Τι περιμένουν οι επιστήμονες μετά τη σεισμική δόνηση που προκάλεσε τεράστιες καταστροφές στο νησί
Ο σεισμός της Κω δεν διαφοροποιείται από τον πρόσφατο σεισμό της Λέσβου και από άλλους σεισμούς που έχουν καταγραφεί στην ίδια περιοχή, καθώς πρόκειται για ακόμη έναν επιφανειακό σεισμό, που σημειώνεται σε σχετικά μικρά βάθη (10-15 χλμ), δήλωσε στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο καθηγητής Γεωφυσικής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, Κώστας Παπαζάχος. Ωστόσο, επέστησε την προσοχή των κατοίκων του νησιού για μία «φυσική ακολουθία» μετασεισμών που μπορεί να φτάσει σε μεγέθη ακόμη και των 6 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ.
«Οι σεισμικές ακολουθίες μπορεί να συνεχιστούν για μία εβδομάδα με 10 μέρες ακόμη, δίνοντας 50 ή και 100 μετασεισμούς. Περίπου τα τρία τέταρτα των μετασεισμών θα έχουν εξαντληθεί μέχρι τα τέλη του Ιουλίου, ωστόσο, ίσως να συνεχιστούν με μικρότερη ένταση και τους επόμενους μήνες» ανέφερε ο κ. Παπαζάχος.
Σε ό,τι αφορά το μέγεθος αυτών των μετασεισμών εκτίμησε ότι πιθανώς να είναι της τάξης των 4,5 ή και 6 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ, γι' αυτό τόνισε ότι «καθώς ένας μετασεισμός είναι δυνητικά επικίνδυνος, θεωρείται αδιανόητη η κατοίκηση σπιτιών ή κτιρίων που δεν έχουν ελεγχθεί ή έχουν κριθεί ακατάλληλα».
Σύμφωνα με τον καθηγητή, το μέγεθος του σεισμού της Κω, όπως εκτιμάται από το σύνολο μετρήσεων των σεισμογράφων, υπολογίζεται στους 6,6 βαθμούς της κλίμακας Ρίχτερ. «Μιλάμε για το γνωστό ρήγμα της χερσονήσου της Αλικαρνασσού. Είναι ένα μεγάλο ρήγμα, μήκους 50χλμ» σημείωσε και θύμισε τον μεγάλο σεισμό από το ίδιο ρήγμα, το 1933, μεγέθους 6,8 βαθμών, που είχε αρκετούς νεκρούς και τραυματίες, όπως και του 1941 και του 1968, μεγέθους 6 βαθμών.
Σχετικά με το ενδεχόμενο ενεργοποίησης άλλων γειτονικών ρηγμάτων, ο κ. Παπαζάχος είπε ότι πάντα είναι υπαρκτή μία τέτοια πιθανότητα, αλλά δεν μπορεί ούτε να προσδιοριστεί, ούτε να εκτιμηθεί κάτι τέτοιο. Επισήμανε, εξάλλου, ότι το ρήγμα της Αλικαρνασσού έχει διάφορες προεκτάσεις, τόσο ανατολικά, όσο και δυτικά. «Μόνο ως πιθανότητα μπορεί να ληφθεί υπόψη, στη διάρκεια της μετασεισμικής ακολουθίας, κάτι όμως που έχει επιστημονικό ενδιαφέρον και όχι πρακτικό», υπογράμμισε.
Ενθαρρυντικά τα δεδομένα για τον δομικό ιστό της Κω, σύμφωνα με το ΙΤΣΑΚ.
Σύμφωνα με τα δεδομένα του πανελλαδικού δικτύου επιταχυνσιογράφων του Ινστιτούτου Τεχνικής Σεισμολογίας και Αντισεισμικών Κατασκευών (ΙΤΣΑΚ), η κατάσταση φαίνεται ενθαρρυντική για τον δομικό ιστό του νησιού, καθώς δεν παρατηρούνται βλάβες στα φέροντα υλικά της πλειοψηφίας των κτιρίων (σκυρόδεμα), παρά μόνο σε τοιχοποιίες.
«Σύμφωνα με τα δεδομένα που έδωσε ο σταθμός της Ρόδου, η επιτάχυνση, δηλαδή η ενέργεια ή η δύναμη με την οποία χτύπησε ο σεισμός τα κτίρια στη χώρα της Κω, υπολογίζεται στο 18-19%, δηλαδή κάτω από τις προδιαγραφές του αντισεισμικού κανονισμού του 1995. Στα δυτικά του νησιού η δύναμη αυτή ήταν μικρότερη και στα παράλια της Τουρκίας η τιμή υπολογίζεται στο 16%» δήλωσε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο διευθυντής ερευνών του ΙΤΣΑΚ και πρόεδρος της Επιτροπής Φυσικών Καταστροφών του Τεχνικού Επιμελητηρίου, Βασίλης Λεκκίδης.
Εξήγησε ότι η Κως, όπως επίσης η Κρήτη, η Μυτιλήνη και η Ρόδος βρίσκονται στη δεύτερη ζώνη αντισεισμικού κανονισμού των κτιρίων (0-24 G).
Σε ό,τι αφορά τις βλάβες που υπέστη το κεντρικό λιμάνι της Κω, ο κ. Λεκκίδης ανέφερε ότι δεν υπήρχε κάποιο πρόβλημα στον σχεδιασμό του, αλλά στην κατευθυντικότητα της σεισμικής ενέργειας, η οποία προκειμένου να εκτονωθεί προκάλεσε την μετατόπιση του κρηπιδώματος. «Η μία άκρη του ρήγματος ξεκινά από το λιμάνι και σβήνει σε περίπου 40 χλμ ανατολικά, στα παράλια της Τουρκίας» υποστήριξε ο κ. Λεκκίδης, εξηγώντας την επιτάχυνση της έντασης σε αυτό το σημείο του λιμανιού, που έπαιξε ρόλο στις ζημιές τις οποίες υπέστη.
Για το κτίριο εντός του χώρου του λιμανιού, που είχε τη μεγαλύτερη καταστροφή, σημείωσε ότι ήταν κατασκευασμένο με βάση τους παλιούς αντισεισμικούς σχεδιασμούς. Γενικότερα, για τα ξενοδοχειακά συγκροτήματα στα παράλια του νησιού ο κ. Λεκκίδης είπε ότι δεν δείχνουν να είναι στατικά επικίνδυνα, αφού δεν έχουν υποστεί βλάβες στον φέροντα μηχανισμό τους.
Για τυχόν κινδύνους σε κτίρια του νησιού από το ενδεχόμενο ενός μεγάλου μεγέθους μετασεισμού εμφανίστηκε καθησυχαστικός, αφού τυχόν βλάβες στην τοιχοποιία δεν σημαίνει ότι μειώνουν την πρωτογενή αντοχή του κτιρίου.