«Οι μαρτυρίες που την τοποθετούν στον τόπο τέλεσης του εγκλήματος και ο αποκλεισμός των βιολογικών αιτίων φτάνουν» υποστηρίζει ο εγκληματολόγος Πάνος Παπαϊωάννου
Την άποψη ότι δεν χρειάζεται ομολογία για την καταδίκη της Ρούλας Πισπιρίγκου για τον θάνατο της 9χρονης κόρης της, Τζωρτζίνας, εξέφρασε ο δικηγόρος και εγκληματολόγος, Πάνος Παπαϊωάννου.
Μιλώντας στην ΕΡΤ και ερωτηθείς εάν η 33χρονη επικαλεστεί ψυχική ασθένεια, ο κ. Παπαϊωάννου είπε, ότι «τα ζητήματα της ψυχικής ασθένειας, όσον αφορά τον καταλογισμό, είναι ένα πολύ ειδικό νομικό θέμα. Το Ποινικό Δίκαιο δικάζει πράξεις και το πώς ήταν ο κατηγορούμενος κατά το χρονικό σημείο τέλεσης της πράξης, ακόμα και αν είχε κάποια διαταραχή ή ψύχωση». «Η ποινική νομολογία αναγνωρίζει ελαττωμένο καταλογισμό σε δράστες ειδεχθών ανθρωποκτονιών πάρα πολύ σπάνια. Συνεκτιμά πολλά στοιχεία» συμπλήρωσε ο εγκληματολόγος.
Με δεδομένες τις αλλεπάλληλες προσπάθειες της μητέρας για να σκοτώσει την 9χρονη Τζωρτζίνα, ο κ. Παπαϊωάννου εκτίμησε, ότι είναι άστοχη η όποια συζήτηση για μειωμένο καταλογισμός της 33χρονης κατηγορούμενης. «Δεν χρειάζεται ομολογία του δράστη. Είναι το τελευταίο στη σειρά, που προσπαθούν να αποσπάσουν οι διωκτικές αρχές με βάσει τα πρωτόκολλα των ερευνών», πρόσθεσε ο εγκληματολόγος για την υπόθεση του θανάτου των τριών παιδιών στην Πάτρα.
Ανακρίτρια και εισαγγελέας είδαν ότι υπάρχουν ισχυρές ενδείξεις
Περιγράφοντας τη διαδικασία της ψυχολογικής πίεσης που ασκήθηκε στη μητέρα, τη σύλληψη που ακολούθησε και την προσπάθεια για εντοπισμό νέων ευρημάτων εκ των υστέρων, ο κ. Παπαϊωάννου είπε, ότι είναι ένα θέμα που συζητείται έντονα στο νομικό κόσμο.
«Αυτό είναι ανακόλουθο, αλλά δεν σημαίνει ότι υπάρχει πρόβλημα για τη νομική εξέλιξη της υπόθεσης. Ο δικαστής και ο εισαγγελέας που έχουν κρίνει την υπόθεση, είδαν ότι υπάρχουν ισχυρές ενδείξεις. Οι μαρτυρίες που έχουν βγει και τοποθετούν την κατηγορουμένη στον τόπο τέλεσης του εγκλήματος και ο αποκλεισμός των βιολογικών αιτίων φτάνουν, για να είναι ενδείξεις», τόνισε.
Πρόσθεσε ωστόσο, ότι το ορθό στην όλη διαδικασία θα ήταν, να έχουν ξεκινήσει από τον περασμένο Ιανουάριο συντονισμένες έρευνες και για τις τρεις περιπτώσεις.