Οι περισσότεροι Έλληνες που παίρνουν το δρόμο της διασποράς, πάνε δυτικά, αλλά ο Γιάννης Παναγιώτου πήγε ανατολικά
Οι περισσότεροι Έλληνες που παίρνουν το δρόμο της διασποράς, πάνε δυτικά, αλλά ο Γιάννης Παναγιώτου πήγε ανατολικά, στο Χονγκ Κονγκ, όπου όμως, όπως λέει σε συνέντευξή του στο Αθηναϊκό και Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, μόνο απομονωμένος δεν νιώθει.
Όπως αναφέρει ο αναπληρωτής καθηγητής της Σχολής Βιολογικών Επιστημών του Πανεπιστημίου, το Χονγκ Κονγκ προσφέρει παγκοσμίου επιπέδου συνθήκες για επιστημονική έρευνα, αν και η πίεση είναι μεγαλύτερη λόγω αυξημένου ανταγωνισμού. Όσο για τη ζωή στην ασιατική μεγαλούπολη -όπου ζουν περίπου 300 'Ελληνες, από τους οποίους αρκετοί βρίσκονται σε πανεπιστήμια- είναι εύκολη και γεμάτη δυνατότητες.
Όπως λέει χαρακτηριστικά ο Γ.Παναγιώτου, πιο πολύ δυσκολεύθηκε να συνηθίσει την τοπική κουλτούρα της Κρήτης, όταν παντρεύτηκε μια Κρητικιά, παρά όταν βρέθηκε στο Χονγκ Κονγκ. Μάλιστα, διαπίστωσε ότι ακόμη κι εκεί οι φοιτητές κρατούν ομήρους τους καθηγητές της συγκλήτου του πανεπιστημίου!
Ο Έλληνας ερευνητής της διασποράς, μεταξύ άλλων, ανακάλυψε ότι τα προβιοτικά -ζωντανοί «καλοί» μικροοργανισμοί- καταπολεμούν το ηπατοκυτταρικό καρκίνωμα και έκανε πρόσφατα τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό της Εθνικής Ακαδημίας Επιστημών των ΗΠΑ (PNAS). Αυτός και οι συνεργάτες του χορήγησαν σε ποντίκια ένα νέο μίγμα προβιοτικών, το Prohep, το οποίο επιβράδυνε σημαντικά την ανάπτυξη των καρκινικών όγκων στα ζώα, ενώ μείωσε το μέγεθος και το βάρος των όγκων κατά 40% σε σχέση με τα πειραματόζωα που δεν είχαν πάρει προβιοτικά.
Όπως λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, τα βακτήρια του εντέρου παίζουν καθοριστικό ρόλο στην ισορροπία μεταξύ υγείας και αρρώστιας, ενώ τονίζει ότι η σωστή διατροφή είναι ο Νο 1 παράγων για την πρόληψη των ασθενειών.
Ο Γιάννης Παναγιώτου αποφοίτησε το 1999 από τη Σχολή Χημικών Μηχανικών του ΕΜΠ, από όπου πήρε και το διδακτορικό του το 2004. Διετέλεσε επίκουρος και αναπληρωτής καθηγητής του Τμήματος Βιολογίας Συστημάτων του Τεχνικού Πανεπιστημίου της Δανίας (2007-2012) και παράλληλα υπήρξε επισκέπτης καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Τεχνολογίας Τσάλμερ της Σουηδίας και στο Πανεπιστήμιο του Τόκιο. Από το 2012 είναι επικεφαλής της Ομάδας Βιολογίας Συστημάτων και Βιοπληροφορικής και αναπληρωτής καθηγητής της Σχολής Βιολογικών Επιστημών του Πανεπιστημίου του Χονγκ Κονγκ.
Ακολουθεί η συνέντευξη:
ΕΡ: Πού εστιάζει η βιολογική έρευνά σας και ποιά είναι τα κυριότερα έως τώρα ευρήματά της;
ΑΠ: Η επιστημονική μου ομάδα ασχολείται με την ανάλυση μεγάλης κλίμακας βιολογικών δεδομένων. Αυτή τη στιγμή δουλεύουμε, σε συνεργασία με το Τμήμα Ιατρικής του Πανεπιστημίου του Χονγκ Κονγκ, πάνω στη λευχαιμία, την παχυσαρκία, τον διαβήτη και την αθηροσκλήρωση. Επίσης με το Τεχνικό Πανεπιστήμιο της Δανίας πάνω σε λοιμώδη νοσήματα καθώς και στην μικροβιακή παραγωγή καυσίμων, ενώ με το Ογκολογικό Κέντρο της Αριζόνα στις ΗΠΑ πάνω στο καρκίνο.
Ενώ τα έργα αυτά φαίνονται εκ πρώτης όψεως ασύνδετα, στην πραγματικότητα δεν είναι, καθώς όλα βασίζονται στη συνδυαστική και ολοκληρωμένη ανάλυση μεγάλων βάσεων δεδομένων που παράγουμε, στην προσπάθεια να απαντήσουμε συγκεκριμένες ερωτήσεις. Στα περισσότερα από αυτά τα «πρότζεκτ», το σημαντικότερο συμπέρασμα που προκύπει, είναι ότι από το πως θα αντιδράσει ένας άνθρωπος σε μια φαρμακευτική αγωγή ή σε μια διατροφική επιλογή, μέχρι το ποιά ασθένεια θα του εμφανιστεί, αυτό καθορίζεται σε μεγάλο βαθμό από τα βακτήρια που βρίσκονται στο έντερό του.
ΕΡ: Η έρευνά σας για τα προβιοτικά με το νέο μίγμα Prohep θα έχει πρακτική συνέχεια; Οδηγεί σε κάποιες πρακτικές διατροφικές συμβουλές;
ΑΠ: Το Πανεπιστήμιο του Χονγκ Κονγκ απέκτησε αμέσως τα δικαιώματα ευρεσιτεχνίας και είναι ήδη σε επαφή με φαρμακοβιομηχανίες, άρα υποθέτω ότι υπάρχει πρακτική συνέχεια. Θα ήθελα να διευκρινήσω ότι η έρευνά μας δεν στοχεύει στην ανακάλυψη διατροφικών συμπληρωμάτων, όπως έχουν παρουσιαστεί μέχρι σήμερα τα προβιοτικά, αλλά στην ανακάλυψη φαρμάκων με βάση τη δημιουργία βακτηριακών «κοκτέιλ», που θα 'καθοδηγούν' τις διεργασίες στον ανθρώπινο οργανισμό.
Το Prohep σε αυτή την κατεύθυνση ακριβώς κινείται. Θα λαμβάνεται από ασθενείς σαν φάρμακο ή σε συνδυασμό με κλασικά φάρμακα για το ηπατοκυτταρικό καρκίνωμα. Φυσικά υπάρχουν αρκετά ακόμα πειράματα που πρέπει να κάνουμε και κυρίως να δοκιμάσουμε τη δράση του σε ασθενείς.
Η μόνη διατροφική συμβουλή αυτή τη στιγμή είναι να προσπαθείτε να κρατάτε τα βακτήρια του εντέρου σας «χαρούμενα», καθώς δουλεύουν ασταμάτητα και για σας. Αποφύγετε τα αντιβιοτικά, καταναλώστε τρόφιμα πλούσια σε ίνες και -μια μη διατροφική συμβουλή- μην απολυμαίνετε συνεχώς τα πάντα.
ΕΡ: Είναι τόσο σημαντική η διατροφή για την πρόληψη των ασθενειών; Μπορεί τελικά να υπάρξει κάποτε μια πραγματικά επιστημονική εξατομικευμένη διατροφή;
ΑΠ: Η επιστημονική κοινότητα έχει ξεκάθαρα τοποθετηθεί σε αυτό το ερώτημα: έως το 70% των χρόνιων ασθενειών μπορούν να αποφευχθούν με σωστή διατροφή. Από τους περιβαλλοντικούς παράγοντες, είναι αναμφισβήτητα ο πιο καθοριστικός για την πορεία της υγείας μας.
Η εξατομικευμένη διατροφή σε πρώτο στάδιο δεν θα σχετίζεται με το γενετικό προφίλ του ασθενή, όπως στοχεύει η εξατομικευμένη ιατρική, αλλά με το φαινοτυπικό του προφίλ. Σε μια πρόσφατη μελέτη μας δείξαμε ότι πολλές ουσίες που βρίσκονται σε καθημερινά τρόφιμα, αντιδρούν με τις ίδιες ανθρώπινες πρωτεΐνες, όπως αυτές που στοχεύουν τα φαρμακευτικά σκευάσματα, με αποτέλεσμα να μειώνεται η αποτελεσματικότητα του φαρμάκου ή, σε άλλες περιπτώσεις, να δημιουργούνται προβλήματα τοξικότητας. Σαν πρώτο βήμα, λοιπόν, η εξατομικευμένη διατροφή περιλαμβάνει τι δεν πρέπει να καταναλώνει ένας ασθενής που ακολουθεί συγκεκριμένη φαρμακευτική αγωγή.
ΕΡ: Από την Αθήνα και το ΕΜΠ βρεθήκατε στο Χονγκ Κονγκ μέσω Δανίας. Γιατί ακολουθήσατε αυτές τις κάπως ασυνήθιστες επιλογές;
ΑΠ: Έφυγα από την Ελλάδα για τη Δανία το 2002. Η αλήθεια είναι πως τότε ήταν ασυνήθιστη κίνηση, καθώς η χώρα τα πήγαινε περίφημα, παρόλα αυτά ποτέ δεν ήταν σε ιδιαίτερα υψηλό ερευνητικό επίπεδο. Όταν πήγα στο Τεχνικό Πανεπιστήμιο της Δανίας, δεν υπήρχε ούτε ένας Έλληνας φοιτητής. Λίγα χρόνια αργότερα, με τη βοήθεια και του τότε πρωθυπουργού που θα έκανε την Ελλάδα τη Δανία του Νότου, έφτασε στο σημείο η ελληνική φοιτητική κοινότητα να είναι η μεγαλύτερη στο πανεπιστήμιο. 'Αρα, εκ των υστέρων, θα έλεγα ότι, αν και ασυνήθιστη, ήταν μάλλον σωστή επιλογή.
Την επιλογή του Χονγκ Κονγκ, από την άλλη, δεν τη βρίσκω καθόλου ασυνήθιστη. Η ποιότητα της έρευνας κάθε χώρας δεν είναι ανεξάρτητη της γενικότερης ευημερίας. Η Ευρώπη, τα τελευταία χρόνια, υποφέρει από οικονομικά προβλήματα και αυτό έχει φυσικά επιπτώσεις στην χρηματοδότηση και στην ποιότητα της έρευνας της. Ενδεικτικά, πριν ένα μήνα, το Πανεπιστήμιο της Κοπεγχάγης απέλυσε 500 άτομα και το Τεχνικό Πανεπιστήμιο της Δανίας έκλεισε ένα ολόκληρο τμήμα.
Από την άλλη, οι οικονομίες του Χονγκ Κονγκ, της Κίνας, της Σιγκαπούρης και της Ν.Κορέας έχουν μια δυναμική που αντικατοπτρίζεται πλήρως στις προσφορές που κάνουν σε ερευνητές για να τους προσελκύσουν. Σε σχετική έρευνα, το Πανεπιστήμιο του Χονγκ Κονγκ είναι μέσα στα τρία πιο διεθνοποιημένα του κόσμου. Μόνο στο δικό μας τμήμα υπάρχουν καθηγητές από Αμερική, Καναδά, Αγγλία, Ιταλία κ.α.
ΕΡ: Πώς είναι οι συνθήκες διδασκαλίας και έρευνας στο Πανεπιστήμιο του Χονγκ Κονγκ και πώς θα τις συγκρίνατε με τις αντίστοιχες της Ευρώπης και της Ελλάδας;
ΑΠ: Ως πρώην αποικία, το Χονγκ Κονγκ ακολουθεί το βρετανικό σύστημα εκπαίδευσης. Οι συνθήκες δουλειάς βεβαιώνουν τη διεθνή αναγνώριση του πανεπιστημίου, το οποίο βρίσκεται συνεχώς στα 20-30 καλύτερα του κόσμου και στις τρεις πρώτες θέσεις στην Ασία. Υπάρχουν πολλές ομοιότητες αλλά και διαφορές με την Ευρώπη και με την Ελλάδα. Σίγουρα υπάρχει πολύ μεγαλύτερη πίεση σε καθηγητές και φοιτητές από ό,τι π.χ. στη Δανία, καθώς είναι πολύ πιο ανταγωνιστικό το περιβάλλον.
Υπάρχουν όμως και ομοιότητες. Για παράδειγμα, πριν μερικές μέρες οι φοιτητές περικύκλωσαν τη σύγκλητο των καθηγητών και τους κράτησαν «ομήρους» μέχρι το πρωί. Μου θύμισε τις σπουδές μου στο Πολυτεχνείο. Ήταν μια ωραία εικόνα, που δεν είχα δει πολλά χρόνια!
ΕΡ: Πώς είναι η ζωή στο Χονγκ Κονγκ για έναν Έλληνα και ιδίως για έναν επιστήμονα; Νιώθει κάπως απομονωμένος από τις διεθνείς εξελίξεις ή ακριβώς το αντίθετο; Υπάρχει πρόβλημα με τη γλώσσα, την τοπική κουλτούρα ή κάτι άλλο;
ΑΠ: Επειδή ήταν βρετανική αποικία, το Χονγκ Κονγκ είναι η ευκολότερη ασιατική χώρα για να ζεις, καθώς τα αγγλικά είναι ουσιαστικά επίσημη γλώσσα. Επίσης αποτελεί μια μητρόπολη, που σημαίνει ότι μπορείς να βρείς οτιδήποτε σού ταιριάζει, σε διασκέδαση, κοινωνικές συναναστροφές ή χόμπι.
Επειδή το 2008 εργάστηκα ως επισκέπτης καθηγητής για ένα χρόνο στο Πανεπιστήμιο του Τόκιο, η προσαρμογή εδώ ήταν ακόμα ευκόλοτερη. Μπορώ να πω ότι πιο πολύ δυσκολεύτηκα να συνηθίσω την τοπική κουλτούρα της Κρήτης όταν παντρεύτηκα, παρά του Χονγκ Κονγκ!
Όσο για επιστημονική απομόνωση, θα έλεγα το αντίθετο. Με εξαίρεση τη Αμερική, οι διεθνείς επιστημονικές εξελίξεις συμβαίνουν πλέον κυρίως στην Ασία. 'Αλλωστε, το Χονγκ Κονγκ είναι τόσο μακρινό από την Ελλάδα, όσο είναι και η Αμερική, απλά από την άλλη μεριά!
ΕΡ: Υπάρχουν άλλοι Έλληνες καθηγητές, φοιτητές, ερευνητές κ.α. στο Πανεπιστήμιο σας και ευρύτερα στην πόλη του Χονγκ Κονγκ.
ΑΠ: Συνολικά στο Χονγκ Κονγκ ζουν περίπου 300 Έλληνες και αρκετοί από αυτούς είναι σε πανεπιστήμια. Έχουν ως σημείο συνάντησης κυρίως ένα ελληνικό εστιατόριο, αλλά επειδή ταξιδεύω πολύ, δεν έχω καταφέρει να είμαι σε επαφή.
ΕΡ: Τι σχέδια έχετε για το μέλλον; Περιλαμβάνουν την Ελλάδα;
ΑΠ: Οι εποχές που οι καθηγητές διάλεγαν ένα πανεπιστήμιο και έπαιρναν σύνταξη από αυτό, έχουν περάσει. Είναι μια δουλειά στην οποία σε αξιολογούν συνεχώς, άρα μπορείς να απολυθείς ανά πάσα στιγμή. Επίσης, την αξιολογείς κι εσύ συνεχώς, άρα μπορεί να φύγεις ανά πάσα στιγμή.
Πάντα προσπαθούσα να βρίσκομαι σε ένα περιβάλλον με πλούσιες δυνατότητες, για να μπορώ να δουλεύω κάτω από τις καλύτερες συνθήκες. Φυσικά τώρα, επειδή έχω δική μου οικογένεια, οι επιλογές που (θα) κάνω, βασίζονται σε συστημική ανάλυση.
Πριν μερικά χρόνια, προσωπικοί λόγοι με ώθησαν να κάνω αίτηση στο Τμήμα Χημικών Μηχανικών του ΕΜΠ και να δοκιμάσω να επιστρέψω στην Ελλάδα. Ήταν μια τραυματική εμπειρία...