Εκζητείται για λαθρεμπορία
Το Δ' Τμήμα του Συμβούλιο της Επικρατείας επικύρωσε την απόφαση του υφυπουργού Δικαιοσύνης για την έκδοση στις ΗΠΑ, του Μ.D. Βούλγαρου υπηκόου που εκζητείται για λαθρεμπορία και συγκεκριμένα για εξαγωγή εμπορευμάτων από την Αμερική προς την Ρωσία μέσω Βουλγαρίας, παρά το εμπάργκο που είχε επιβληθεί σε βάρος της Ρωσίας.
Τον Δεκέμβριο του 2022 ο Μ.D., o οποίος δηλώνει ότι παράλληλα είναι και υπήκοος Ρωσίας, συνελήφθη στο Σιδηρόκαστρο Σερρών, μετά την έκδοση ερυθράς αγγελίας της Interpol των ΗΠΑ (του έτους 2021) και αφού είχε προηγηθεί ένταλμα σύλληψης του δικαστηρίου του Τέξας.
Ειδικότερα, οι δικαστικές αρχές του Τέξας τον εκζητούν προκειμένου να δικαστεί για τα αδικήματα «της συνωμοσίας για την παραβίαση του διεθνούς νόμου περί οικονομικών εξουσιών έκτακτης ανάγκης, της ψευδούς δήλωσης και της συνωμοσίας για τη διάπραξη ξεπλύματος χρήματος».
Αναλυτικότερα, του αποδίδεται η κατηγορία, «της σύσταση συμμορίας για την τέλεση λαθρεμπορίας, δηλαδή για την αγορά εμπορευμάτων από Αμερικανό προμηθευτή, μέσω βουλγαρικής εταιρείας που τα μέλη της συμμορίας συνέστησαν και την εξαγωγή τους από τις ΗΠΑ με τελικό προορισμό τη Ρωσία, χωρίς την απαιτούμενη άδεια της κυβέρνησης των ΗΠΑ, κατά παράβαση των σχετικών εξαγωγικών απαγορεύσεων που είχαν επιβληθεί από τις ΗΠΑ σε βάρος της Ρωσίας».
Ο Μ.D. φέρεται ότι από τον Μάιο του 2014 έως τον Μάιο του 2018 επιδόθηκε σε λαθρεμπορία με ιδιαίτερα τεχνάσματα, υπό τη μορφή εξαγωγής εμπορευμάτων, τα οποία όμως η εξαγωγή τους από τις ΗΠΑ, απαγορευόταν, εκτός και αν υπάρχει ειδική άδεια.
Δηλαδή, αγόραζε από την Αμερική εξαρτήματα ολοκληρωμένων κυκλωμάτων IC και άλλα ηλεκτρονικά εξαρτήματα, όπως είναι δίσκοι «στατικής μνήμης τυχαίας προσπέλασης (SRAM 16 Mb)» και αφού τα παρελάμβανε εταιρεία «βιτρίνα» που είχε στην Βουλγαρία μαζί με άλλους, τα εξήγαγε στην Ρωσία, έτσι ώστε να παρακαμφθούν οι εξαγωγικές απαγορεύσεις που είχαν επιβάλλει στη Ρωσία οι ΗΠΑ.
Το Συμβούλιο Εφετών Θεσσαλονίκης έκρινε ότι η αίτηση έκδοσης είναι νόμιμη και η απόφασή του επικυρώθηκε από το Ποινικό Τμήμα του Αρείου Πάγου και στην συνέχεια εκδόθηκε απόφαση του υφυπουργού Δικαιοσύνης για την έκδοσή του στις ΗΠΑ.
Κατόπιν αυτών προσέφυγε στο ΣτΕ ζητώντας να ακυρωθεί η απόφαση του υφυπουργού Δικαιοσύνης για την έκδοσή του στην Αμερική.
Στο ΣτΕ επικαλέστηκε ότι η προσβαλλόμενη υπουργική απόφαση, «παραβιάζει το δικαίωμά του σε δίκαιη δίκη που κατοχυρώνεται στο άρθρο 6 της ΕΣΔΑ, διότι πιθανολογείται μεροληπτική μεταχείριση του από τις δικαστικές αρχές των ΗΠΑ, λόγω της ρωσικής του υπηκοότητας (κατά τους ισχυρισμούς του), από τη δρακόντεια ποινή που προβλέπεται για τα αδικήματα που του αποδίδονται, την ασάφεια του κατηγορητηρίου για αδικήματα μάλιστα τελούμενα εκτός του εδάφους των ΗΠΑ, αλλά και από το γεγονός ότι δεν αποκαλύπτονται στον κατηγορούμενο οι αμερικανικοί υπήκοοι που φέρεται να πώλησαν τα προϊόντα, ούτε αποδίδονται κατηγορίες σε αυτούς».
Ωστόσο, το Δ' Τμήμα του ΣτΕ, με πρόεδρο τη Σπυριδούλα Χρυσικοπούλου και εισηγητή τον πάρεδρο Δημήτρη Μαυροπόδη, επισήμανε ότι «η παράδοση του Μ.D. στις ΗΠΑ για να δικαστεί, αποτελεί εν προκειμένω το μόνο μέσο για την εξυπηρέτηση του γενικού συμφέροντος που εξυπηρετεί ο θεσμός της έκδοσης, δηλαδή της πάταξης του διεθνούς εγκλήματος, ώστε να αποφεύγεται η ατιμωρησία όσων κατηγορούνται για την τέλεση σοβαρών αδικημάτων».
Παράλληλα, το ΣτΕ απέρριψε τον ισχυρισμό του ότι η έκδοσή του γίνεται για λόγους εκδικητικούς λόγω της ρωσικής εθνικότητάς του, καθώς ο ισχυρισμός που επικαλέστηκε δεν προκύπτει ούτε από τα στοιχεία που ο ίδιος προσκόμισε, ούτε από τον φάκελο της υπόθεσης, αναφέρθηκε στο ΑΠΕ ΜΠΕ.
Ακόμη, το ΣτΕ απέρριψε τον ισχυρισμό του περί βλάβης της υγείας του, κρίνοντας ότι ναι μεν «από τα ιατρικά στοιχεία που επικαλείται, αποδεικνύεται ότι πάσχει από σοβαρή ασθένεια», αλλά «όχι όμως ότι η τρέχουσα κατάσταση της υγείας του είναι κρίσιμη σε τέτοιο βαθμό, ώστε να εκτιμάται ότι κινδυνεύει να υποστεί κίνδυνο θανάτου ή μη αναστρέψιμη επιδείνωση της υγείας του, εάν εκδοθεί στις ΗΠΑ, όπου πάντως, δεν αμφισβητείται από τον ίδιο ότι θα τύχει επαρκούς ιατρικής φροντίδας αν απαιτηθεί».
Τελικά, απορρίφθηκαν ως αβάσιμοι όλοι οι ισχυρισμοί του.