«Την ονειρεύτηκε η κόρη της πρόσφατα και τη ρώτησε το κορίτσι "Μανούλα μου πόνεσες;" και είπε "Όχι αγάπη μου, για μια στιγμή μονάχα"» λέει η αδελφή της Βασιλικής Χλωρού
Ένας μήνας πέρασε από το βράδυ της 28ης Φεβρουαρίου, όταν σημειώθηκε η σιδηροδρομική τραγωδία στα Τέμπη, όμως για τις οικογένειες των θυμάτων δεν έχει περάσει ούτε μέρα.
Ακόμη τα δάκρυα δεν έχουν στεγνώσει, ο πόνος είναι αβάσταχτος και όλοι προσπαθούν να συνειδητοποιήσουν την απουσία των αγαπημένων τους προσώπων. Ανάμεσα σε αυτούς τα παιδιά της 55χρονης Βασιλικής Χλωρού, η οποία βρήκε τραγικό θάνατο στη φονική σύγκρουση των τρένων. Η αδελφή της μίλησε στον ΑΝΤ1 και όπως είπε, η οικογένειά της ζει δραματικές στιγμές. «Την ονειρεύτηκε η κόρη της πρόσφατα. Και την είδε στον ύπνο της και τη ρώτησε το κορίτσι "Μανούλα μου πόνεσες;" και είπε "Όχι αγάπη μου, για μια στιγμή μονάχα"», είπε η κ. Χρυσούλα. Πρόσθεσε μάλιστα ότι τις τελευταίες μέρες έχουν περάσει πολλά ως οικογένεια.
«Ήταν ένα διάστημα με πολλές διακυμάνσεις. Ήταν ένα διάστημα με πάρα πολύ πόνο, κάποιες στιγμές όλοι μας, όχι μόνο εγώ και τα παιδιά της αδελφής μου, πιστεύουμε ότι ζούμε σε έναν εφιάλτη και θα ξυπνήσουμε. Υπάρχουν πολλά "γιατί", είναι μέσα στο πένθος το "γιατί". "Γιατί να γίνει αυτό;". Υπάρχει πάρα πολλή οργή και φυσικά υπάρχει πολύς πόνος, γιατί δε θα ξαναδούμε τον άνθρωπό μας», είπε.
Η κ. Χρυσούλα ανέφερε, ότι οι άνθρωποι που έφυγαν στο δυστύχημα, είναι θύματα δολοφονίας. «Δεν ήταν θέλημα θεού. Ήταν θέλημα ανθρώπων. Οι άνθρωποι που έφυγαν, δεν ήταν νούμερα. Η σορός νούμερο 30, η σορός νούμερο 50, η σορός νούμερο 15. Κάτω από τα νούμερα κρύβονται άνθρωποι, που έχουν επηρεάσει άλλους ανθρώπους και έτσι θα έπρεπε να τους βλέπουμε. Και όχι σαν στατιστικά νούμερα ή σαν νούμερα σε ένα νεκροτομείο. Δυστυχώς έτσι τους βλέπουμε. Όλοι οι άνθρωποι που έφυγαν, έφυγαν άδικα, έφυγαν δολοφονημένοι. Δεν ήταν θέλημα θεού, ούτε ήταν ένα ατύχημα. Ήξεραν την κατάσταση των γραμμών, ήξεραν τους ανθρώπους που στελέχωναν αυτόν τον Οργανισμό. Ήξεραν. Παρόλα αυτά, πουλούσαν το επικίνδυνο προϊόν τους σε ανθρώπους ανυποψίαστους. Αυτό εμένα μου λέει, ότι είναι δόλος», κατέληξε.