Ελεύθερος με «βραχιολάκι» ο 50χρονος κατηγορούμενος
Το πάθος του για την τέχνη επικαλέστηκε ο 50χρονος κατηγορούμενος για την κινηματογραφική κλοπή στην Εθνική Πινακοθήκη το 2012 χωρίς, ωστόσο, να πείσει καθώς το Μονομελές Εφετείο Κακουργημάτων τον καταδίκασε σε κάθειρξη 6 ετών, με αναστολή.
Το δικαστήριο αποφάσισε την επιβολή «βραχιολιού» ηλεκτρονικής επιτήρησης εντός τριών χιλιομέτρων από τον τόπο κατοικίας του κατηγορούμενου που κρίθηκε ένοχος για την κλοπή ενός Πικάσο, ενός Μοντριάν κι ενός σχεδίου του Μονκάλβο ενώ του αναγνωρίστηκε το ελαφρυντικό της καλής συμπεριφοράς μετά την πράξη. Πρόκειται για ένα ελαφρυντικό που εισηγήθηκε την αναγνώριση του και ο εισαγγελέας της έδρας ο οποίος ζήτησε την ενοχή του κατηγορούμενου.
«Η χαζομάρα είχε βαρέσει κόκκινο»
Ο κατηγορούμενος ξεκινώντας την απολογία του ζήτησε «συγγνώμη από τον ελληνικό λαό» και δήλωσε μεταμελημένος.
Ο κατηγορούμενος ανέφερε πως ήταν «πάντα καλλιτεχνική φύση» και από το 2004 οπότε σταμάτησε να εργάζεται ως ελαιοχρωματιστής ασχολήθηκε με τοιχογραφίες και ειδικές τεχνοτροπίες στους τοίχους και είχε διάσημους πελάτες μεταξύ των οποίων και ο Μητροπάνος. Σύμφωνα με τον κατηγορούμενο η μεγάλη του επιθυμία να αποκτήσει σημαντικά έργα για την συλλογή του ήταν αυτή που το 2011 του έβαλε «στο μυαλό αυτή η άσχημη ιδέα» και τον οδήγησε να παρακολουθεί για περίπου έξι μήνες την Εθνική Πινακοθήκη για να εντοπίσει τα κενά στην ασφάλεια.
Μάλιστα, επέμεινε πως η επιλογή των έργων τέχνης ήταν τυχαία. «Η χαζομάρα είχε βαρέσει κόκκινο. Η κλοπή ήταν τόσο απλή και χαζή που κανείς δε μπορούσε να φανταστεί ότι αυτό θα συνέβαινε από έναν απλό πολίτη» ανέφερε χαρακτηριστικά απορρίπτοντας τις αιτιάσεις ότι είναι μέλος διεθνούς κυκλώματος.
«Έβγαλα το συμπέρασμα ότι όλη η Πινακοθήκη φυλάσσονταν από δυο άτομα και θα ήταν εύκολο» είπε και συμπλήρωσε «Ήταν τόσο το πάθος μου να αποκτήσω 2-3 έργα που δε θα έφευγα αν δε τα έπαιρνα».
Ο κατηγορούμενος περιέγραψε πως ξεπέρασε το εμπόδιο του συναγερμού ξεγελώντας τους φύλακες ενώ επανέλαβε πως δεν είχε αποφασίσει ποια έργα τέχνης θα αφαιρούσε.
Πρόεδρος: Δεν ξέρατε δηλαδή που είναι ο Πικάσο;
Κατηγορούμενος: Όχι κυρία μου!
Πρόεδρος: Δεν είμαι κυρία σας. Είπατε ότι θέλατε απλώς 2-3 έργα. Γιατί δεν πήρατε αυτά που έπεσαν και είχατε την ψυχραιμία να πάτε στον Πικάσο;
Κατηγορούμενος: Δεν ήμουν επαγγελματίας κλέφτης. Όταν έπεσαν αυτά ταράχτηκα. Ανέβηκα τις σκάλες, είδα ένα πίνακα, δεν ήταν δεμένος. Είδα ότι δεν είχε έρθει κανείς. Περιεργάστηκα το έργο και διαπίστωσα ότι ήταν Πικάσο. Ξεκρέμασα τον πίνακα. Τον έβαλα στο σάκο. Πήρα άλλο έναν πίνακα. Είδα ένα ωραίο δημιούργημα, το αφαίρεσα, το έβαλα στο σάκο. Δεν ήξερα το Μοντριάν.
Ο 50χρονος στη συνέχεια ανέφερε πως άκουσε κάποιον να φωνάζει: «κλέφτη! Κλέφτη!». «Μεγαλύτερο μέλημα μου ήταν η ασφάλεια του ανθρώπου, να μην εμπλακώ» είπε και υποστήριξε ότι ο φύλακας δεν τον κυνήγησε , κάτι που προκάλεσε την αντίδραση του καθώς εκείνος του φώναξε μέσα στην δικαστική αίθουσα: «Ψεύδεσαι ασύστολα».
Πάντως, τα μέτρα ασφαλείας στην Εθνική Πινακοθήκη της χώρας ήταν το θέμα που βρέθηκε στο επίκεντρο της ακροαματικής διαδικασίας.
Ο κατηγορούμενος έδωσε τη δική του εκδοχή για το πώς λέρωσε με αίμα το ένα έργο το οποίο, σύμφωνα με τον ίδιο, λίγο αργότερα το πέταξε στην τουαλέτα. «Δεν ήξερα τι έπαιρνα» επέμεινε ο κατηγορούμενος ο οποίος ισχυρίστηκε ότι φεύγοντας κρύφτηκε στο δωματιάκι του πάρκου το οποίο η αστυνομία δεν έψαξε. «Αργότερα πήδηξα τη μάντρα, πήρα ταξί και πήγα στο σπίτι στον Περισσό. Όταν γδύθηκα για να πλυθώ, είδα ότι στη τσέπη μου είχα ένα κομματιασμένο χαρτί με αίματα. Την άλλη μέρα έμαθα ότι ήταν έργο τέχνης» είπε και συνέχισε «Σε αυτό το σπίτι έμειναν τα έργα μέχρι δυο μήνες πριν από τη σύλληψη μου. Όσο καιρό ήταν στο σπίτι στον Περισσό τα έβλεπα, τα θαύμαζα και τα έβαζα ξανά μέσα».
«Δε γίνεται εύκολα πιστευτό ότι το κάνατε μόνος σας» σχολίασε η πρόεδρος με τον κατηγορούμενο να απαντά ότι θα έπρεπε η Πινακοθήκη να φυλάσσεται από τουλάχιστον πέντε άτομα. «Ήταν τόσο χαζή κλοπή γι’ αυτό δεν με ανακάλυψαν όλα αυτά τα χρόνια» είπε ενώ απαντώντας σε σχετικές ερωτήσεις επιχείρησε να αμφισβητήσει τους ισχυρισμούς της πρώην συντρόφου του στην οποία , όπως ανέφερε αναγκάστηκε να παραδεχτεί την κλοπή και εκείνη είχε ξεκινήσει «ένα εκβιαστικό παιχνίδι».
«Είναι κοινός κλέφτης και τίποτε άλλο!»
«Είναι κοινός κλέφτης και τίποτε άλλο!» κατέθεσε, νωρίτερα, η υπεύθυνη συλλογών της Πινακοθήκης, Ευτυχία Αγαθονίκου η οποία σημείωσε «Είχαμε αποτυπώσει την αξία του Πικάσο στα 2 εκατομμύρια ευρώ, τον Μοντριάν στις 200.000 και το σχέδιο 1.000 ευρώ». Η μάρτυρας αμφισβήτησε ότι ο 50χρονος είναι συλλέκτης και φιλότεχνος τονίζοντας πως σε αυτή την περίπτωση δεν θα άφηνε τα πολύτιμα έργα σε ένα ρέμα. «Δεν είναι καν φιλότεχνος» ανέφερε χαρακτηριστικά και συνέχισε «Δε θα πετούσε ποτέ το σχέδιο του Μονκάλβο. Ακόμα κι αν είχε αίμα… Ένας τέτοιος άνθρωπος θα σκεφτόταν πρώτα το έργο και μετά τον εαυτό του. Παράτησε τα έργα σε ρεματιά».
Σύμφωνα με την μάρτυρα ο έλεγχος στα έργα «έδειξε» «μη αναστρέψιμη ζημιά» στη συνοχή των χρωμάτων. Μάλιστα, σύμφωνα με τον αστυνομικό που συμμετείχε στην έρευνα το σημείο που ο 50χρονος είχε κρύψει τους πίνακες ήταν δύσβατο και χρειάστηκε να περπατήσουν 400 μέτρα για να δουν το δέντρο με τα πολλά βάτα και ήταν κρυμμένοι. «Ο κάθε πίνακας είχε σαν σακούλα νάιλον και ήταν κλεισμένος με μονωτική ταινία. Κάθε πίνακας ήταν σε χαρτοφύλακα σαν πλαστικό και ο χαρτοφύλακας επίσης κλεισμένος με ταινία» είπε ενώπιον του δικαστηρίου ο αστυνομικός.
Καταθέτοντας στο δικαστήριο ο δικηγόρος και συλλέκτης , Στέλιος Γκαρύπης υποστήριξε πως η Εθνική Πινακοθήκη «δεν έκανε τίποτα» για να εντοπίσει το έργο που δεν επέστρεψε ο κατηγορούμενος αμφισβητώντας ότι καταστράφηκε. Ο μάρτυρας, εξέφρασε την εκτίμηση πως ο 50χρονος είναι μέλος διεθνούς κυκλώματος. «Ο κατηγορούμενος δεν είναι ένας ελαιοχρωματιστής και αυτό δεν πείθει κανένα. Είναι μέλος διεθνούς κυκλώματος. Επικοινώνησε μαζί μου Ολλανδός ντέντεκτιβ και μου είπε ότι έχει πολλές πληροφορίες γι’ αυτόν. Πηγή πληροφόρησης του μάρτυρα είναι η πρώην σύντροφος του κατηγορουμένου» τόνισε ο μάρτυρας.