Φρίκη στα Άνω Λιόσια: «Δεν ήθελα να τον αποχωριστώ, γι΄ αυτό δεν έθαψα τον πατέρα μου»

Φρίκη στα Άνω Λιόσια: «Δεν ήθελα να τον αποχωριστώ, γι΄ αυτό δεν έθαψα τον πατέρα μου»

Τι λέει ο 59χρονος που έκαψε τη σορό του 82χρονου πατέρα του στην αυλή του σπιτιού του

Τη δική του εκδοχή για τους λόγους που τον οδήγησαν να κάψει τη σορό του πατέρα του στην αυλή του σπιτιού, όπου έμεναν στα Άνω Λιόσια, έδωσε ο γιος του 82χρονου, ο οποίος αφέθηκε ελεύθερος μετά την απολογία του.

Μιλώντας στην εκπομπή «Αλήθειες με τη Ζήνα» και την Εύη Γιαρκιά, ο 59χρονος περιέγραψε πώς πέθανε ο πατέρας του και πώς έφτασε στο σημείο να κάψει το άψυχο σώμα του τρεις μήνες μετά τον χαμό του. Όπως είπε, ο ηλικιωμένος πατέρας του που ήταν και το μοναδικό στήριγμά του όλα αυτά τα χρόνια, «έφυγε» τον περασμένο Φεβρουάριο. «Του πήγα τον καφέ στο δωμάτιο. Όταν πήγα μετά από ώρες, τον είδα στην ίδια θέση. Εκεί έπαθα σοκ. Ήμασταν πάρα πολύ κοντά, από τότε που γεννήθηκα, μέχρι τότε που πέθανε, ήμασταν μαζί... Κλείδωσα την πόρτα του δωματίου, πήγα στο δικό μου και κλείστηκα εκεί για μια εβδομάδα. Δεν ήθελα να τον θάψω, γιατί ήθελα να τον βλέπω. Δεν ήθελα να τον αποχωριστώ», ήταν τα πρώτα λόγια του.

O 59χρονος αποφάσισε, ότι έπρεπε να κάνει κάτι, όταν έμαθε ότι το σπίτι τους βγήκε σε πλειστηριασμό. «Όταν συνήλθα και ρώτησα για την κηδεία του, μου ζητούσαν 3.000 ευρώ. Δεν τα είχα αυτά τα χρήματα, είχα προβλήματα με τις τράπεζες. Δε ζήτησα βοήθεια από τους γείτονες. Δεν ήθελα να εμπλέξω κανέναν... Πέρασε χρόνος... Δε σκέφτηκα να ζητήσω βοήθεια από τον δήμο... Έμαθα ξαφνικά, ότι το σπίτι πλειστηριάστηκε... Έπρεπε να αδειάσω το σπίτι... Τότε σκέφτηκα, ότι έχω τον άνθρωπο μέσα... Εκεί μου έστριψε λίγο η βίδα... Αποφάσισα να τον βγάλω έξω. Τράβηξα το στρώμα και τότε άρχισε να μυρίζει... Πώς μου ήρθε εκείνη τη στιγμή δεν ξέρω, δεν μπορώ να δικαιολογηθώ...», περιέγραψε και κατέληξε:

«Δεν ήθελα να τον αποχωριστώ... Για μένα δεν είχε πεθάνει ακόμα... Όταν τελείωσε για λίγο η καύση, μπήκα στο σπίτι και δεν βγήκα για δύο - τρεις ημέρες... Λόγω της καύσης βγήκε η μυρωδιά, έτσι το κατάλαβαν οι γείτονες. Αυτό που έκανα ήταν απαράδεκτο... Αντέδρασα παρορμητικά», περιέγραψε.