«Το σενάριο της αυτοκτονίας το έχω αποκλείσει» λέει η μητέρα του
Συγκλονίζουν οι αποκαλύψεις που βλέπουν το «φως» της δημοσιότητας και αφορούν τον θάνατο του 19χρονου Νικόλα, φοιτητή από τα Σπάτα, ο οποίος βρέθηκε κρεμασμένος στο δωμάτιο του με τα χέρια πισθάγκωνα δεμένα, τον Ιούλιο του 2022.
Όπως μετέδωσε η εκπομπή «Φως στο Τούνελ» την Παρασκευή 8/3 η οικογένεια του άτυχου φοιτητή από τα Σπάτα, 20 μήνες μετά κάνει λόγο για αστοχίες, παραλείψεις αλλά και καθυστερήσεις στην έρευνα. Υποστηρίζουν ότι το παιδί τους δολοφονήθηκε και δηλώνουν ικανοποίηση για την απόφαση της εισαγγελέως να δώσει εντολή για περαιτέρω έρευνα παρότι η υπόθεση αρχικά δηλώθηκε ως αυτοκτονία.
Τα κενά τα οποία εντόπισε η εισαγγελέας που χειρίζεται την υπόθεση την οδήγησαν στο να ζητήσει προκαταρκτική εξέταση, προκειμένου να της προσκομισθούν η τεχνική έκθεση πραγματογνώμονα-ιατροδικαστή και νέες συμπληρωματικές καταθέσεις μαρτύρων.
Ζητά ακόμη να της κατατεθούν χειρόγραφα του άτυχου νεαρού, τα οποία οι γονείς θεωρούν κρίσιμα για τη διερεύνηση της υπόθεσης, καθώς περιέχουν αποκρυφιστικά σύμβολα και οδηγίες που παραπέμπουν σε τελετουργικό μαύρης μαγείας.
Η εισαγγελέας ζητά διευκρινίσεις για τη σειρά των γεγονότων την ημέρα θανάτου του φοιτητή, καθώς κάποιες από τις καταθέσεις μαρτύρων φέρεται να παρουσιάζουν αντιφάσεις στη χρονική σειρά των όσων διαδραματίστηκαν. Αντιφάσεις που μπορεί ενδεχομένως να σχετίζονται με την έντονη συναισθηματική φόρτιση και το σοκ της στιγμής, αλλά που, ωστόσο, προκαλούν σύγχυση για το ποιος ήταν πού, πότε και γιατί.
Καθοριστικής σημασίας ήταν η μαρτυρία του κλειδαρά, που άνοιξε την πόρτα για να μπει η μητέρα του άτυχου νέου στο σπίτι.
Ανέφερε στις Αρχές πως εκείνος έκοψε με ένα κοφτάκι τα σχοινιά από τον λαιμό και τα χέρια του παιδιού. Για το αν υπήρχαν άλλοι στο δωμάτιο εκείνη τη στιγμή είπε πως είδε δυο αστυνομικούς στον διάδρομο έξω από αυτό. Όταν «το Φως στο Τούνελ» εντόπισε τον μάρτυρα κλειδί, εκείνος περιέγραψε κάπως διαφορετικά τα όσα έζησε.
«Η μητέρα ήταν η πρώτη που ανέβηκε πάνω και, από όσο άκουσα εγώ, έσπασε την πόρτα του δωματίου του παιδιού της και μπήκε μέσα. Αργότερα που ανέβηκα ήταν μόνο για να δώσω το κοφτάκι μου, για να κόψουν το κορδόνι στα χέρια του παιδιού», είπε χαρακτηριστικά.
«Εκείνο το πρωί δεν πέρασα από τον όροφο» – Η μητέρα του 19χρονου
Η μητέρα του Νικόλα μίλησε στην κάμερα της εκπομπής για το βράδυ της 13ης Ιουλίου με την πιο μεγάλη πανσέληνο του έτους. «Υπήρχαν σημάδια τελετουργικού. Είμαι σίγουρη ότι ήταν με κάποιον άλλον. Στο σπίτι υπήρχαν μόνο δυο καρέκλες κουζίνας, οι οποίες ήταν τοποθετημένες αντικριστά. Κάτι που δεν ήταν τις προηγούμενες μέρες εκεί. Υπήρχαν και περίεργα σημειώματα, τα οποία είδα εκ των υστέρων. Δεν είχα ξαναδεί λιωμένα κεριά όπως αυτά που είχε πάνω στην τραπεζαρία. Κάποιος, με αυτό που έκανε στον Νικόλα μου, τον οδήγησε στον θάνατο», λέει χαρακτηριστικά.
Για το πρωινό εκείνο της 14ης Ιουλίου είπε: «Εγώ έφυγα κατά τις 6μιση από το σπίτι, αλλά δεν ανέβηκα πάνω. Μιλήσαμε περίπου στις 9 παρά δέκα, αλλά εκείνη τη στιγμή ένιωσα σαν να του μιλούσε κάποιος και του αποσπούσε την προσοχή. Μετά κατέβηκε κάτω, κατά τις 10:15, στο σπίτι της μαμάς μου. Κάλεσε η θεία μου και το σήκωσε ο Νικόλας. Πρωινό δεν έφαγε και ανέβηκε πάλι πάνω. Η κλειδωμένη πόρτα και όλα τα άλλα που συνέβησαν δεν τα έκανε αυτός. Ήταν χέρι ξένο».
Η ημέρα που τον βρήκε η ίδια απαγχονισμένο στο δωμάτιό του
Σοκάρει η μητέρα με τη μαρτυρία της… Όπως αναφέρει, το παράθυρο και η σίτα του δωματίου του ήταν μισάνοιχτα, πράγμα που της προξένησε ερωτήματα, αφού δεν συνήθιζε να το κάνει.
«Γυρνάω το κεφάλι μου, βλέπω ότι το κρεβάτι του ήταν άδειο, λέω “πού πήγε το παιδί” και με το που κάνω έτσι, και βλέπω στη ντουλάπα του, τον είδα κρεμασμένο με τα χέρια του δεμένα πίσω».
Η ποδιά που φορούσε ο Νικόλας στα εργαστήρια της σχολής είναι πια κρεμασμένη στη ντουλάπα.
«Προσπαθώ με αυτόν τον τρόπο να ζωντανέψω τη μορφή του. Ίσως θέλω να ξεγελάσω τον εαυτό μου ότι μέσα εκεί μπορεί να τον δω. Όταν τον βρήκα ήταν στον αέρα. Τα ποδαράκια του είχαν μια ελαφριά κάμψη, που σημαίνει ότι δεν υπήρχε κάτι να πατήσει κάτω. Βέβαια είχε κάποια βιβλία σκόρπια, αλλά ήταν αυτά που διάβαζε, τα γαλλικά του. Δεν θα μπορούσε να τα βάλει κάποιος και να πατήσει».
«Του πιάνω το προσωπάκι και ήταν παγωμένος και εκείνη την ώρα έπαθα σοκ. Είχε ένα σκοινί που είχε τέσσερις κύκλους γύρω του και ο τέταρτος κύκλος τον κράταγε. Ήταν δυο κορδόνια από φούτερ. Σαν να ήταν από δυο ίδιες μπλούζες. Μου έκανε εντύπωση, γιατί δεν είδα τα χέρια του έτσι όπως τον κοίταζα και κάνω έτσι και όντως ήταν τα χεράκια του πίσω δεμένα».
«Δεν θυμάμαι ποιος βοήθησε και τον κατεβάσαμε, μπορεί να ήταν και ο κλειδαράς, τον παίρνω αγκαλιά και από το βάρος του πέφτω στο κρεβάτι μαζί με το παιδί. Ήταν ο κλειδαράς εδώ και λέω κόψε μου τα σκοινιά. Τα κόβει με ένα κοπτάκι και του λέω «πρόσεξε μην τον κόψεις». Με το που λύνονται τα σκοινιά, πιάνω τον σφυγμό του. Εκείνη την ώρα μπαίνει άνθρωπος του ΕΚΑΒ και ένας αστυνομικός».
«Το σενάριο της αυτοκτονίας το έχω αποκλείσει»
«Το κινητό του ήταν πεσμένο εδώ, πάνω σε ένα πάπλωμα που είχαμε και ήταν κουβαριασμένο. Αφύσικο, δηλαδή, για αυτήν την εποχή. Παίρνω το κινητό στα χέρια μου, εκείνη τη στιγμή ήταν μπροστά οι αστυνομικοί και απλά κοιτούσαν. Παίρνω το κινητό του παιδιού και είχε βάλει ένα μοτίβο, που εγώ δεν το ήξερα, απλά πάτησα το κουμπί και είδα ότι είχε μια κλήση από το αφεντικό του, δεκαοχτώ κλήσεις από εμένα και πέντε κλήσεις από την κολλητή του φίλη και θεωρώ ότι αυτή κάτι γνωρίζει και δεν λέει» είπε η μητέρα.
«Αυτό που μου έκανε εντύπωση είναι ότι υπήρχαν δυο πράγματα που δεν ταίριαζαν στην εποχή. Πέρα από το πάπλωμα και ένα μπουφάν δικό μου, μωβ. Απ’ ότι έμαθα μετά, το μωβ θεωρείται χρώμα σατανισμού. Και αυτό που μου είχε κάνει εντύπωση ήταν ότι στο μνήμα του είχα βρει λουλούδια μωβ και πετρούλες μωβ. Πεντάλφα για πρώτη φορά στο σπίτι μας είδα την επόμενη μέρα το πρωί. Στο γραφείο του είχε τις σημειώσεις του και έκατσα και τις έψαξα όλες» συμπλήρωσε.
Όπως ανέφερε η μητέρα του Νικόλα, τα πράγματα στο μπάνιο ήταν περίεργα, πεσμένα στο πάτωμα, σαν κάποιος να έψαχνε κάτι.
«Το σενάριο της αυτοκτονίας το έχω αποκλείσει. Υπήρχε συρτάρι να πατήσει, αν το ήθελε. Θεωρώ ότι ή κάποιος τον καθοδηγούσε να κάνει κάτι ή τον μάθαινε. Τον έβαζε σε κάποια μονοπάτια που τον έφεραν στο σημείο αυτό. Για εμένα είναι βέβαιο ότι υπήρχε παρουσία άλλου προσώπου μέσα στο δωμάτιο».