαγωγείου μέσα στους καταυλισμούς, ενώ για τα υπόλοιπα παιδιά (6 έως 18 ετών) δημιουργούνται τμήματα που θα λειτουργούν μετά και έξω από τις ώρες λειτουργίας του σχολείου (14.00 με 18.00), σε αίθουσες σχολείων που βρίσκονται κοντά στους καταυλισμούς και όπου αυτό δεν είναι δυνατόν, μέσα στους καταυλισμούς.
Η παραπάνω πρακτική θα οδηγήσει στη «γκετοποίηση» των παιδιών, αντί στην ενσωμάτωση, στερώντας τους, ταυτόχρονα, το δικαίωμα στην εκπαίδευση, στη μόρφωση και την κοινωνική συναναστροφή, τόνισε η δασκάλα Ντίνα Ρέππα. Για το λόγο τούτο, αίτημα του Συντονιστικού είναι η δημιουργία τάξεων υποδοχής και βοηθητικής διδασκαλίας μέσα στα σχολεία και κατά τις ώρες λειτουργίας του σχολείου και παράλληλα τη συμμετοχή των παιδιών στις κανονικές τάξεις και στο νηπιαγωγείο. «Δεν θα επιτρέψουμε να υπάρξουν παιδιά ενός κατώτερου Θεού», δήλωσε χαρακτηριστικά.
Η Αιμιλία Τσαγκαράτου της Διδασκαλική Ομοσπονδίας Ελλάδας (ΔΟΕ), πρόσθεσε πως τμήματα υποδοχής υπήρχαν από παλιότερα στα σχολεία, όμως τα τελευταία χρόνια βρίσκονται σε αναστολή. Από την εμπειρία της ως δασκάλας, γνωρίζει, όπως είπε, ότι η ένταξη των παιδιών γίνεται πολύ γρήγορα και τα βοηθάει να προχωρήσουν στη μετέπειτα ζωή τους. Σε παρέμβασή του, ο πρώην διευθυντής του Ψυχιατρικού Νοσοκομείου Αττικής, Θεόδωρος Μεγαλοοικονόμου, πρόσθεσε πως ο αποκλεισμός και η περιθωριοποίηση προκαλούν καταστάσεις που μπορεί να φέρουν βία και εξεγέρσεις.
Ο Αράς Μοράτ, που κατοικεί στο Κέντρο Φιλοξενίας του Ελαιώνα, κατέθεσε πως τα τμήματα των καταυλισμών δεν αποτελούν κανονικά μαθήματα, απλώς είναι τάξεις που απασχολούν τα παιδιά δημιουργικά, με μουσική, χορό κλπ. Ο ίδιος έχει ένα παιδί 13 χρονών, που μέσα σε τρεις εβδομάδες έμαθε ελληνικά και το ίδιο ισχύει για τα άλλα προσφυγάκια. «Είναι καταπληκτικό πόσο γρήγορα μαθαίνουν τη γλώσσα τα παιδιά, τι δυνατότητα απορρόφησης έχει το μυαλό τους. Γιατί να τα καταδικάζει η κυβέρνηση;» αναρωτήθηκε και συμπλήρωσε πως όλοι οι γονείς προσφυγόπουλων από τον Ελαιώνα, επιθυμούν τα παιδιά τους να παρακολουθήσουν το κανονικό σχολείο και να μορφωθούν.
«Κανένα ρεύμα της εκπαιδευτικής πολιτικής δεν αναφέρεται σε μονοπολιτισμικές τάξεις, αντίθετα σε διαπολιτισμικά τμήματα. Δεν υπάρχει καμία βιβλιογραφία, καμία έρευνα σε αυτή την κατεύθυνση και παιδαγωγικά δεν δικαιολογείται. Είναι πολιτική επιλογή της κυβέρνησης», ανέλυσε ο καθηγητής του Παιδαγωγικού Τμήματος του ΑΠΘ, Κωνσταντίνος Σκορδούλης. Ο κ. Σκορδούλης θύμισε, πως όταν ξεκίνησαν τα εκπαιδευτικά προγράμματα για τους Ρομά, κανείς δεν διανοήθηκε να χτίσει σχολεία στους καταυλισμούς, φοιτούσαν και φοιτούν τα παιδιά στα κανονικά σχολεία.
Ο επίκουρος καθηγητής του ΑΠΘ, Περικλής Παυλίδης, σημείωσε πως τα προσφυγόπουλα είναι οι «ανιχνευτές των γονιών τους». Πρόσθεσε πως τα παιδιά δεν έχουν προκαταλήψεις και τους είναι πάρα πολύ εύκολο να οικοδομήσουν φιλίες και να επικοινωνήσουν. Το να τους αρνείται κανείς τα ίδια δικαιώματα και τις ίδιες παροχές, τα απομονώνει κι αυτό μόνο κακό μπορεί να είναι και για τα ίδια και για τη χώρα υποδοχής. Ο κ. Παυλίδης απαντώντας σε ξενοφοβικές φωνές, υπογράμμισε πως «με εθνοφυλετικές προσμείξεις προχώρησε και δημιουργήθηκε και η ελληνική ιστορία, από τα αρχαία κιόλας χρόνια».