Φρίκη στη Ρόδο: Στον ανακριτή 80χρονος για σεξουαλική κακοποίηση της 8χρονης εγγονής του

Φρίκη στη Ρόδο: Στον ανακριτή 80χρονος για σεξουαλική κακοποίηση της 8χρονης εγγονής του

Από την ιατροδικαστική εξέταση και την εξέταση γυναικολόγου προέκυψε ότι το παιδί είχε υποστεί μερική ρήξη του παρθενικού του υμένα

Σε δίκη ενώπιον του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Ρόδου κατηγορούμενος για συκοφαντική δυσφήμιση παραπέμπεται με απευθείας κλήση της Εισαγγελίας Πλημμελειοδικών Ρόδου ένας 80χρονος, σε βάρος του οποίου εκκρεμεί δικογραφία ενώπιον τακτικού ανακριτή για την σεξουαλική κακοποίηση της 8χρονης εγγονής του.

Όπως αναφέρει το dimokratiki.gr, μετά από εξέταση του παιδιού, διενεργήθηκαν με παραγγελία της Εισαγγελέως Πλημμελειοδικών Ρόδου στον Πταισματοδίκη Ρόδου πραγματογνωμοσύνες από παιδοψυχολόγους, παιδίατρους και κοινωνική λειτουργό. Η δικογραφία υποβλήθηκε εκ νέου στην Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών, η οποία άσκησε διώξεις στον παππού του παιδιού για βιασμό κατ’ εξακολούθηση, γενετήσιες πράξεις κατ’ εξακολούθηση με ανήλικη που δεν συμπλήρωσε τα 12 έτη, κατάχρηση ανηλίκων σε γενετήσιες πράξεις κατ’ εξακολούθηση και γενετήσια πράξη μεταξύ συγγενών από ανιόντα κατ’ εξακολούθηση.

Ο παππούς έχει αρνηθεί την τέλεση των αδικημάτων αυτών και εμμένει στα όσα είχε ομολογήσει η 50χρονη θεία του παιδιού, ότι δηλαδή έστησε μια σκευωρία, προκειμένου να εξασφαλίσει ευτελές οικονομικό αντάλλαγμα και ότι με το δάκτυλο προκάλεσε την ρήξη του παρθενικού υμένα του κοριτσιού. Στο πλαίσιο της ανάκρισης πρόκειται να διευκρινισθούν εξάλλου, τα όσα κατήγγειλε εις βάρος του 80χρονου μια 52χρονη σήμερα ομογενής από τις ΗΠΑ, που διατείνεται ότι τη βίασε σε μικρή ηλικία και τα οποία προσέδωσαν νέα διάσταση στην υπόθεση.

Οπως απεκάλυψε η εφημερίδα «Δημοκρατική» της Ρόδου, παρότι τα καταγγελλόμενα από την 52χρονη αδικήματα έχουν πλέον παραγραφεί, η κατάθεσή της είναι εξαιρετικά επιβαρυντική και έρχεται να δημιουργήσει εύλογα ερωτηματικά, που χρήζουν εξηγήσεων στο πλαίσιο της έρευνας που διενεργείται. Ειδικότερα, στις 23 Οκτωβρίου 2021 εμφανίσθηκε στην Υποδιεύθυνση Ασφαλείας Ηρακλείου η 52χρονη και εξέφρασε σε ένορκη κατάθεση της την επιθυμία της να γνωστοποιήσει στις αρχές κάποια γεγονότα, που μπορεί -όπως τόνισε- να βοηθήσουν στην αποκάλυψη της αλήθειας σχετικά με την υπόθεση της κακοποίησης της 8χρονης στη Ρόδο.

Επεσήμανε ότι δεν γνωρίζει το όνομα της ανήλικης, αλλά γνωρίζει τη μητέρα της, η οποία είναι υιοθετημένη κόρη του 80χρονου. Πρόσθεσε ότι έχει φύγει από τη Ρόδο το 1995 και δεν έχει πλέον επαφή με την οικογένεια του 80χρονου, αλλ’ ότι τα όσα καταθέτει, τα έχει αναφέρει και σε επιστολή που απέστειλε με ταχυμεταφορική εταιρεία στην Εισαγγελία Πλημμελειοδικών Ρόδου το έτος 2013. Διατείνεται, ότι υπήρξε θύμα σεξουαλικής κακοποίησης του 80χρονου σήμερα άνδρα τουλάχιστον 10 φορές στο διάστημα των ετών 1978–1982.

Σε ό,τι αφορά στην εγγονή του, από την ιατροδικαστική εξέταση και την εξέταση γυναικολόγου προέκυψε, ότι το παιδί είχε φλεγμονή και είχε υποστεί μερική ρήξη του παρθενικού του υμένα. Αποκλείστηκε εξάλλου από διαδοχικές εξετάσεις να έχει υποστεί παρά φύση βιασμό και ουσιαστικά «διαψεύστηκε» ακατάληπτη περιγραφή του παιδιού, που πάσχει με νοητική στέρηση, σύμφωνα με την οποία ο παππούς της, της έβαλε κάτι, που περιγράφει σαν μαχαίρι.

Ο ιατροδικαστής στην τελευταία του έκθεση πιθανολογεί σφόδρα, ότι η διακόρευση του παιδιού προήλθε από δάκτυλο, μετά και την ομολογία της 50χρονης θείας. Οπως έγραψε η «Δημοκρατική», η θεία του παιδιού έχει ομολογήσει, ότι επεδίωξε εξαπατώντας τη μητέρα, να εξασφαλίσει χρήματα από την ίδια και τον παππού (200 και 500 ευρώ αντίστοιχα). Από εκεί και πέρα ο 80χρονος με το κατηγορητήριο που σχηματίστηκε εις βάρος του και με το οποίο παραπέμφθηκε σε δίκη στο Τριμελές Πλημμελειοδικείο Ρόδου, φέρεται να συκοφάντησε την ομογενή από τις ΗΠΑ, που τον κατήγγειλε.

Μετά την κατάθεση της 52χρονης, στο πλαίσιο της ποινικής διερεύνησης τελέσεως από τον κατηγορούμενο γενετήσιων πράξεων σε βάρος της ανήλικης εγγονής του, στην οποία κατάθεση η εγκαλούσα ανέφερε, ότι ο κατηγορούμενος είχε κακοποιήσει και την ίδια, όταν ήταν ανήλικη, ο κατηγορούμενος μέσω δηλώσεών του σε τηλεοπτικές εκπομπές και σε εφημερίδα, την συκοφάντησε ισχυριζόμενος ότι δεν την γνωρίζει, ότι αυτή προέβη στην καταγγελία σε βάρος του για προσωπικό όφελος, προκειμένου να αποκομίσει κέρδος, ένεκα οικογενειακών κτηματικών διαφορών, ότι έχει καταχραστεί την οικονομική της περιουσία, ότι έχει κάνει πλαστογραφίες, ότι θέλει χρήματα και στην κατάθεσή της αναφορικά με την σε βάρος της κακοποίηση από αυτόν κατά τον χρόνο της ανηλικότητάς της για να τον εκβιάσει.

Τα παραπάνω γεγονότα όμως ήταν ψευδή και μπορούσαν να τρώσουν την τιμή και την κοινωνική υπόληψη της εγκαλούσας, αφού η αλήθεια ήταν, ότι η εγκαλούσα ουδέποτε είχε προβεί στις προαναφερθείσες ενέργειες, ούτε είχε επιδείξει τέτοια συμπεριφορά και ειδικότερα ο κατηγορούμενος γνώριζε την εγκαλούσα, η τελευταία δεν είχε προβεί στην κατάθεσή της προκειμένου να αποσπάσει χρήματα και να εκβιάσει τον κατηγορούμενο, αλλά επειδή ήταν αλήθεια, δεν είχε καταχραστεί την οικογενειακή της περιουσία, ούτε είχε προβεί σε πλαστογραφίες. Ο δε κατηγορούμενος τελούσε σε γνώση του ψεύδους των ισχυρισμών του και έτσι παραπέμπεται σε δίκη για συκοφαντική δυσφήμιση.