Για πολλούς, η κατάσταση της ελληνικής κοινωνίας της κρίσης με την άνοδο της Χρυσής Αυγής παραπέμπει στην περίφημη «Δημοκρατία της Βαϊμάρης». Την κατάσταση δηλαδή που βίωσε η Γερμανία αμέσως μετά τη λήξη του Ά Παγκοσμίου Πολέμου και διήρκεσε γύρω στα 15 χρόνια, με την άνοδο του εθνικοσοσιαλιστικού κόμματος και του Χίτλερ στην εξουσία.
Το 1918 η Αυτοκρατορική Γερμανία έχει μόλις βγει από τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο. Η κατάσταση κάθε άλλο παρά ευνοϊκή μπορεί να χαρακτηριστεί. Ο πρίγκηπας Μαξ της Βάδης έχει παραιτηθεί και η χώρα βυθίζεται μέρα με τη μέρα στο χάος. Οι σοσιαλδημοκράτες, μαζί με κεντρώες και φιλελεύθερες δυνάμεις θα επιχειρήσουν να διαχειριστούν την κατάσταση. Θα δεχθούν όμως λυσσαλέο πόλεμο από τις ακραίες δυνάμεις των ναζιστών, των εθνικιστών αλλά και των κομμουνιστών, όπως περιγράφει στο βιβλίο του «Η ανάπηρη Δημοκρατία 1918-1933», ο ιστορικός Χάινριχ Βίνκλερ.
Τα όσα θα ακολουθήσουν σε κοινωνικό, πολιτικό και οικονομικό επίπεδο, θα στρώσουν το δρόμο για την άνοδο του Αδόλφου Χίτλερ στην εξουσία. Ο πληθωρισμός του 1922, κατάληψη της περιοχής του Ρουρ από τη Γαλλία το 1923, σε συνδυασμό με τις ανοικτές συγκρούσεις με το Κομμουνιστικό Κόμμα, δημιουργούν ένα μείγμα εκρηκτικό, που οι διαδοχικές κυβερνήσεις αδυνατούν να χειριστούν.
Η κρίση του 1929 επέφερε το τελειωτικό πλήγμα. Η συνταγή που ακολούθησε η πλειονότητα των πολιτικών κομμάτων και των οικονομικών παραγόντων, απλά επιδείνωνε την κατάσταση. Περιορισμός των δημοσίων δαπανών, περικοπές μισθών και συντάξεων, ψαλίδι στις κοινωνικές παροχές βύθιζαν όλο και περισσότερο τη γερμανική κοινωνία στη φτώχεια και την ανέχεια.
Τα ποσοστά της ανεργίας πλέον σκαρφάλωναν ανεξέλεγκτα. Οι άνεργοι γερμανοί είχαν φτάσει αισίως τα 3.000.000. Απογοήτευση, φτώχεια, πείνα, ανέχεια. Το εθνικοσοσιαλιστικό κόμμα του Αδόλφου Χίτλερ δεν θα αφήσει την ευκαιρία να πάει χαμένη. Προπαγάνδα, τρόμος, βία, αίμα και υποσχέσεις που ύψωναν το πεσμένο ηθικό των γερμανών πολιτών, θα κερδίσουν τόσο τη μεσαία όσο και τη μεγαλοαστική τάξη.
Τα ποσοστά του κόμματος αυξάνουν ραγδαία, όπως και η απογοήτευση των γερμανών. Από το πενιχρό 2,6% που είχε λάβει στις βουλευτικές εκλογές της 20ής Μαΐου 1928, κατάφερε να εκτοξευτεί στο 43,9 στις 5 Μαρτίου του 1931. Όπως συμπεραίνει ο Βίνκλερ η ταπείνωση ενός έθνους έδωσε τότε φτερά στους εθνικοσοσιαλιστές.
Στις 30 Ιανουαρίου 1933 ο Χίντενμπουργκ ανέθεσε στον Χίτλερ την καγκελαρία του Ράιχ, υπογράφοντας την πράξη θανάτου της δημοκρατίας και την επικράτηση των ναζιστών.
Ο καθηγητής ιστορίας και αρχαιολογίας στο πανεπιστήμιο της Κρήτης κ. Χρήστος Χατζηιωσήφ αναλύει στο news.gr, την περίοδο εκείνη της Γερμανίας, με αυτή που βιώνει σήμερα η Ελλάδα, βρίσκοντας αρκετές ομοιότητες αλλά και διαφορές.
«Εάν με ρωτούσατε πριν από λίγες μέρες θα σας απαντούσα κατηγορηματικά ότι η σύγκριση, είναι άτοπη. Πρόκειται για δύο τελείως διαφορετικές κοινωνίες ως προς την οικονομική τους δομή, την ταξική τους συγκρότηση και ως προς το διεθνές περιβάλλον στο οποίο κινούνται» σημειώνει ο κ. Χατζηιωσήφ.
Ωστόσο, σύμφωνα με τον ίδιο, υπάρχει μια βασική ομοιότητα. Αυτή της ακολουθούμενης κυβερνητικής πολιτικής, «η οποία μετά από τρία ή και περισσότερα χρόνια δείχνει ότι είναι αδιέξοδη να αντιμετωπίσει τις ανάγκες του πληθυσμού. Και αυτό το αδιέξοδό της και η εμμονή σε αυτή την πολιτική την κάνει να φαίνεται παράλογη. Και η αντιμετώπιση μιας παράλογης πολιτικής δυστυχώς γίνεται με παράλογα μέσα. Εδώ υπάρχει μια ομοιότητα και εδώ υπάρχει και ο μεγάλος κίνδυνος».
Επίσης, «η πολιτική οικονομική της Βαϊμάρης η οποία είχε οδηγήσει σε μεγάλο ποσοστό ανεργίας, σε μία συστολή της οικονομίας διεξαγόταν όχι μέσα από το γερμανικό κοινοβούλιο το Ραίχστανγκ, αλλά με νομοθετικά διατάγματα. Και πλησιάζουμε και πάλι στην Ελλάδα σε αυτή την κατάσταση» επισημαίνει.