Δίκη για την φονική φωτιά στο Μάτι: «Γινόταν της κακομοίρας»

Δίκη για την φονική φωτιά στο Μάτι: «Γινόταν της κακομοίρας»

Τι υποστήριξε στην απολογία του ο κατηγορούμενος τότε δήμαρχος Μαραθώνα Ηλίας Ψινάκης

Με την απολογία του Ηλία Ψινάκη που ήταν δήμαρχος Μαραθώνα την ημέρα της φονικής πυρκαγιάς στο Μάτι, συνεχίστηκε η δίκη ενώπιον του Εφετείου.

Ο πρώην δήμαρχος υπεραμύνθηκε των ενεργειών των υπηρεσιών του δήμου και της προετοιμασίας που είχαν κάνει, σημειώνοντας πως όταν ανέλαβε «ήταν ένα εντελώς ανεκμετάλλευτο διεθνές brand name». Ο στόχος ήταν, όπως είπε ο κατηγορούμενος, «ένας λειτουργικός Δήμος». «Ο Μαραθώνας ακούστηκε με την δουλειά που κάναμε. Είχε να ακουστεί από το 490 π.Χ.» ανέφερε χαρακτηριστικά, σημειώνοντας ότι «όλο αυτό το έκανα πραγματικά γιατί το ήθελα, δεν είχα καμία ανάγκη να βγάλω λεφτά. Αντίθετα θα έλεγα...».

Την μοιραία ημέρα ο Ηλίας Ψινάκης απουσίαζε σε διακοπές και όταν ενημερώθηκε από τη γραμματέα του «πολύ νωρίς, στις πέντε και κάτι» προσπάθησε να επιστρέψει ακόμη και με ελικόπτερο, αλλά υπήρχε απαγορευτικό. Τελικά, κατάφερε να γυρίσει την επομένη τα ξημερώματα με ένα μεγάλο φουσκωτό. Αναφερόμενος στο τι προηγήθηκε, είπε πως «γινόταν της κακομοίρας», καθώς στον τότε Αντιδήμαρχο Καθαριότητας και Πολιτικής Προστασίας του Δήμου, Βάϊο Θανασιά, με τον οποίο είχε άριστη συνεργασία, «δεν απαντούσε ούτε η Πυροσβεστική, ούτε η Αστυνομία».

«Δεν έβρισκε κανέναν. Γινόταν της κακομοίρας...» υπογράμμισε, συμπληρώνοντας πως «το δυστύχημα σε αυτήν περιοχή είναι ότι έχει πεύκα, είναι δασική και δεν μπορείς να κάνεις τίποτα, αν δεν πάρεις άδεια από το Δασαρχείο. Δεν αγγίζεις πεύκο». Ο Ηλίας Ψινάκης απαντώντας σε ερωτήσεις σχετικά με την οργανωμένη απομάκρυνση των πολιτών της περιοχής, ανέφερε πως ο Δήμος σε αυτές τις περιπτώσεις έχει υποστηρικτικό ρόλο. «Αν δεν έχει δώσει εισήγηση η Πυροσβεστική, δεν μπορεί να πάρει τον κόσμο. Εμπλέκονταν δύο Δήμοι πλέον, η απόφαση ήταν στην Περιφέρεια, εφόσον εισηγούνταν η Πυροσβεστική» είπε και συμπλήρωσε «πώς θα πείσουμε κάποιον να φύγει; Σας λέω παράδειγμα την μάνα μου. Δεν θα έφευγε. Πολλοί ήταν στα σπίτια τους και έριχναν νερά».

Ο κατηγορούμενος υποστήριξε, πως αν υπήρχε εισήγηση από την Πυροσβεστική, ο Δήμος είχε τη δυνατότητα μεταφοράς πολιτών στην πρώην αμερικανική βάση. «Είχαμε 30 οχήματα και 50 άτομα προσωπικό και εφόσον μας υποδείκνυαν διαδρομές, μπορούσαμε. Άλλωστε μας συνδράμουν» σημείωσε.

Σύνεδρος: Στις 6 μ.μ. θα μπορούσατε;
Κατηγορούμενος: Αυτό δεν το ξέρω. Δεν ξέρω πώς ακριβώς ήταν η κατάσταση.

Ο Ηλίας Ψινάκης δέχτηκε σειρά ερωτήσεων και για το τηλεφώνημα που έκανε εκείνο το απόγευμα ο αστυνομικός του στην Πυροσβεστική.

Πρόεδρος: Πήρε ο αστυνομικός σας την Πυροσβεστική και είπε ότι καίγεται το σπίτι σας;
Κατηγορούμενος: Εγώ όταν έφυγα, άφησα τους αστυνομικούς, όλους πίσω. Η μητέρα μου δεν με έβρισκε και πήρε τον αστυνομικό μου. Η μαμά δεν ήξερε, ότι είχε φωτιά παντού. Ο αστυνομικός μου πήρε την Πυροσβεστική και ενημέρωσε, ότι στο σπίτι έχει φωτιά και του λένε ότι "εδώ καίγεται όλη η περιοχή" και το έκλεισε.

«Ο κόσμος ήταν σε κατάσταση σοκ»

Τη σκυτάλη των απολογιών πήρε ο Αντιδήμαρχος Καθαριότητας και Πολιτικής Προστασίας, Βάϊος Θανασιάς, ο οποίος απευθύνθηκε στους συγγενείς των ανθρώπων που χάθηκαν λέγοντας πως αισθάνεται «βαριά θλίψη για τους ανθρώπους που χάθηκαν στην τραγική πυρκαγιά και έχω πλήρη ενσυναίσθηση και σεβασμό για τους οικείους τους». Ο κατηγορούμενος ζήτησε από τους δικαστές να τον απαλλάξουν, γιατί όπως είπε «πραγματικά εκείνη την ημέρα έκανα ό, τι μπορούσα».

Ο κ. Θανασιάς μίλησε για το πρώτο επιχειρησιακό σχέδιο του Δήμου που καταρτίστηκε τον Φεβρουάριο του 2018 και τους καθαρισμούς που έγιναν. «Εμείς ήμασταν συντονισμένοι και σε ετοιμότητα» τόνισε ανακαλώντας στη μνήμη του το απόγευμα της τραγωδίας. «Εκείνη τη μέρα η υπάλληλος της Πολιτικής Προστασίας ήταν στο τηλεφωνικό κέντρο. Όλοι, καθ’ όλη την διάρκεια ήμασταν στις θέσεις μας. Ότι είχαμε, το διαθέσαμε όπου μας ζητήθηκε. Οι δασοπυροσβέστες μας ήταν στο πεδίο... Δεν μας ζητήθηκε κάτι ώστε να πρέπει να το ζητήσουμε από την Περιφέρεια» ανέφερε συμπληρώνοντας ότι δεν τους δόθηκε καμία πληροφορία για την ενημέρωση του κόσμου και την ένταση της φωτιάς.

Ο κατηγορούμενος είπε πως από νωρίς το πρωί όλες οι υπηρεσίες ήταν σε επιφυλακή λόγω της επικινδυνότητας της ημέρας. Εκείνο το απόγευμα, ανέφερε, κάλεσε το 199 λέγοντας πως έχει φωτιά στα όρια του Δήμου και δεν βλέπει εναέρια, ζητώντας ενισχύσεις. «Με ρώτησαν από πού πρέπει να πάνε. Κανείς δεν είχε καμία πληροφόρηση» υπογράμμισε και συνέχισε: «Γύρω στις 18:30 με 19:00, η φωτιά κατεβαίνει από Νέο Βουτζά στην Μαραθώνος. Πήγα και είδα τεράστιες φλόγες και κουκουνάρια να πετάγονταν στην Λεωφόρο που θεωρούνταν αντιπυρική ζώνη…».

Σύμφωνα με τον κατηγορούμενο, ο Δήμος του διέθεσε δυο πούλμαν που ζητήθηκαν, ενώ ήδη η φωτιά είχε φτάσει στη θάλασσα. «Πήγαμε με πούλμαν στο Μάτι. Δεν μπορώ να σας περιγράψω αυτό που αντικρίσαμε. Καμένα καλώδια, στάχτες παντού, άνθρωποι να τρέχουν αλλόφρονες. Ακόμη δεν ξέραμε, ούτε φανταζόμασταν ότι υπήρχαν νεκροί… Ο κόσμος ήταν σε κατάσταση σοκ και δεν έμπαινε στα πούλμαν. Δεν ήθελαν να πάνε πουθενά… Στο δημοτικό κατάστημα Νέας Μάκρης ερχόταν κόσμος. Πολύς κόσμος. Έρχονταν ακόμη και από ξένες πρεσβείες, αναζητούσαν πολίτες τους» ανέφερε και πρόσθεσε: «Τις επόμενες μέρες και για πολλά χρόνια φιλοξενούσαμε ανθρώπους στις κατασκηνώσεις μας. Βρέθηκαν άνθρωποι χωρίς σπίτι και μέχρι να φτιάξουν άλλο ή να αποκαταστήσουν, εξασφαλίσαμε στέγη και συσσίτια. Από την μια στιγμή στην άλλη βρέθηκαν άνθρωποι στον δρόμο, άνθρωποι έφυγαν από την ζωή…».

Μαρία Ζαχαροπούλου