Γιατί κάποιοι δεν κολλάνε κορονοϊό
«Ψάχνουμε ανθρώπους που θα μπορούσαν να έχουν χαμηλότερα επίπεδα, που να έχουν μια μετάλλαξη η οποία κάνει λίγο διαφορετικό τον υποδοχέα. Και δεν πιάνει, δεν «κλειδώνει» καλά το κλειδί – αν το φανταστούμε σαν μια κλειδαριά – για να ανοίξει η κλειδαριά και να μπει ο ιός σε ένα κύτταρο. Τέτοιους είδους μεταλλάξεις ψάχνουμε και υπάρχει παρελθόν από άλλες λοιμώδεις νόσους για αυτό. Συνήθως αυτά είναι μικρά ποσοστά κόσμου, αλλά είναι ο τρόπος με τον οποίο γίνεται η φυσική επιλογή. Αν ποτέ κάποτε υπάρξει ένας τρομερός ιός που θα αφανίσει τον κόσμο. Αυτοί θα ήταν οι άνθρωποι που θα επιβιώσουν και θα συνεχιστεί το ανθρώπινο είδος».
Αυτό τόνισε ο Ευάγγελος Ανδρεάκος, ερευνητής στο Εργαστήριο Ανοσοβιολογίας του Κέντρου Κλινικής, Πειραματικής Χειρουργικής και Μεταφραστικής Έρευνας του Ιδρύματος Ιατροβιολογικών Ερευνών της Ακαδημίας Αθηνών, μιλώντας στο Πρώτο Πρόγραμμα της ΕΡΤ, αναφορικά με μια παγκόσμια έρευνα για την αναζήτηση κρυμμένων γενετικών μυστικών στους ανθρώπους που δεν μολύνονται από τον κορονοϊό και έχουν φυσική ανοσία.
Σημείωσε ότι υπάρχουν πολλοί παράγοντες που συνεισφέρουν στο να μην κολλήσουν μερικοί άνθρωποι. «Να είναι κάποιος πολύ προσεκτικός με τη μάσκα, με τις αποστάσεις, να τον ενημερώνουν αμέσως για το παραμικρό σύμπτωμα οι άνθρωποι που βρίσκονται στο περιβάλλον του, ο εμβολιασμός. Επίσης, μπορεί να υπάρχει η φυσική ανοσία σε μεγάλο βαθμό, είτε να αντιδράσει πολύ έντονα ή να έχει εκτεθεί πρόσφατα σε κάτι άλλο, το οποίο μπορεί να είναι υποκλινικό, να μην το καταλαβαίνουμε, αλλά επί της ουσίας να έχουν ενεργοποιηθεί στιγμιαία οι μηχανισμοί αντιικής άμυνας που κάνουν έναν οργανισμό ανθεκτικό. Και υπάρχουν και γενετικοί λόγοι, τους οποίους ψάχνουμε εμείς. Δηλαδή κάποιος μπορεί να έχει μια μετάλλαξη σε ένα “μονοπάτι”, μια διαδικασία την οποία χρησιμοποιεί ο ιός για να μπει. Και επομένως ο ιός δεν κατορθώνει να διεισδύσει μέσα στο κύτταρο και να κάνει παραγωγικό λοίμωξη. Εμείς μελετούμε αυτό το τελευταίο και κάποια ευρήματα που έχουμε είναι σε αυτή την κατεύθυνση», εξήγησε.
«Αν βρούμε έστω και μια οικογένεια, αυτό ανοίγει μεγάλους δρόμους για θεραπευτική παρέμβαση. Δηλαδή μπορεί κάποιος να αναπτύξει νέες θεραπευτικές προσεγγίσεις, ή προφυλακτικές προσεγγίσεις για να προστατεύσει κάποιον ευαίσθητο να μην κολλήσει, ή ουσιαστικά ακόμα και να αναπτύξει νέα αντιϊκά φάρμακα. Και ένα τέτοιο κλασικό παράδειγμα ήταν ο ιός του Aids. Όταν βγήκε ανακαλύφθηκε ένας υποδοχέας που δεν το ξέραμε έως τότε, που γενετικά έκανε αυτούς τους ανθρώπους ανθεκτικούς στον HIV. Να μην κολλάνε όσες φορές και σε όποια ποσότητα φορτίου εκτεθούν. Αυτή είναι η κατεύθυνση που ψάχνουμε», διευκρίνισε ο ερευνητής.
Ο ίδιος επισήμανε ότι υπάρχουν πολλοί λόγοι που μπορεί κάποιος να μην έχει κολλήσει παρά το γεγονός ότι έχει εκτεθεί στον ιό. «Μπορεί να έχει πολύ καλή ανοσολογική απόκριση, μπορεί να μην έχει εκτεθεί σε πολύ μεγάλο ιικό φορτίο. Μπορεί στιγμιαία να έχει κάποια ανθεκτικότητα, οπότε είναι πολύ δύσκολο σε εμάς να βρούμε τις σωστές περιπτώσεις ώστε να μπορούμε να έχουμε στοχευμένα αποτελέσματα. Οπότε ο σχεδιασμός της μελέτης μας είναι αρκετά αυστηρός στο τι ανθρώπους στρατολογούμε», ανέφερε.
«Δηλαδή στρατολογούμε ανθρώπους που έχουν εκτεθεί έντονα, π.χ. ένα ζευγάρι που μοιράζονται το ίδιο κρεβάτι και το ίδιο σπίτι, τρώνε μαζί, ξοδεύουν χρόνο μαζί κατά τη διάρκεια που ο ένας από τους δυο κόλλησε. Και ψάχνουμε να βρούμε ο άνθρωπος αυτός που κόλλησε να έχει σοβαρότατες νόσους και ιδανικά να νοσηλεύθηκε κιόλας, να είχε δηλαδή υψηλά ιικά φορτία. Δεν ψάχνουμε για έναν ασυμπτωματικό που απλά είχε ένα θετικό τεστ, γιατί οι πιθανότητες να μεταδώσει αυτός ο άνθρωπος είναι σαφώς πολύ μικρότερες. Και βάζουμε και άλλα αυστηρά κριτήρια εάν υπάρχουν και άλλοι στην οικογένεια που κόλλησαν», συμπλήρωσε ο κ. Ανδρεάκος.