"Δεν μπορούσε να χαλάει όσες ήθελε στην προπόνησή της. Συχνά της έστελναν λιγότερες από όσες είχε ανάγκη για την προπόνησή της"
Ο Διονύσης Κορακάκης, αδελφός της χρυσής Ολυμπιονίκου, Άννας Κορακάκη, μιλά στο People της εφημερίδας Πρώτο Θέμα.
Ούτε η Άννα, ούτε οι γονείς σας, και ειδικότερα ο πατέρας σου, Τάσος Κορακάκης, που έχει και το ρόλο του προπονητή, δεν έκρυψαν τα παράπονά τους από τη Σκοπευτική Ομοσπονδία και την πολιτεία.
Κάποιες φορές η οικογένειά μας πλήρωσε μόνη της για τα απαραίτητα έξοδα, ακόμα και βασικά πράγματα που είχε ανάγκη η Άννα, όπως ακουστικά, γυαλιά, παπούτσια. Αντιμετωπίζαμε προβλήματα με την Ομοσπονδία. Δεν βοήθησαν καθόλου, λες και το έκαναν επίτηδες. Ο πατέρας μου τους παρακαλούσε. Μόλις ένα μήνα πριν από τους Ολυμπιακούς Αγώνες η Ομοσπονδία έδωσε στην Άννα δεύτερο όπλο – είναι απαραίτητο ένα εφεδρικό για κάθε αθλήτρια. Οι τριάντα αυτές μέρες είναι πολύ μικρό διάστημα για κάποιον αθλητή ώστε να μάθει τις ρυθμίσεις του όπλου. Να σημειώσουμε ότι το όπλο κοστίζει περίπου 1.800 ευρώ. Ένα άλλο πρόβλημα που αντιμετώπιζε η Άννα ήταν οι σφαίρες. Δεν μπορούσε να χαλάει όσες ήθελε στην προπόνησή της. Συχνά της έστελναν λιγότερες από όσες είχε ανάγκη για την προπόνησή της και όταν παραπονιόταν ο πατέρας μου, του έλεγαν ότι δεν μπορούν να στείλουν άλλες και έτσι αναγκαζόταν η Άννα να κάνει... οικονομία στις βολές και να ρίχνει λιγότερες από όσες έπρεπε.
Μετά τη μεγάλη επιτυχία της Άννας, η Ομοσπονδία επικοινώνησε μαζί σας;
Επί μέρες δεν το έκανε. Δεν είναι η πρώτη φορά που συμβαίνει αυτό. Και στις άλλες επιτυχίες της Άννας η Ομοσπονδία δεν έκανε ούτε αναφορά, ούτε έστειλε δελτίο Τύπου. Τώρα όμως, και να θέλουν, δεν μπορούν πια να αδιαφορήσουν.
Μεγάλη συζήτηση έγινε για το σκοπευτήριο-παράπηγμα, όπου αναγκαζόταν η Άννα να προπονείται.
Η Δράμα σήμερα δεν έχει σκοπευτήριο και αυτός ο χώρος ήταν ό,τι είχε απομείνει από το σκοπευτήριο του παλιού σκοπευτικού συλλόγου του νομού. Ο πατέρας μου είχε πάρει παλέτες για να κλείσει την οροφή και το πλαϊνά μέρη, έτσι ώστε να μην μπαινοβγαίνουν τα κατσίκια που υπήρχαν παντού. Ήταν ένας χώρος από στοιβαγμένα ξύλα και λαμαρίνες, έμοιαζε με καλύβα. Επίσης, υπήρχαν σχολικά θρανία που είχαν τη «χρήση» των πάγκων που υπάρχουν στα κανονικά σκοπευτήρια. Το καλοκαίρι είχε πολλή ζέστη και υγρασία έφτανε στους 40οC και το χειμώνα υπήρχε πάρα πολύ κρύο και βροχές. Εκείνη, όμως, μαζί με τον πατέρα μου επέμεναν.