Τα συμπτώματα του ιού
«Καμπανάκι» στις υγειονομικές αρχές για τον παρβοϊό μετά τον θάνατο του μόλις 3,5 ετών παιδιού στη Θεσσαλονίκη. Στις 26 Απριλίου έχει μεταφερθεί στο Ωνάσειο Καρδιοχειρουργικό Κέντρο άλλο ένα παιδί από τη Θεσσαλονίκη που νόσησε από τον συγκεκριμένο ιό και εκδήλωσε μυοκαρδίτιδα.
Σύμφωνα με το Ωνάσειο Καρδιοχειρουργικό Κέντρο, αυτή τη στιγμή νοσηλεύεται εκτός Μονάδας Εντατικής Θεραπείας (ΜΕΘ).
Σύμφωνα με την ΕΡΤ, το παιδί μεταφέρθηκε από τη Θεσσαλονίκη, εισήχθη και παρέμεινε στην Παιδοκαρδιολογική-Παιδοκαρδιοχειρουργική Μονάδα Εντατικής Θεραπείας έως τη μεταφορά του στον νοσηλευτικό όροφο πριν από λίγες ημέρες. Λαμβάνει τη δέουσα αγωγή και η κατάσταση της υγείας του είναι σταθερή. 11 παιδιά ηλικίας 3-5 ετών παρουσίασαν αυξημένη τροπονίνη, εκ των οποίων το ένα, ηλικίας 3,5 ετών, εκδήλωσε κλινική εικόνα οξείας μυοκαρδίτιδας και πέθανε.
Η επιδημιολογική διερεύνηση των περιστατικών βρίσκεται σε εξέλιξη και ειδικότερα διερευνάται ο ρόλος της συλλοίμωξης Parvovirus B19 και άλλων ιών, στη μυοκαρδίτιδα που παρουσίασαν τα παιδιά. Συρροές κρουσμάτων καταγράφονται σποραδικά και τοπικές επιδημίες κάθε τέσσερα έως δέκα χρόνια.
Συμπτώματα παρβοϊού
Σχετικά με τα συμπτώματα του συγκεκριμένου ιού, ο Καθηγητής Υγιεινής και Επιδημιολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών,Γκίκας Μαγιορκίνης ανέφερε ότι «έχει πρόδρομα συμπτώματα (πριν την εμφάνιση του εξανθήματος). Είναι μη ειδικά, δηλαδή έχει ένα πυρετό όπως θα μπορούσε να είναι ένας οποιοσδήποτε πυρετός. Απλά αποφεύγουμε να ερμηνεύουμε οποιοδήποτε πυρετό αυτή τη στιγμή ως παρβοϊό. Το μόνο χαρακτηριστικό είναι το εξάνθημα. Δηλαδή, αν δεν εμφανίσει το παιδί το εξάνθημα, είναι εξαιρετικά δύσκολο να συμπεράνει κανείς ότι έχει κολλήσει παρβοϊό».
Αναφορικά τώρα για το αν αυτό το σύμπτωμα είναι ο λόγος που πρέπει να μας κάνει να επικοινωνήσουμε αμέσως με το γιατρό, είπε «καλό είναι να υπάρχει μια επικοινωνία με τον παιδίατρο για να υπάρχει και μια καταγραφή, αν και εφόσον εμφανιστεί το εξάνθημα, αλλά δεν είναι κάτι το οποίο θα πρέπει να μας ανησυχήσει, εκτός κι αν έχουμε κάποιο ανοσοκατασταλμένο στο περιβάλλον. Δηλαδή αν υπάρχει κάποιος καρκινοπαθής ο οποίος είναι μεταμοσχευμένος, ο οποίος παίρνει ανοσοκαταστολή εξαιτίας κάποιου αυτοάνοσου, θα πρέπει να αποφύγει την οποιαδήποτε επαφή με το παιδί γιατί δεν γνωρίζουμε αν το έχει περάσει». Τέλος, όσον αφορά τις εγκύους, επισήμανε «στις εγκύους είναι σοβαρό εάν δεν το έχουν περάσει στο παρελθόν, γιατί μπορεί το παιδί που θα γεννηθεί να έχει προβλήματα. Οι έγκυες-σε κάθε περίπτωση-θα πρέπει να αποφεύγουν την επαφή με παιδιά που έχουν τον παρβοϊό».
Μελέτες έχουν δείξει ότι οι έγκυες γυναίκες μπορεί να είναι επίνοσες στον ιό σε ποσοστό έως και 30-40%.
Οι έγκυες συνήθως μολύνονται μέσω οικιακής ή επαγγελματικής έκθεσης και πρέπει να γνωρίζουν τον κίνδυνο μόλυνσής τους από παιδιά ή ενήλικες με λοίμωξη πέμπτης νόσου. Σε ιδιαίτερο κίνδυνο βρίσκονται έγκυες με επαγγέλματα υψηλού κινδύνου (πχ εργαζόμενες στον τομέα της υγείας, παιδικούς σταθμούς, δασκάλες κλπ).
Η λοίμωξη τις πρώτες 20 εβδομάδες της εγκυμοσύνης μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρή ανεπιθύμητη έκβαση για το έμβρυο, όπως ο εμβρυϊκός ύδρωπας και ο ενδομήτριος θάνατος σε έως και 10% των περιπτώσεων.
Σημειώνεται ότι έως και 20% των λοιμώξεων από Parvovirus είναι ασυμπτωματικές και η έκθεση μπορεί να μην είναι εμφανής.
Με βάση τα ανωτέρω είναι επιβεβλημένη η εγρήγορση των επαγγελματιών υγείας, ιδιαίτερα των μαιευτήρων γυναικολόγων, νεογνολόγων, παιδιάτρων, αιματολόγων, γενικών ιατρών, και παθολόγων, η αυξημένη κλινική υποψία και η έγκαιρη εργαστηριακή επιβεβαίωση των ύποπτων κρουσμάτων, ειδικά σε περιπτώσεις συρροών, για την προστασία των επίνοσων ατόμων υψηλού κινδύνου, όπως οι έγκυες και τα μικρά παιδιά.
Ειδικότερα, συνιστάται από τον ΕΟΔΥ οι παιδίατροι να λαμβάνουν υπόψη την πιθανότητα εμφάνισης μυοκαρδίτιδας, δυο εβδομάδες μετά τη λοίμωξη από Parvovirus B19.