Πώς γίνονται οι διορισμοί των εκπαιδευτικών στις χώρες της Ε.Ε

Στην πρόταση του Υπουργείου Παιδείας της Κύπρου για το νέο σύστημα διορισμών  υπάρχει αναφορά στον τρόπο με τον οποίο γίνονται οι διορισμοί των εκπαιδευτικών στις άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης σύμφωνα με την έκθεση του Δικτύου Ευρυδίκη (2013).

Κύπρος και Λουξεμβούργο είναι οι μοναδικές χώρες που εφαρμόζουν το σύστημα διορισμού μέσω καταλόγου διοριστέων. Λίγες χώρες χρησιμοποιούν ανταγωνιστικές εξετάσεις ως τη μόνη μέθοδο για τις προσλήψεις (Ισπανία, Ελλάδα, Γαλλία και Μάλτα). Συνδυασμό ανοιχτής πρόσκλησης, ανταγωνιστικών εξετάσεων και καταλόγου υποψηφίων εφαρμόζουν το Βέλγιο, η Ιταλία και η Πορτογαλία.

Αν και πολλές χώρες προσφέρουν το καθεστώς του δημόσιου υπαλλήλου στους εκπαιδευτικούς, το ειδικό καθεστώς της σταδιοδρομίας του δημόσιου υπαλλήλου, με δυνατότητα απασχόλησης διά βίου ως τη μόνη δυνατότητα εργοδότησης, εφαρμόζεται σε μια μειοψηφία χωρών (Ισπανία, Ελλάδα, Γαλλία και Κύπρος). Συνολικά, φαίνεται ότι όλο και περισσότερο οι εκπαιδευτικοί προσλαμβάνονται μέσω ανοικτής πρόσληψης απευθείας από τους εργοδότες τους, οι οποίοι είναι συχνά τα σχολεία ή οι τοπικές εκπαιδευτικές αρχές. Σε αυτή την περίπτωση υπάρχει αποκεντρωμένη αρμοδιότητα, όπου οι φορείς αυτοί δημοσιοποιούν τις κενές θέσεις, δέχονται τις αιτήσεις και επιλέγουν τους υποψήφιους.

Στον πίνακα  που ακολουθεί παρουσιάζονται οι χώρες της Ε.Ε., με βάση τις διαδικασίες πρόσληψης των εκπαιδευτικών που υιοθετούν: (α) ανταγωνιστικές εξετάσεις, (β) ανοικτή πρόσληψη, (γ) κατάλογος υποψηφίων και (δ) συνδυασμό των πιο πάνω.

Ανταγωνιστικές εξετάσεις

Ανοικτή πρόσληψη

Κατάλογος υποψηφίων

Συνδυασμός

Γαλλία, Ελλάδα Ισπανία, Μάλτα

Αυστρία, Βουλγαρία, Γερμανία, Δανία, Εσθονία, Ηνωμένο Βασίλειο, Ιρλανδία, Λετονία, Λιθουανία Ολλανδία, Ουγγαρία, Πολωνία, Ρουμανία, Σλοβακία, Σουηδία, Τσεχία, Φινλανδία

Κύπρος, Λουξεμβούργο

Βέλγιο, Ιταλία, Πορτογαλία

Στην έκθεση του Δικτύου Ευρυδίκη γίνεται αναφορά και στο γεγονός ότι χρειάζεται μεγαλύτερη προσπάθεια προσέλκυσης νέων στο επάγγελμα του εκπαιδευτικού.

Για την Ελλάδα δεν υπάρχουν στοιχεία ωστόσο αναφέρεται ότι στη μεγάλη πλειονότητα των Ευρωπαϊκών χωρών υπάρχουν λιγότεροι εκπαιδευτικοί στις ομάδες ηλικίας κάτω των 40 ετών σε σύγκριση με τις ομάδες μεγαλύτερης ηλικίας. Στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, η εικόνα γηράσκοντος εκπαιδευτικού προσωπικού είναι ιδιαίτερα έντονη: σχεδόν οι μισοί εκπαιδευτικοί είναι ηλικίας άνω των 50 ετών στη Τσεχία, στη Γερμανία, στην Εσθονία, στην Ιταλία, στην Ολλανδία, στην Αυστρία, στη Νορβηγία και στην Ισλανδία. Εξάλλου, το ποσοστό εκπαιδευτικών κάτω των 30 ετών είναι ιδιαίτερα χαμηλό στη Γερμανία, στην Ιταλία και στη Σουηδία. Η κατάσταση αυτή, σε συνδυασμό με τη μείωση του αριθμού των αιτήσεων εκπαίδευσης για εκπαιδευτικούς, θα μπορούσε να καταλήξει σε έλλειψη εκπαιδευτικών, κάτι που καθιστά απαραίτητη την είσοδο νέων και προσοντούχων ανθρώπων στο εκπαιδευτικό επάγγελμα.

Κατά την τελευταία δεκαετία, η επίσημη ηλικία συνταξιοδότησης αυξήθηκε σε περίπου το ένα τρίτο των Ευρωπαϊκών χωρών. Στις περισσότερες από αυτές, οι εκπαιδευτικοί συνταξιοδοτούνται αμέσως μόλις τους δοθεί η ευκαιρία να το πράξουν. Ωστόσο, σε πολλές χώρες έχουν παύσει ισχύουσες οι ευκαιρίες συνταξιοδότησης πριν την επίσημα καθορισμένη ηλικία. Έτσι λοιπόν, οι εκπαιδευτικοί συνταξιοδοτούνται όταν έχουν συμπληρώσει τα απαιτούμενα χρόνια υπηρεσίας και έχουν φθάσει σε ηλικία κατοχύρωσης δικαιωμάτων πλήρους σύνταξης.

Οι περισσότερες χώρες έχουν υιοθετήσει μέτρα παρακολούθησης της προσφοράς και της ζήτησης εκπαιδευτικών. Αυτά μπορεί να είναι είτε ειδικά μέτρα αποβλέποντα στον προγραμματισμό, είτε γενικής φύσεως για την παρακολούθηση του εργατικού δυναμικού. Σε κάθε περίπτωση, τα μέτρα αποτελούν γενικά βραχυπρόθεσμες διευθετήσεις, σε ετήσια βάση και για την κάλυψη των άμεσων αναγκών. Ενδεχόμενη έλλειψη ή υπερπροσφορά θα μπορούσαν να προβλέπονται καλύτερα με πιο μακροπρόθεσμο σχεδιασμό.

 

Καλόγηρος Βασίλειος