Χωρίς απασχόληση ήταν ένα στα δύο άτομα με δυσκολία σε βασικές λειτουργίες (όραση, ακοή, περπάτημα, επικοινωνία) το 2011 στην ΕΕ, σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat που δόθηκαν στη δημοσιότητα.
Σύμφωνα με τη Eurostat, περίπου 44 εκατομμύρια άνθρωποι, ηλικίας 15 ως 64 ετών που ζουν στην ΕΕ, δηλώνουν κάποιο είδος αναπηρίας που τους εμποδίζει να συμμετάσχουν πλήρως στην οικονομική και κοινωνική ζωή της χώρας τους. Η Eurostat σημειώνει ότι στη συγκεκριμένη έρευνα ορίζεται ως αναπηρία η δυσκολία των ατόμων σε βασικές λειτουργίες, όπως η όραση, η ακοή, το περπάτημα και η επικοινωνία.
Το 2011, το ποσοστό απασχόλησης των αναπήρων (ηλικίας 15 ως 64 ετών) στην ΕΕ έφτανε το 47,3%, έναντι 66,9% για τα άτομα χωρίς αναπηρία. Το μεγαλύτερο χάσμα ποσοστών απασχόλησης μεταξύ αναπήρων και μη αναπήρων καταγράφεται στην Ολλανδία (43% και 80% αντίστοιχα) και στην Ουγγαρία (24% και 61%).
Στην Ελλάδα, το ποσοστό απασχόλησης για τα άτομα με αναπηρία ανέρχεται σε 35,5%, έναντι 58,5% για τα άτομα χωρίς αναπηρία.
Εξάλλου, τα στοιχεία της Eurostat αναφέρουν ότι το 2013 στην ΕΕ περίπου ένας στους τρεις αναπήρους (29,9%), άνω των 16 ετών, ζούσε κοντά στο όριο της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού. Το ποσοστό των ατόμων χωρίς αναπηρία που ζει κοντά στο όριο της φτώχειας στην ΕΕ είναι 21,4%.
Η μεγαλύτερη ψαλίδα στα ποσοστά των αναπήρων και μη που ζουν κοντά στο όριο της φτώχειας σημειώνεται στη Βουλγαρία (63,7% και 44,1% αντίστοιχα), στο Βέλγιο (17,7 ποσοστιαίες μονάδες υψηλότερα για τους ανάπηρους), στη Λιθουανία (16,3 ποσοστιαίες μονάδες), στην Εσθονία (15,9 ποσοστιαίες μονάδες) και στη Μ. Βρετανία (15 ποσοστιαίες μονάδες).
Στον αντίποδα, η μικρότερη απόκλιση ποσοστών κοινωνικού αποκλεισμού καταγράφεται στην Ελλάδα (36,8% για τους ανάπηρους, έναντι 34,5% για τα άτομα χωρίς αναπηρίες), στην Ισπανία (3,7 ποσοστιαίες μονάδες), στο Λουξεμβούργο (4,3%) και στην Ιταλία (4,4%).
Σε ό,τι αφορά τα στοιχεία για τον κοινωνικό αποκλεισμό, η Eurostat σημειώνει ότι λαμβάνονται υπόψη και τα άτομα που δηλώνουν αδυναμία σε καθημερινές λειτουργίες για πάνω από έξι μήνες, λόγω προβλημάτων υγείας.