Η δικογραφία της τότε υπόθεσης δείχνει κοινό τρόπο δράσης από τον κατηγορούμενο για το φόνο του Άλκη
Γνώριμος των Αρχών ήταν ο 23χρονος, που κατηγορείται για τη δολοφονία του 19χρονου Άλκη στη Θεσσαλονίκη.
Ο κατηγορούμενος για την εμπλοκή του στο έγκλημα που έχει συγκλονίσει την ελληνική κοινωνία, στις 14 Μαρτίου 2019 είχε επιτεθεί μαζί με άλλα τρία άτομα, έναν Έλληνα και δύο αλλοδαπούς, με παρόμοιο τρόπο σε δύο νεαρούς, αφού τους αιφνιδίασαν και τους ρώτησαν τι ομάδα είναι. Τα χτυπήματα, όπως αναφέρει το ρεπορτάζ του Mega, ήταν ταυτόσημα με την επίθεση στον Άλκη και τους δύο φίλους του, με μαχαίρι στον μηρό, με τους αστυνομικούς να μιλούν για σχεδόν ίδιες συνθήκες.
Έγινε επίσης επίθεση με φωτοβολίδα, με τον δράστη να σημαδεύει τα δύο παιδιά. Ο 23χρονος τότε συνελήφθη, ωστόσο αφέθηκε ελεύθερος, με τη δίκη εις βάρος του να εκκρεμεί. Όπως αποκαλύπτει σήμερα το Mega, η δικογραφία είχε σχηματιστεί, ωστόσο «πάγωσε».
Όπως αναφέρεται στην τότε δικογραφία:
«Οι κατηγορούμενοι με πρόθεση, έχοντας αποφασίσει να τελέσουν το αδίκημα της επικίνδυνης σωματικής βλάβης, δηλαδή της πρόκλησης σωματικής βλάβης με τρόπο δυνάμενο να προκαλέσει στον παθόντα κίνδυνο για τη ζωή του ή βαριά σωματική του βλάβη, επιχείρησαν πράξη που περιέχει τουλάχιστον αρχή εκτέλεσης, δεν ολοκλήρωσαν όμως στην πράξη αυτή, όχι από δική τους βούληση, αλλά από εξωτερικά εμπόδια.
Και σε άλλο σημείο αναφέρεται:
«Οι κατηγορούμενοι, οι οποίοι τυγχάνουν οπαδοί ποδοσφαιρικής ομάδας της Θεσσαλονίκης, μετέβησαν στην ευρισκόμενη στην περιοχή Χαριλάου στάση του ΟΑΣΘ με την ονομασία ‘Στροφή Πανοράματος’ όπου παρέμεναν ο Π.Φ. και ένας ανήλικος, οπαδοί έτερης ποδοσφαιρικής ομάδας της Θεσσαλονίκης και τους επιτέθηκαν κρατώντας ξύλινα αντικείμενα και προσπάθησαν να τους χτυπήσουν με λακτίσματα και γροθιές, καθώς υπερτερούσαν αριθμητικά, ενώ όταν οι ανωτέρω παθόντες, προκειμένου να διαφύγουν της επίθεσης έτρεξαν προς παρακείμενη οδό, οι κατηγορούμενοι τους καταδίωξαν.
Τα παιδιά που τότε δέχθηκαν επίθεση, γλίτωσαν γιατί άρχισαν να φωνάζουν και τους βοήθησαν περαστικοί.