«Σε έναν άλλο οικισμό αποκεφάλισαν παιδάκια, σε άλλον οικισμό σκότωσαν 100 άτομα»
Ο Μάκης Λεβί, Ελληνας που ζει με την οικογένειά του σε περιοχή 7 χιλιόμετρα από τη Γάζα, μίλησε και περιέγραψε στο MEGA τα όσα έζησε μετά την επίθεση της Χαμας στα ισραηλινά εδάφη.
«Όλα ξεκίνησαν το Σάββατο το πρωί ως ένα τυπικό Σάββατο πολέμου, εννοώντας ότι έρχονταν μόνο ρουκέτες. Μπήκαμε στο καταφύγιο με τα μικρά παιδιά μου, 8 και 10 ετών αντίστοιχα. Και επειδή ζούμε πολύ κοντά από το σημείο της επίθεσης, πολύ σύντομα άλλαξαν οι ήχοι που ακούμε συνήθως στην περιοχή. Ξαφνικά ακούγαμε ήχους από αυτόματα όπλα. Εκεί κατάλαβα ότι είναι κάτι άλλο γίνεται, δεν ήταν συνηθισμένο. Οι εικόνες που βλέπουμε τώρα, είναι από μέρη που περνάω καθημερινά με τα παιδιά μου για να πάω οπουδήποτε. Είναι η γειτονιά μου. Το πιο κοντινό που έφτασε σε μας είναι 1 χιλιόμετρο. Αυτό ήταν το τρομακτικό, γιατί έχεις δύο παιδιά σε καταφύγιο, έχουμε μεταξύ μας ενδοεπικοινωνία στην περιοχή, οπότε ξέρεις ότι είναι στον προηγούμενο οικισμό που έχουν μπει και έχουν σκοτώσει και κάψει κόσμο. Έχουν κάψει κόσμο στο σπίτι τους. Αυτό το πράγμα έχει ξεφύγει από τον πόλεμο και έχει γίνει θηριωδία», είπε αρχικά.
Για την προσπάθειά του να διαφυλάξει την αθωότητα και την ζωή των παιδιών του, ο κ. Λεβί τόνισε πως, «Ο γιος μου ο μικρός αν δεν γίνονταν όλα αυτά, την Κυριακή το πρωί θα έμπαινε στην τάξη με 30 άτομα. Αν υποθέσουμε ότι πάει τώρα στην τάξη του, θα μπει στην τάξη με 15 παιδάκια. Θεωρώ ότι το Ισραήλ δεν θα έχει άλλες απώλειες από τον πόλεμο. Στις φωτογραφίες που δείχνετε έχουμε πάρα πολύ κόσμο που ξέρουμε δυστυχώς, γι’ αυτό δεν μπορώ να βλέπω. Οι τρομοκράτες ήταν 1 χιλιόμετρο από το σπίτι μας, και εγώ τσακωνόμουν με τα παιδιά γιατί δεν μπορούσαν να βγουν στον δρόμο να παίξουν, αφού δεν υπάρχει συναγερμός. Ένιωσα όπως στην ταινία «Η ζωή είναι ωραία» με τον Ρομπέρτο Μπενίνι που προσπαθούσε να προστατεύσει το παιδί του στο στρατόπεδο κάνοντας τον παλιάτσο. Αυτό βγήκε ενστικτωδώς».
«Δεν φύγαμε απευθείας από εκεί γιατί δεν γινόταν. Η δική μας ρουτίνα πολέμου είναι ότι όταν ακούμε συναγερμό μπαίνουμε στο καταφύγιο, ο μπαμπάς προσπαθεί να καταλάβει αν είναι κάτι που θα κρατήσει ώρες ή μέρες ή αν είναι κάτι μεγαλύτερο. Αν είναι κάτι μεγαλύτερο, ξέρουν, μαζεύουμε βαλίτσες, αεροδρόμιο, Ελλάδα, παππούς-γιαγιά, για τα παιδιά τελειώνει ο πόλεμος και αρχίζουν οι διακοπές».
«Έκαψαν την κυρία που κρατάει το απόγευμα τα παιδιά μου μέσα στο σπίτι της. Το σπίτι της πεθεράς μου έγινε αγνώριστο, γιατί ήταν απ’ έξω 5-6 άτομα της Χαμάς που με αυτόματα όπλα το έκαναν μη κατοικήσιμο. Γλίτωσε γιατί δεν κατάφεραν να ανοίξουν την πόρτα του καταφυγίου. Πήραν παιδάκια από τα σπίτια τους και τους γονείς τους και τους μετέφεραν στη Γάζα. Σε έναν άλλο οικισμό αποκεφάλισαν παιδάκια, σε άλλον οικισμό σκότωσαν 100 άτομα. Δεν γίνεται να τα ξεχάσω, προσπαθώ να κοιμηθώ αρχικά, είναι δύσκολο, είναι ακόμα πολύ νωπό».