Τσολιά: Είμαστε πιο ευάλωτοι και οι ιοί αυτοί κυκλοφορούν ελεύθερα και με μεγαλύτερη ένταση
Τις εκτιμήσεις της για τους λόγους που εμφανίζονται πρώιμα οι αναπνευστικές ιώσεις, ανέπτυξε η Μαρίζα Τσολιά καθηγήτρια παιδιατρικής λοιμωξιολογίας.
Κάθε χρόνο το χειμώνα βλέπουμε έξαρση, έχουμε έξαρση αναπνευστικών λοιμώξεων, ιδίως της γρίπης και του αναπνευστικού συγκυτιακού ιού. Φέτος η αλήθεια είναι ότι η εποχιακή έξαρση άρχισε αρκετά νωρίτερα, Για καμία από τις δύο αυτές ιογενείς λοιμώξεις. Δεν έχουμε δει έναρξη της έξαρσης τόσο νωρίς και ιδίως για τη γρίπη ακόμα πιο μπροστά και έχουμε και μεγαλύτερο συγκριτικά αρκετά, μεγαλύτερο αριθμό περιστατικών από ότι τις χρονιές πριν την πανδημία τις πρόσφατες χρονιές πριν την πανδημία.
Τώρα που οφείλεται αυτό, θεωρούμε ότι πιθανότατα όλων αυτό, τα χρόνια της πανδημίας με τους περιορισμούς, τη μάσκα, την απομόνωση κλπ. δεν είχαμε κυκλοφορία των ιών, εμποδιζόταν η κυκλοφορία των άλλων αναπνευστικών ιών, τα άτομα δεν είχαν ανοσία και επομένως τώρα είμαστε πιο ευάλωτοι και οι ιοί αυτοί κυκλοφορούν ελεύθερα και με μεγαλύτερη ένταση».
Απαντώντας σε ερώτηση αν οι ιώσεις που εμφανίζονται είναι βαρύτερες, ανέφερε ότι: «Δεν μπορώ να πω ότι έχουμε δεδομένα ότι είναι βαρύτερες. Αυτές οι λοιμώξεις φέτος είναι περισσότερες, αλλά δεν έχουμε δεδομένα ότι είναι βαρύτερες από ότι παλαιότερα. Ας πούμε δεν έχουμε μεγάλο αριθμό εισαγωγών σε μονάδες Εντατικής θεραπείας.
Κάποια λίγα παιδάκια με αναπνευστικό, συγκυτιακό ιό βρογχιολίτιδα που χρειάζονται μια αναπνευστική υποστήριξη είναι ήπιου βαθμού αναπνευστική υποστήριξη. Δεν περνάνε πολλές μέρες σε μηχανικό αερισμό στη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας, ακόμα κι αν μπουν εκεί, δηλαδή μένουν για λίγο και χρειάζονται μια ήπια υποστήριξη. Το ίδιο και με τη γρίπη. Δεν έχουμε πολλές εισαγωγές παιδιών.
Τουλάχιστον έχουμε κάποιες λίγες, όχι όμως πολλές και πολύ σοβαρές στις Μονάδες Εντατικής Θεραπείας. Επομένως, δεν ξέρω αν δεν έχουμε δει πολύ μεγαλύτερη βαρύτητα αυτή τη στιγμή», είπε, μιλώντας στην ΕΡΤ.
Η μεγάλη προσέλευση προκύπτει λόγω της αυξημένης νοσηρότητας από την αύξηση αυτών των ιογενών λοιμώξεων. Αυτό αντικατοπτρίζει και συμβαίνει σχεδόν κάθε χειμώνα πριν την πανδημία. Το βλέπαμε αυτό άλλοτε λιγότερο, άλλοτε περισσότερο».
Επίσης συμπλήρωσε πως: «Το άλλο που συμβαίνει είναι ότι επειδή δεν είχαμε ιώσεις τα τελευταία χρόνια, οι γονείς δεν έχουν εκπαιδευτεί στο πώς να τις αντιμετωπίζουν. Έτσι λοιπόν πανικοβάλλονται εύκολα με το παραμικρό, ενώ όταν ένα παιδί έχει ένα πυρετό χαμηλό, μέτριο, είναι σε καλή κατάσταση, δεν έχει δυσκολία αναπνευστική με κάποιο αντιπυρετικό, ο πυρετός υποχωρεί και το παιδί είναι σε πολύ καλή κατάσταση. Μπορεί κανείς να περιμένει λίγο και να συνεννοηθεί βέβαια και με το γιατρό του. Ανησυχούμε με έναν πυρετό, δεν είναι λόγος η εμφάνιση απλώς ενός πυρετού να τρέχουμε αμέσως στις λίγες ώρες εμφάνισης ενός πυρετού να ζητούμε ιατρική βοήθεια.
Θα πρέπει να το αντιμετωπίζουμε δίνοντας αντιπυρετικά. Και βέβαια κοιτώντας σε τι κατάσταση είναι το παιδί, αν δεν έχει, αν έχει αναπνευστική δυσκολία, αν δεν φαίνεται καλά, δεν έχει καλό χρώμα, δυσκολεύεται, ασφαλώς και θα πάμε οποιαδήποτε στιγμή, αλλά θα πρέπει οι ήπιες καταστάσεις να τις αντιμετωπίζουμε στο σπίτι».