«Προκάλεσε πλάνη στους παθόντες οι οποίοι κατέβαλαν χρήματα χωρίς αποδείξεις καταβολής για να μην αποδεικνύεται ποτέ»
Στο προφίλ του αποκαλούμενου «ψευτογιατρού» και την πολύχρονη εγκληματική του δράση «σε μεγάλο μέρος της ελληνικής επικράτειας» αναφέρθηκε σε μια πρόταση - καταπέλτη ο εισαγγελέας του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου, Νίκος Πασχάλης.
Ο εισαγγελικός λειτουργός, σε μια ασφυκτικά γεμάτη αίθουσα από δεκάδες συγγενείς θυμάτων, ζήτησε την ενοχή του κατηγορούμενου για έξι ανθρωποκτονίες με δόλο με έμμεση αυτουργία.
Μεταξύ αυτών και οι ανθρωποκτονίες του 16χρονου Θεοδόση και της 14χρονης Δέσποινας.
«Ο Θεοδόσης είχε τη δυνατότητα να υποβληθεί σε δεύτερη χειρουργική επέμβαση ενώ είχε στη διάθεση του κι εναλλακτικές θεραπείες. Η Δέσποινα θα μπορούσε να συνεχίσει τη θεραπεία της ή να κάνει άλλες» ανέφερε ο εισαγγελέας λέγοντας πως ο κατηγορούμενος χρησιμοποιούσε ως «όργανα» τους ασθενείς και συγγενείς τους.
«Τους έδινε την ελπίδα και εκείνοι έσπευσαν να την αδράξουν. Τα θύματα τόνισαν ότι εκείνος ήταν ιδιαίτερα χειριστικός. Όπως μας είπε ο πατέρας του Θεοδόση το στήσιμο του ήταν τέτοιο που δεν έδινε το περιθώριο να αμφισβητήσεις τον ρόλο του. Τους έλεγε ακριβώς αυτά που ήθελαν να ακούσουν» τόνισε.
Στην αγόρευση του ο εισαγγελέας επικαλέστηκε τις μαρτυρίες που ακούστηκαν κατά τη διάρκεια της πολύμηνης ακροαματικής διαδικασίας διαπιστώνοντας πως ο 50χρονος , κατηγορούμενος για 12 θανάτους ασθενών και 14 απόπειρες ανθρωποκτονίας, λειτουργούσε ακολουθώντας ένα συγκεκριμένο μοτίβο.
«Η παραπλανητική συμπεριφορά του είναι ίδια σε όλες τις περιπτώσεις. Η πλειοψηφία των παθόντων αναφέρθηκε στις ίδιες εκφράσεις» ανέφερε και συμπλήρωσε πως ο κατηγορούμενος παρουσιαζόταν ως γιατρός με το όνομα Dr nicolaos kontos με βασικές ειδικότητες νευρολόγου και νευροχειρουργού.
Η αρχή της δράσης του κατηγορούμενου , σύμφωνα με τον εισαγγελέα, καταγράφεται το Φεβρουάριο 2007 και συνεχίζεται μέχρι τον Ιούνιο του 2020 οπότε και έπεσε στα χέρια των αρχών.
«Πρόκειται για ένα διάστημα άνω των 13 ετών» κατά τη διάρκεια των οποίων λειτουργώντας μεθοδικά δεν διέψευδε, ως όφειλε , όσους τον σύστηναν ως γιατρό».
«Η ταύτιση του με την περσόνα του dr kontos είναι τεράστια» ανέφερε ο εισαγγελέας ο οποίος υπογράμμισε πως αποδείχτηκε ότι ο κατηγορούμενος «όχι μόνο συστηνόταν ως γιατρός αλλά χρησιμοποιούσε και πληθώρα τρόπους για να ενισχύσει την πεποίθηση αυτή στα θύματα του». Ο εισαγγελλέας κατέγραψε βιομάζας -βήμα τους τρόπους με τους οποίους ο 50χρονος ενίσχυε το … μύθο του λέγοντας:
«Προέβαλε τον εαυτό του ως προβεβλημένο διακεκριμένο και εξειδικευμένο επιστήμονα παγκόσμιου βεληνεκούς, έφερε ταυτότητα, είχε αναρτημένο βιογραφικό, ενώ φρόντιζε να δείχνει ότι έχει μεγάλη οικονομική επιφάνεια».
Μάλιστα, όπως τόνισε, ο κατηγορούμενος «άφηνε να εννοηθεί ότι είχε γνωριμίες με σημαντικούς γιατρούς του εξωτερικού, ενώ είχε επαφές με εξέχοντα πρόσωπα όπως τη Μαριάννα Βαρδινογιάννη».
Ο εισαγγελικός λειτουργός μίλησε για τη μέθοδο που ακολουθούσε ο κατηγορούμενος προκειμένου να παγιδέψει τα θύματα του στα οποία υπόσχονταν πλήρη ίαση.
«Ισχυριζόταν ότι εφάρμοζε πρωτοποριακές θεραπείες για λίγους που μόνο εκείνος γνώριζε» περιέγραψε συμπληρώνοντας πως στις εύλογες απορίες των ασθενών γιατί οι άλλοι γιατροί δεν τις ήξεραν εκείνος απαντούσε « με θεωρίες συνομωσίας» λέγοντας ακόμη και «ότι οι φαρμακοβιομηχανίες θα έχαναν έσοδα και κυνηγούσαν να τον σκοτώσουν».
Ο εισαγγελέας ανέφερε πως ο κατηγορούμενος έθετε ως προϋπόθεση στους απελπισμένους ασθενείς την διακοπή της θεραπείας που τους είχε χορηγηθεί από τους γιατρούς για να ακολουθήσουν τη δική του.
«Προκάλεσε πλάνη στους παθόντες οι οποίοι κατέβαλαν χρήματα χωρίς αποδείξεις καταβολής για να μην αποδεικνύεται ποτέ» τόνισε σημειώνοντας , παράλληλα, ότι «στο θεραπευτικό πλάνο με σκευάσματα και ειδική διατροφή ο κατηγορούμενος έλεγε πως στόχο είχε να τσιμεντώσουν τα καρκινικά κύτταρα ενώ στην πραγματικότητα ουδέποτε είχε άδεια άσκησης επαγγέλματος. Αντίθετα, οι μόνος σπουδές ήταν διετής οδοντοτεχνίτη στην Ελλάδα».
Ο εισαγγελικός λειτουργός μίλησε για υπόθεση πρόκληση και έκανε λόγο για μια μακρά ακροαματική διαδικασία, η οποία άρχισε τον Νοέμβριο του 2021 με το δικαστήριο να πραγματοποιεί 44 συνεδριάσεις, κατά την διάρκεια των οποίων εξετάστηκαν 60 μάρτυρες και αναγνώστηκαν χιλιάδες σελίδες εγγράφων.
Ο εισαγγελλέας έχει αναφερθεί σε 21 περιπτώσεις απάτης από τις οποίες ο «ψευτογιατρός» απεκόμισε 687.104 ευρώ.
Επιπλέον, σημείωσε για 11 ,από τους συνολικά 17 , κατηγορούμενους ,μεταξύ των οποίων ιατροί, μέλη διοικητικών συμβουλίων κλινικών, μία μοναχή, ένας ιδιοκτήτης καταστήματος βοτάνων ότι δεν προκύπτει ο απαιτούμενος δόλος για την καταδίκη τους.
Να απαλλαγεί από τις κατηγορίες που αφορούν τις 6 από τις συνολικά 12 ανθρωποκτονίες που αντιμετωπίζει ο αποκαλούμενος «ψευτογιατρός» ζήτησε ο εισαγγελέας του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου.
Ο εισαγγελικός λειτουργός κρίνει ότι δεν στοιχειοθετείται η διάπραξη της πράξης για διάφορους λόγους, μεταξύ των οποίων, η απουσία ιατρικού ιστορικού ή η ύπαρξη αμφιβολιών εάν τα αίτια θανάτου σχετίζονται με τον καρκίνο.
Την ίδια ώρα, ο εισαγγελέας ο οποίος συνεχίζει την αγόρευση του, ζήτησε ο κατηγορούμενος να κριθεί ένοχος για πέντε απόπειρες ανθρωποκτονίας, να απαλλαγεί για άλλες έξι ενώ εισηγήθηκε να μετατραπεί η κατηγορία σε πλημμέλημα για τρεις πράξεις που είχαν εισαχθεί στο ακροατήριο ως απόπειρες ανθρωποκτονίας.
Ο εισαγγελικός λειτουργός εισηγήθηκε την απαλλαγή και των 16 συγκατηγορουμένων του «ψευτογιατρού» οι οποίοι κάθισαν στο εδώλιο ως συνεργοί του. Μεταξύ των κατηγορουμένων είναι γιατροί, μέλη διοικητικού συμβουλίου ιδιωτικής κλινικής, μία μοναχή, ένας έμπορος βοτάνων αλλά και ένας πρώην υπουργός, γιατρός στο επάγγελμα.
Ανάμεσα στις υποθέσεις που ο εισαγγελέας ζήτησε την απαλλαγή του βασικού κατηγορούμενου και πέντε ακόμη προσώπων είναι και αυτή που αφορούσε ασθενή ο οποίος υπεβλήθη σε επέμβαση κατά την οποία του αφαίρεσαν το πλευρό, του τοποθέτησαν ένα σίδερο «κλωβό» και τελικά απέκτησε ποσοστό αναπηρίας 85%.
Τέλος, ο εισαγγελέας ζήτησε την καταδίκη του «ψευτογιατρού» για πλαστογραφία, χρήση πλαστού, οπλοκατοχή και υπεξαίρεση μνημείου ενώ για την αντιποίηση ιατρικού επαγγέλματος ζήτησε να παύσει, λόγω παραγραφής, η δίωξη για το μεγαλύτερο διάστημα για το οποίο κατηγορείται.