Το άγαλμα του Γιαννούλη Χαλεπά “Κοιμωμένη” είναι το πλέον αναγνωρίσιμο σημείο και έργο στο Α' Νεκροταφείο Αθηνών.
Μετά από χρόνιο “συναγερμό” που είχαν σημάνει οι ιστορικοί και οι ειδικοί της τέχνης, το άγαλμα θα φύγει από το Α' Νεκροταφείο και θα μεταφερθεί στη Γλυπτοθήκη της Εθνικής Πινακοθήκης, στο Άλσος Στρατού, στου Γουδή, προκειμένου να υποβληθεί στις απαραίτητες εργασίες συντήρησης, αποκατάστασης και προστασίας του.
Η “Κοιμωμένη” έχει πέσει... θύμα βανδαλισμών στο παρελθόν ενώ οι καιρικές συνθήκες την “έτρωγαν” λίγο λίγο.
Λίγα όμως γνωρίζουν οι περισσότεροι για την ιστορία του αγάλματος αλλά και τη γυναίκα που βρίσκεται στον τάφο κάτω από την “Κοιμωμένη”.
Η πραγματική “Κοιμωμένη” λοιπόν είναι η Σοφία Αφεντάκη ή Σόφη, όπως την αποκαλούσαν οι οικείοι της. Γόνος γνωστής οικογένειας της Κιμώλου, η Σοφία Αφεντάκη πέθανε το 1873, σε ηλικία μόλις 18 ετών από τη μάστιγα της εποχής της, τη φυματίωση.
Η οικογένειά της παρήγγειλε στον γλύπτη Γιαννούλη Χαλεπά, από την Τήνο, να φιλοτεχνήσει ένα άγαλμα που θα κοσμούσε τον τάφο της πολύτιμης κόρης τους που έφυγε νωρίς.
Ο Χαλεπάς έφτιαξε την “Κοιμωμένη” Σοφία ξαπλωμένη, σε βαθύ ύπνο, με τα μαλλιά λυτά και τα πόδια λυγισμένα, να κρατά στο στήθος της ένα σταυρό.
Η παρατήρηση της μητέρας Αφεντάκη
Σύμφωνα με την ιστορία, η μητέρα της Σοφίας Αφεντάκη έκανε μια παρατήρηση στον Χαλεπά σχετικά με το σχήμα του προσώπου της κόρης της. Ο Χαλεπάς εξοργίστηκε σε τέτοιο βαθμό που με σφυρί έσπασε όλο το κεφάλι του αγάλματος και το έφτιαξε από την αρχή.
Το “φλερτ” του Χαλεπά με την τρέλα και το θάνατο
Η υγεία του και η ψυχική του ισορροπία είχαν όμως ήδη αρχίσει να καταρρέουν. Το 1888 εγκλείστηκε σε ψυχιατρείο, την Κέρκυρα, όπου έμεινε ως το 1902.
Μετά την έξοδό του από το ψυχιατρείο επέστρεψε στην Τήνο. Εκεί κατέστρεψε σχεδόν το σύνολο των έργων του. Αυτός αλλά και η μητέρα του – που θεωρούσε τη γλυπτική “υπεύθυνη” για την ασθένεια του γιου της – κατέστρεφαν όποιο έργο έφτιαχνε η σμίλη του εξέχοντος γλύπτη.
Μετά το θάνατο της μητέρας του επέστρεψε στο έργο του. Εκεί έγινε και η μεγάλη στροφή στην τέχνη του αφού τα έργα του δεν θυμίζουν σε τίποτα τον παλιό Χαλεπά. Το ύφος του είναι πλέον ελεύθερο, αυθόρμητο και πηγαίο, απαλλαγμένο από κάθε ακαδημαϊσμό. Τα έργα του επικεντρώνονται πλέον στην ουσία των συνθέσεων και όχι στη λεπτομερή επεξεργασία της επιφάνειας, την εκλέπτυνση ή την ωραιοποίηση.
Παρά την κλονισμένη του υγεία, πέθανε σε ηλικία 87 ετών, το 1938.