Σε ποια σημεία του διατάγματος Γαβρόγλου διαπιστώνουν προβλήματα οι Σύμβουλοι της Επικρατείας
Τον κώδωνα του κινδύνου κρούουν με γνωμοδότησή τους οι Σύμβουλοι της Επικρατείας αναφορικά με το διάταγμα του υπουργού Παιδείας Κώστα Γαβρόγλου που έχει προκαλέσει ποικίλες αντιδράσεις, εντοπίζοντας πιθανά προβλήματα σε διάφορα θέματα, όπως αυτό του εκκλησιασμού, των ωρών διδασκαλίας των Θρησκευτικών, αλλά και της γιορτής των τριών Ιεραρχών.
Σύμφωνα με τις παρατηρήσεις των Συμβούλων της Επικρατείας, όσον αφορά στον εκκλησιασμό στα σχολεία, αυτός φαίνεται πως είτε οδεύει προς παντελή κατάργηση, είτε προς πραγματοποίησή του καθ’ υπέρβαση του εκπαιδευτικώς προσηκόντως μέτρου. Αντίθετα, το ΣτΕ δέχεται την κλήρωση των σημαιοφόρων με κλήρωση.
Ειδικότερα, το άρθρο 3 παράγραφος 4 του επίμαχου διατάγματος αναφέρει: «Σημαιοφόροι, παραστάτες και υπεύθυνοι για την κατάθεση στεφάνου ορίζονται μαθητές της ΣΤ΄ τάξης. Σημαιοφόροι ορίζονται δυο μαθητές της ΣΤ΄ τάξης, ο ένας για το χρονικό διάστημα μέχρι 31 Ιανουαρίου και ο άλλος από 1η Φεβρουαρίου μέχρι το τέλος του διδακτικού έτους. Η επιλογή σημαιοφόρων, παραστατών και υπευθύνων κατάθεσης στεφάνου πραγματοποιείται με κλήρωση ανάμεσα στο σύνολο των μαθητών της τάξης. Η κλήρωση διενεργείται παρουσία του συνόλου των μαθητών της ΣΤ΄ τάξης με ευθύνη του διευθυντή της σχολικής μονάδας ή του νόμιμου αναπληρωτή του και συντάσσεται σχετικό πρακτικό του Συλλόγου Διδασκόντων».
Ωστόσο, στην συνέχεια το Προεδρικό Διάταγμα επιφυλάσσει στον υπουργό Παιδείας το δικαίωμα να εκδώσει σχετική απόφαση με την οποία να καθορίζει τον τρόπο επιλογής των σημαιοφόρων, παραστατών και υπευθύνων κατάθεσης στεφάνου, εφόσον στο Δημοτικό λειτουργούν ένα και πάνω τμήματα της ΣΤ΄ τάξης, καθώς και «κάθε άλλο σχετικό θέμα εφαρμογής της παρούσας παραγράφου», δηλαδή για θέματα που έχουν σχέση με τους σημαιοφόρους, κ.λπ. Ωστόσο, το επίμαχο διάταγμα δεν προβλέπει αναπληρωματικούς παραστάτες ή σημαιοφόρο, και η γνωμοδότησή του ΣτΕ είναι ότι η κλήρωση θα γίνεται δύο φορές, αφού οι σημαιοφόροι και οι παραστάτες θα πρέπει να κληρώνονται δύο φορές το χρόνο σε περίπτωση που λόγω ασθένειας, δεν καταφέρει κάποιος μαθητής να παρευρεθεί.
Όσον αφορά στην έπαρση σημαίας, σύμφωνα με το Προεδρικό Διάταγμα, η σημαία θα υψώνεται μία φορά την εβδομάδα και θα παραμένει ανηρτημένη στον ιστό του σχολείου, όπως συμβαίνει σε όλες τις δημόσιες υπηρεσίες, γεγονός που σημαίνει ότι δεν θα γίνεται καθημερινά η ανάκρουση του εθνικού ύμνου.
Για τη γιορτή των Τριών Ιεραρχών, το διάταγμα αναφέρει ότι οι σύλλογοι των δασκάλων θα είναι αυτοί που θα αποφασίζουν το περιεχόμενο των εκδηλώσεων που θα λαμβάνουν χώρα εκείνη την ημέρα (30 Ιανουαρίου). Στη γνωμοδότησή τους οι Σύμβουλοι της Επικρατείας επισημαίνουν αυτήν την ιδιαιτερότητα, θέτοντας θέμα συνταγματικότητας της σχετικής παραγράφου, καθώς στο διάταγμα ο υπουργός
Παιδείας δεν έχει κάνει καμία πρόβλεψη για τη συμμετοχή ή όχι των ετεροδόξων και αλλοθρήσκων στους ελληνικούς θρησκευτικούς εορτασμούς.
Όπως αναφέρουν χαρακτηριστικά: «Τίθεται ως διαδικαστική προϋπόθεση για τον εορτασμό, ειδικώς αυτής της εορτής και όχι των λοιπών, η λήψη προηγούμενης απόφασης του Συλλόγου Διδασκόντων, που θα καθορίζει το περιεχόμενο των εορταστικών εκδηλώσεων, χωρίς να επεξηγείται ο λόγος που δικαιολογεί τη θέσπιση της προϋπόθεσης αυτής, δεδομένου ότι δεν τίθεται ανάλογη προϋπόθεση για τις άλλες εορτές που αναφέρονται στη ίδια ακριβώς παράγραφο (εορτασμών εθνικών εορτών της 28ης Οκτωβρίου και της 25ης Μαρτίου, 17ης Νοεμβρίου για την επέτειο του Πολυτεχνείου, τον αντιδικτατορικό αγώνα και την Εθνική Αντίσταση)».
Και συνεχίζει το ΣτΕ: «Περαιτέρω η διατύπωση «οργάνωση εκδηλώσεων που συνάδουν με το περιεχόμενο της εορτής, εκκλησιασμός, κ.ά.», είναι αόριστος ενόψει άλλωστε του ότι πρόκειται για γιορτή θρησκευτικού κυρίως χαρακτήρα. Για το λόγο αυτό είναι αναγκαίο να ρυθμιστεί, ενόψει της κατοχυρωμένης στο άρθρο 13 παράγραφος 1 του Συντάγματος ελευθερίας της θρησκευτικής συνείδησης και το θέμα του τρόπου συμμετοχής ή μη των ετεροδόξων και αλλοθρήσκων μαθητών κατά τις σχετικές εκδηλώσεις».
Όσον αφορά στον εκκλησιασμό, το διάταγμα ανάφερει ότι «Εκκλησιασμός πραγματοποιείται κατά σχολείο ή τάξη με τη συνοδεία των εκπαιδευτικών ύστερα από σχετική απόφαση του Συλλόγου Διδασκόντων». Στη γνωμοδότησή τους οι Σύμβουλοι της Επικρατείας επισημαίνουν ότι η ρύθμιση είναι ατελής, καθώς «δεν προσδιορίζονται οι ημέρες ή τα γεγονότα επ΄ ευκαιρία των οποίων είναι ενδεδειγμένο ή δυνατό να πραγματοποιείται εκκλησιασμός» και υπογραμμίζουν: «Η έλλειψη σχετικής πρόβλεψης και εν γένει απουσία καθορισμού συγκεκριμένων κριτηρίων για τη λήψη της απόφασης του Συλλόγου Διδασκόντων, καθιστά αόριστη την ρύθμιση, διότι επιτρέπει είτε χωρίς κριτήρια παντελή κατάργηση του εκκλησιασμού είτε, αντιθέτως την πραγματοποίηση εκκλησιασμού καθ΄ υπέρβαση του εκπαιδευτικώς προσηκόντως μέτρου. Επομένως, η ρύθμιση αυτή πρέπει να συμπληρωθεί, ώστε να καταστεί ορισμένη».
Για την προσευχή που θα γίνεται κάθε ημέρα πριν από την έναρξη των μαθημάτων δεν υπάρχει κάποια παρατήρηση από το ΣτΕ, ενώ για το μάθημα των Θρησκευτικών, το διάταγμα Γαβρόγλου στο άρθρο 11 προβλέπει ότι οι ώρες διδασκαλίας του μαθήματος στην Ε΄ και ΣΤ΄ τάξη του Δημοτικού θα είναι μία ώρα την εβδομάδα, όπως προέβλεπε και παλαιότερη απόφαση του υπουργού Παιδείας του περασμένου έτους. Όμως, οι σύμβουλοι Επικρατείας υπενθυμίζουν στον υπουργό Παιδείας ότι εκκρεμεί στο ΣτΕ αίτηση ακύρωσης (έχει συζητηθεί τον Σεπτέμβριο του 2016) και αναμένεται η έκδοση της σχετικής απόφασης για τις ώρες διδασκαλίας του μαθήματος των θρησκευτικών στις δύο τελευταίες τάξεις του Δημοτικού. Κατά συνέπεια, σημειώνει το Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο, σε περίπτωση που γίνει από το ΣτΕ δεκτή η εν λόγω αίτηση ακύρωσης θα πρέπει το υπουργείο Παιδείας να επιφέρει τις ανάλογες τροποποιήσεις στο Προεδρικό Διάταγμα «στο πλαίσιο της υποχρέωσης συμμόρφωσης προς το περιεχόμενο της τυχόν ακυρωτικής απόφασης».