Πώς περιέγραψε τα γεγονότα η 27χρονη στο δικαστήριο
Τη δική της εκδοχή για το μοιραίο βράδυ της δολοφονίας έδωσε στην απολογία της η λεγόμενη «φόνισσα του Κορωπίου». Η 27χρονη έστρεψε τα βέλη της προς τον σύντροφο της και πατέρα των δυο παιδιών της και τον υπέδειξε ως «μοιραίο άνδρα» και για τις δυο γυναίκες.
Της Μαρίας Ζαχαροπούλου
Μαυροφορεμένη, με ένα σταυρό να κρέμεται στο λαιμό της και πολλές φορές να ξεσπά σε κλάματα, η 27χρονη ισχυρίστηκε πως το βράδυ της 3ης Αυγούστου 2016 δέχτηκε επίθεση από το θύμα, το οποίο απείλησε το παιδί της, αλλά όταν κλήθηκε να δώσει λεπτομέρειες για τη στιγμή του εγκλήματος επαναλάμβανε πως δεν θυμάται. «Τρελάθηκα», έλεγε και ξαναέλεγε.
«Δεν ξέρω πως να αποκαλέσω αυτό τον άνθρωπο (σ.σ. το σύντροφο της). Δεν ξέρω αν η ζωή υπήρχε όταν ήμουν μαζί του, δεν έβλεπα τίποτα άλλο... με είχε τυφλώσει ο έρωτας. Μακάρι να μπορούσα να γυρίσω το χρόνο πίσω, έφυγε από τη ζωή μια γυναίκα και έμειναν ορφανά δυο παιδιά... Εδώ έμαθα πολλά πράγματα που δεν ήξερα», είπε κλαίγοντας.
Η κατηγορούμενη ισχυρίστηκε πως έμαθε ότι ο σύντροφός της, τον οποίο αποκαλούσε συνεχώς «κύριο», ήταν παντρεμένος το 2014. Ήταν, ήδη, έγκυος στο πρώτο τους παιδί και η γνωριμία τους είχε ξεκινήσει τέσσερα χρόνια νωρίτερα. «Μου έλεγε θα το τακτοποιήσω μην ανησυχείς, ότι έμενε στο σπίτι για τα παιδιά και δεν είχε σχέση με τη γυναίκα του. Του ζητούσα να ξεκαθαρίσει τα πράγματα και έλεγε "αύριο , αύριο". Στη συνέχεια έλεγε ότι η γυναίκα του τον απειλούσε... Μου έλεγε ότι εκείνη δεν το άφηνε να φύγει. Εκείνος είχε πάρει διαζύγιο και εγώ δεν το ήξερα. Δεν μου το είχε πει», υποστήριξε η 27χρονη και επιχείρησε να εμφανίσει την ίδια ως θύμα της 35χρονης γυναίκας η οποία, όπως είπε, την απειλούσε και της έκανε επεισόδια έξω από το σπίτι της.
Παράλληλα, αρνήθηκε κατηγορηματικά πως απειλούσε το θύμα και παραμόνευε έξω από το σπίτι του, όπως κατέθεσαν οι μάρτυρες. «Εκείνη με απειλούσε. Ερχόταν έξω από το σπίτι μου και έκανε φασαρία. Έλεγε "θα σας σκοτώσω τα μπάσταρδα..."».
«Βγάλτε τον αλήτη έξω , κατέστρεψε δυο οικογένειες. Κάθαρμα!»
«Άλλα λέει τώρα και άλλα μετά (σ.σ. ο σύντροφος της). Ξέρετε πότε ξεκαθάρισα, και έβαλα το μυαλό μου να σκεφτεί; Όταν πήγα στη φυλακή. Κατάλαβα πόσο ζώον ήμουν. Κατέστρεψα τη ζωή μου και μια γυναίκα και τα παιδιά της», είπε σε ένα ξέσπασμά της, κλαίγοντας, η κατηγορούμενη για να ακούσει τον πατέρα της από την άλλη άκρη της αίθουσας να της φωνάζει «και γιατί δεν μου μιλούσες;». Η 27χρονη σε παραλήρημα άρχισε να ουρλιάζει «Δεν μπορώ... Συγγνώμη μπαμπά μου» και εκείνος στράφηκε προς τον σύντροφό της που παρακολουθούσε ατάραχος.
«Βγάλτε τον αλήτη έξω, κατέστρεψε δυο οικογένειες. Κάθαρμα!", φώναξε και πλησίασε την κόρη του που είχε καθίσει στο εδώλιο, καθώς το δικαστήριο είχε διακόψει. Ο πατέρας της κατηγορουμένης την αγκάλιασε, ενώ εκείνη εξακολουθούσε να κλαίει ζητώντας συγγνώμη και στη συνέχεια κινήθηκε για να επιτεθεί στον σύντροφό της, αλλά τον συγκράτησαν οι αστυνομικοί.
«Να τη χειροκροτήσουμε . Ωραίο θέατρο», είπαν οι συγγενείς του θύματος βγαίνοντας από τη δικαστική αίθουσα.
«Τρελάθηκα»
Όταν το δικαστήριο ανέβηκε και πάλι την έδρα, η 27χρονη μίλησε για το βράδυ που επιτέθηκε με το μαχαίρι, που εέχε αγοράσει την προηγούμενη ημέρα, στην 35χρονη γυναίκα. Ισχυρίστηκε πως ήταν εκείνη που τη σταμάτησε την ώρα που περνούσε έξω από το σπίτι της, με το αυτοκίνητο, επιστρέφοντας στο συνεργείο του συντρόφου της που βρισκόταν πολύ κοντά.
«Βγήκα έξω από το αυτοκίνητο τρέχοντας, είχε ανοίξει την πόρτα του παιδιού και το είχε πάρει στα χέρια της. Εκείνο ούρλιαζε. Ήθελε να χτυπήσει το παιδί μου. Της το τράβηξα από τα χέρια. Με απειλούσε, μου έλεγε "θα το σκοτώσω". Για κακή μου τύχη το μαχαίρι ήταν μαζί με άλλα ψώνια στο αυτοκίνητο. Δεν ξέρω πώς αντέδρασε το μυαλό μου εκείνη την ώρα. Πήρα το μαχαίρι. Με τράβαγε, με έσπρωχνε, μου έσκισε το φόρεμα. Εγώ την έσπρωξα. Τρελάθηκα. Πήρα το μαχαίρι που ήταν κάτω από το μπροστινό κάθισμα από την προηγούμενη ημέρα που το είχα αγοράσει, είχα ζητήσει ένα μαχαίρι ξεκοκαλίσματος για το κρέας των παιδιών. Είχα αφήσει όλα τα ψώνια της προηγούμενης μέρας στο αυτοκίνητο... Φώναζα, και εγώ δεν ξέρω τι λόγια είπαμε. Είχα τρελαθεί, παλεύαμε, προσπαθούσε να αρπάξει το μαχαίρι».
Πρόεδρος: Μα το μαχαίρι ήταν στη συσκευασία του.
Κατηγορούμενη: Είχε μια διαφάνεια, μια ζελατίνα.
(σ.σ. η πρόεδρος της δείχνει τη συσκευασία του μαχαιριού)
Πρόεδρος: Πώς το ανοίξατε; Όλα γίνονταν πολύ γρήγορα.
Κατηγορούμενη : Έτσι ακριβώς...
Πρόεδρος : Μα ήταν μια συσκευασία κλειστή.
Κατηγορούμενη: Είχε έξω τη λαβή, η θανούσα με τράβαγε, την τραυμάτισα.
Πρόεδρος: Πήρατε το μαχαίρι και τι κάνατε;
Κατηγορούμενη: Δεν θυμάμαι.
Πρόεδρος: Τι θυμάστε τότε;
Κατηγορούμενη: Μου είπε «εσύ θα σκοτώσεις εμένα;». Με έσπρωχνε, προσπαθούσε να μου πάρει το μαχαίρι, να με αποκρούσει.
Πρόεδρος: Ποια είναι η κίνηση που κάνατε όταν κρατούσατε το μαχαίρι απέναντι στη θανούσα;
Κατηγορούμενη: Δεν θυμάμαι.
Πρόεδρος: Το αίμα βρίσκεται εντός της αυλής του σπιτιού της. Πώς φτάσατε μέχρι εκεί;
Κατηγορούμενη: Αρχίσαμε να παλεύουμε με το μαχαίρι και φώναζε τα παιδιά της. Φτάσαμε στην αυλή μαζί και οι δυο μέσα.
Πρόεδρος: Σας τραβούσε η θανούσα;
Κατηγορούμενη: Μαζί...
Πρόεδρος: Τι έγινε εκεί;
Κατηγορούμενη: Δεν ξέρω πόσες φορές την χτύπησα, ό,τι άκουσα το άκουσα την επόμενη.
Πρόεδρος: Ήταν τα παιδιά της στο σπίτι, τα αντιληφθήκατε;
Κατηγορούμενη: (κλαίει) Ήρθαν προς το τέλος.
Πρόεδρος: Όταν χτυπούσατε τη θανούσα με το μαχαίρι είχε πέσει κάτω;
Κατηγορούμενη: Όχι, ήταν όρθια... Εγώ θυμάμαι το Γιάννη που ήρθε και φώναζε και με τράβηξε μακριά της. Δεν κατάλαβα τα παιδιά...
Πρόεδρος: Εσείς τι κάνατε;
Κατηγορούμενη: Πήρα το αμάξι, πανικοβλήθηκα, σηκώθηκα και έφυγα.
Πρόεδρος : Η θανούσα;
Κατηγορούμενη: Ήταν όρθια.
Πρόεδρος: Μετά φεύγοντας ...
Κατηγορούμενη: Δε θυμάμαι τα σημεία που πήγα. Πήγα προς το Κορωπί;
Πρόεδρος: Επικοινωνήσατε με κανένα;
Κατηγορούμενη: Δε θυμάμαι...
(..,)
«Κατέστρεψα την οικογένεια, τα παιδιά της, την αδελφή της. Θόλωσα, τρελάθηκα, αλήθεια σας λέω... Δεν είχα βάλει σκοπό να σκοτώσω έναν άνθρωπο, να τη χτυπήσω στην καρδιά. Στεναχωριέμαι για τα παιδιά που έχουν μείνει χωρίς μητέρα. Μακάρι να μπορούσα να τη φέρω πίσω. Κουβαλάω και εγώ μεγάλο σταυρό», είπε κλείνοντας την απολογία της.
Νωρίτερα, κατέθεσαν μάρτυρες υπεράσπισής της οι οποίοι υποστήριξαν πως γνώριζαν ότι η κατηγορούμενη δεχόταν απειλές από το θύμα. «Ήταν το πιο ήσυχο παιδί της γειτονιάς», είπε χαρακτηριστικά ένας οικογενειακός φίλος.
Η δίκη θα συνεχιστεί τη Δευτέρα.