Στα 77.800 ευρώ ανέρχεται το ποσό που κατέβαλε το Υπουργείο Παιδείας ως εισφορά στο πρόγραμμα PISA (Programme for International Student Assessment) του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) για το έτος 2014. Παράλληλα συγκροτήθηκαν λίγο πριν το 2015 επιτροπές για τη διεξαγωγή της έρευνας PISA.
Σύμφωνα με τον προγραμματισμό ο διαγωνισμός PISA 2015 θα πραγματοποιηθεί το διάστημα από τις 2 Μαρτίου 2015 έως και 3 Απριλίου 2015 και θα συμμετάσχουν 231 δημόσια και ιδιωτικά Γυμνάσια, Γενικά Λύκεια και Επαγγελματικά Λύκεια ανά την Ελλάδα και 6.300 μαθητές. Τα σχολεία αυτά έχουν επιλεγεί με τυχαία δειγματοληψία. Η συμμετοχή των σχολικών μονάδων στην έρευνα είναι υποχρεωτική. Η έρευνα που αποτελείται από ένα γνωστικό τεστ και ένα ερωτηματολόγιο θα διεξαχθεί ηλεκτρονικά στο Σχολικό Εργαστήριο Πληροφορικής και Εφαρμογών Ηλεκτρονικών Υπολογιστών (Σ.Ε.Π.Ε.Η.Υ.) των σχολικών μονάδων.
Αν και όλα έχουν οργανωθεί και η Ελλάδα έχει καταβάλλει την ετήσια εισφορά της για το 2014 παρόλα αυτά υπάρχει το ενδεχόμενο να μην πραγματοποιηθεί ο διαγωνισμός όπως προκύπτει από ερώτηση που κατέθεσε στη Βουλή ο Βουλευτής του Ποταμιού κ. Μαυρωτάς. Μάλιστα ζητά να μάθει «αν είναι δυνατόν να μη μπορούν να εξασφαλιστούν από το Υπουργείο 15.000€ για έναν διαγωνισμό που γίνεται κάθε τρία χρόνια; Μήπως τελικά οι λόγοι μη συμμετοχής είναι αποκλειστικά και μόνο ιδεολογικοί (ο ΟΟΣΑ είναι για κάποιους ένας αντιδραστικός οργανισμός) και συντεχνιακοί (δε θέλουν οι συνδικαλιστικές ομοσπονδίες των εκπαιδευτικών να αξιολογείται το εκπαιδευτικό μας σύστημα); Αν ωστόσο πράγματι δεν υπάρχουν διαθέσιμα τα χρήματα στο Υπουργείο Παιδείας ας ζητηθούν ως χορηγία από κάποιο κοινωφελές ίδρυμα (το ποσό είναι όσο μια ετήσια υποτροφία από τις εκατοντάδες που δίνονται από τα κοινωφελή ιδρύματα)».
Όπως αναφέρεται και στο κείμενο που έχει αναρτηθεί στο δικτυακό χώρο του Ποταμιού «η ηγεσία του Υπουργείου Πολιτισμού, Παιδείας και Θρησκευμάτων ορμώμενη μάλλον από τις ιδεολογικές της διαφοροποιήσεις και με την παρότρυνση μέρους των συνδικαλιστικών ενώσεων της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης προσπαθεί να απομονώσει το χώρο της ελληνικής παιδείας από τα διεθνή δρώμενα και να αποσυνδέσει τις εποικοδομητικές διεπαφές του με τα εκπαιδευτικά συστήματα άλλων πιο προηγμένων χωρών.
Καλείται λοιπόν το Υπουργείο να μην υπονομεύει αλλά να υποστηρίξει τη συμμετοχή των ελληνικών σχολείων και μαθητών στο πρόγραμμα PISA και να μην κρύβεται πίσω από αστείες δικαιολογίες περί μη ύπαρξης του απαιτούμενου κονδυλίου των 15.000 €!
Το Ποτάμι από την αρχή έχει επισημάνει με τον πιο εμφατικό τρόπο και συνεχίζει και στο ελληνικό κοινοβούλιο να προτάσσει την Παιδεία ως ένα από τα βασικότερα εθνικά κεφάλαια τα οποία πρέπει να διαφυλάξουμε και να αυξήσουμε. Η Παιδεία διά μέσω όλων των βαθμίδων της αναμφισβήτητα έχει ιδιαίτερα σημαντικό και θετικό αντίκτυπο στην πρόοδο, την ανάπτυξη και την οικονομία της χώρας και η παρακολούθηση των διεθνών πρακτικών και η εξωστρέφεια είναι βασικά εργαλεία για τη βελτίωσή της».
Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της ερώτησης του Βουλευτή κ. Μαυρωτά:
Προς τον Υπουργό Πολιτισμού, Παιδείας και Θρησκευμάτων
ΘΕΜΑ: «Κίνδυνος μη συμμετοχής της Ελλάδας στον διαγωνισμό PISA υπό την αιγίδα του ΟΟΣΑ»
Σε δημοσιεύματα της 5/3/2015 εμφανίζεται το Υπουργείο Πολιτισμού, Παιδείας και Θρησκευμάτων να μη θέλει να συμμετάσχει η χώρα μας στον διεθνή διαγωνισμό PISA (Programme for International Student Assessment) ο οποίος τελείται υπό την αιγίδα του ΟΟΣΑ κάθε τρία χρόνια και αποσκοπεί στην αξιολόγηση των εκπαιδευτικών συστημάτων ανά τον κόσμο με βάση τις γνώσεις και τις δεξιότητες 15χρονων μαθητών (Γ’ γυμνασίου). Στον τελευταίο διαγωνισμό συμμετείχαν 65 χώρες, συμπεριλαμβανομένων ΟΛΩΝ των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Κάθε συμμετέχουσα χώρα έχει, λοιπόν, τη δυνατότητα να αντλεί μέσω του Προγράμματος αυτού χρήσιμα στοιχεία για το εκπαιδευτικό της σύστημα, κατορθώνει να κατανοεί τα θετικά στοιχεία και τις αδυναμίες του εκπαιδευτικού της σχεδιασμού και, εντέλει, ανατροφοδοτείται σχετικά με το βαθμό αποτελεσματικότητας του εκπαιδευτικού της έργου ανακαλύπτοντας και γνωρίζοντας ταυτόχρονα τις πρακτικές Εκπαίδευσης και Αγωγής των άλλων συμμετεχουσών χωρών.
Ο συγκεκριμένος θεσμός ξεκίνησε το 2000 και η Ελλάδα έχει συμμετάσχει σε όλους τους προηγούμενους 5 διαγωνισμούς μέχρι σήμερα. Οι επιδόσεις των Ελλήνων μαθητών ήταν σχετικά χαμηλές, δίνοντας ένα μήνυμα ότι κάπου υστερεί το εκπαιδευτικό μας σύστημα. Το Υπουργείο Πολιτισμού, Παιδείας και Θρησκευμάτων αντί να πάρει το μήνυμα προσπαθεί να «σκοτώσει τον αγγελιοφόρο», επιδιώκοντας τη μη συμμετοχή φέτος στον εν λόγω διαγωνισμό. Συνεπικουρούμενη από του συνδικαλιστικούς φορείς της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης (τοπικές ΕΛΜΕ και ΟΛΜΕ) οι οποίοι είναι αρνητικοί σε οποιαδήποτε έννοια αξιολόγησης και βρίσκονται πάντα κοντά στο αυτί της σημερινής ηγεσίας του Υπουργείου, επικαλείται αδυναμία κάλυψης των εξόδων που φτάνουν στο «αστρονομικό» ποσό των 15,000 €!
Μάλιστα η νέα ηγεσία του Υπουργείου δηλώνει ότι ο διαγωνισμός δεν έχει αξιολογηθεί εάν έχει αποδώσει. Μάλλον δικαιολογία αποτελεί αυτό, καθότι η νέα ηγεσία δεν μας έχει συνηθίσει στο να περιμένει την αξιολόγηση θεσμών και πρακτικών πριν αποφασίσει (π.χ. και ο θεσμός των Προτύπων και Πειραματικών Σχολείων δεν έχει αξιολογηθεί κι όμως έσπευσε να τον καταργήσει ουσιαστικά με τις αλλαγές που θέλει να επιβάλει).
Γνωρίζουμε ότι ο θεσμός της αξιολόγησης των μαθητών μέσω του διαγωνισμού PISA δεν είναι πανάκεια και χρησιμοποιείται κάποιες φορές με λάθος τρόπο. Όμως είναι ένας διαγωνισμός – εργαλείο για το εκπαιδευτικό μας σύστημα, ώστε να αξιοποιήσουμε τα πορίσματά του, να δούμε που συγκλίνουμε και που αποκλίνουμε με τις άλλες χώρες κάποιες από τις οποίες είναι αντικειμενικά πιο προηγμένες στα εκπαιδευτικά θέματα. Το να κρύβουμε το κεφάλι μας στην άμμο σαν την στρουθοκάμηλο στα εκπαιδευτικά ζητήματα και να κλεινόμαστε στη δική μας γυάλα, απομακρυνόμενοι από τις διεθνείς εξελίξεις είναι ότι χειρότερο για την Ελληνική εκπαίδευση. Αν το Grexit στην ελληνική οικονομία θα είναι μια πολύ κακή εξέλιξη, το Grexit στην ελληνική παιδεία θα είναι δυστυχώς πολύ χειρότερη.
Με βάση τα παραπάνω ερωτάται ο κ. Υπουργός:
1) Τη στιγμή που ως χώρα έχουμε πει ότι θα χρησιμοποιήσουμε την τεχνογνωσία του ΟΟΣΑ (μάλιστα ο κ. Πρωθυπουργός θα συναντήσει άμεσα τον επικεφαλής του ΟΟΣΑ κ. Γκουρία), είναι δυνατόν να αρνούμαστε τα εργαλεία του; Ποια η αξιοπιστία μας μετά απέναντι στους εταίρους μας όταν δε θέλουμε να συμμετάσχουμε ακόμα και σε τόσο απλά προγράμματα (με αμελητέο κόστος κι εύκολα στην εφαρμογή) στα οποία συμμετέχουν σχεδόν 70 χώρες ανά τον κόσμο;
2) Είναι δυνατόν να μη μπορούν να εξασφαλιστούν από το Υπουργείο 15.000€ για έναν διαγωνισμό που γίνεται κάθε τρία χρόνια; Μήπως τελικά οι λόγοι μη συμμετοχής είναι αποκλειστικά και μόνο ιδεολογικοί (ο ΟΟΣΑ είναι για κάποιους ένας αντιδραστικός οργανισμός) και συντεχνιακοί (δε θέλουν οι συνδικαλιστικές ομοσπονδίες των εκπαιδευτικών να αξιολογείται το εκπαιδευτικό μας σύστημα); Αν ωστόσο πράγματι δεν υπάρχουν διαθέσιμα τα χρήματα στο Υπουργείο Παιδείας ας ζητηθούν ως χορηγία από κάποιο κοινωφελές ίδρυμα (το ποσό είναι όσο μια ετήσια υποτροφία από τις εκατοντάδες που δίνονται από τα κοινωφελή ιδρύματα).
3) Τη στιγμή που συμμετέχουν ΟΛΕΣ οι χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης στον εν λόγω διαγωνισμό, θεωρεί σκόπιμο η Ελλάδα να απουσιάσει, παίζοντας πάλι το ρόλο του μαύρου προβάτου, αυτήν τη φορά σε θέματα Παιδείας;
4) Εν τέλει, σκοπεύει το Υπουργείο να προβεί στη διεξαγωγή του διαγωνισμού παρά τις περί του αντιθέτου εισηγήσεις των συνδικαλιστικών φορέων;