Τα 5,9 Ρίχτερ το μεσημέρι της 7ης Σεπτεμβρίου 1999, φονικά για μερικούς συμπολίτες μας, άνοιξαν τους τοίχους και τελικά γκρέμισαν μια μονοκατοικία επί της οδού Δημοκρατίας στο Μενίδι. Φυσικά και δεν ήταν το μόνο κτίριο που υπέστη ζημιές, αλλά θα μπορούσε να πει κανείς ότι αποτελεί τυπικό παράδειγμα της ταλαιπωρίας εκείνων των ημερών, εκείνης της εποχής.
Η 57χρονη Ανδρομάχη Σιολή βρέθηκε σε καταυλισμό σεισμοπλήκτων στην Αμυγδαλέζα από τότε για να έχει κάπου να μείνει.
Έκτοτε, όμως και για μια δεκαετία, παραμένει στα λυόμενα. Δεν είναι η μόνη...
Εδώ και μια τέσσερα χρόνια, έπειτα από απόφαση του δήμου Αχαρνών και του ΥΠΕΧΩΔΕ, υποχρεώθηκε να μετακινηθεί, να φύγει από τον οικισμό Άξιον Εστί.
Το ίδιο και οι υπόλοιποι πληγέντες που παρέμεναν σε διάσπαρτους άλλους καταυλισμούς σεισμοπλήκτων της περιοχής (Πλάτωνος, Λαθέα και άλλοι), σε επιταγμένα οικόπεδα ιδιωτών, όπως γράφει η εφημερίδα "Τα Νέα".
Δεκαπέντε χρόνια μετά τον σεισμό της Αθήνας, περίπου 5.000 άνθρωποι εξακολουθούν να ζουν σε καταυλισμούς σεισμοπλήκτων.
Στον μεγαλύτερο καταυλισμό της Αττικής, ακριβώς δίπλα στο στρατόπεδο Καποτά, σε στρατιωτική έκταση στους πρόποδες της Πάρνηθας, έχουν απλωθεί 880 λουόμενα. Οι περισσότεροι ένοικοι δεν θα μπορούσαν να εξασφαλίσουν αλλού στέγη, αφού δεν έχουν ούτε δουλειά ούτε χρήματα για να νοικιάσουν. Μετά τον σεισμό ήρθε η κρίση.
"Η ζωή εδώ είναι με μια λέξη άθλια. Μένω με την 86χρονο ανάπηρη μάνα μου σε όλα κι όλα 23 τετραγωνικά μέτρα, μέσα εδώ είναι και η τουαλέτα-ντουζιέρα. Ζούμε με τη σύνταξή της, 500 ευρώ. Άλλους πόρους δεν έχω, είμαι και ανασφάλιστη", δηλώνει στην εφημερίδα η κ. Σιόλη.