Του είχε αφαιρεθεί μετά από υποτιμητικές δηλώσεις του για τα ελληνικά πανεπιστήμια και τους καθηγητές
Απορρίφθηκε από το Συμβούλιο της Επικρατείας η αίτηση ακύρωσης της ανάκλησης του τίτλου του επίτιμου διδάκτορα του Πανεπιστημίου Κρήτης που είχε καταθέσει ο Γερμανός καθηγητής Χάινς Ρίχτερ.
Ο καθηγητής είχε προσφύγει στο Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο κατά της σχετικής απόφασης της Συγκλήτου του Πανεπιστήμιου Κρήτης ζητώντας να του επιστραφεί ο τίτλος που αφαιρέθηκε με αφορμή τις δηλώσεις του σε ελληνικά και ξένα ΜΜΕ στα οποία εξέφραζε την δυσαρέσκεια του για τα ελληνικά πανεπιστήμια και τους καθηγητές.
Η 7μελής σύνθεσης του Γ΄ Τμήματος (2571/2021), μεταξύ άλλων, έκρινε ότι η σοβαρή προσβολή του κύρους των ελληνικών Α.Ε.Ι. και κατ’ επέκταση των καθηγητών τους, από πανεπιστημιακό δάσκαλο, αποτελεί λόγο αφαίρεσης του τίτλου του επίτιμου διδάκτορα, χωρίς αυτό να παραβιάζει το Σύνταγμα και την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.
Συγκεκριμένα, στο σκεπτικό της απόφασης τους οι σύμβουλοι Επικρατείας αναφέρουν ότι:
«Δεν παραβιάζει τα άρθρα 14 και 16 του Συντάγματος και 10 της ΕΣΔΑ η αφαίρεση του τίτλου του επίτιμου διδάκτορα λόγω προσβολής του πανεπιστημίου που τον απένειμε και των ελληνικών πανεπιστημίων γενικώς.» Σύμφωνα με την απόφαση «Επίτιμος διδάκτορας πανεπιστημίου δήλωσε σε συνέντευξη σε εφημερίδα πανελλαδικής κυκλοφορίας ότι:
1) Αν ο καθηγητής ελληνικού πανεπιστημίου Φ πει κάτι που δεν αρέσει θα τον απολύσουν,
2) Αν του αφαιρεθεί ο τίτλος του επίτιμου διδάκτορα θα είναι ο δεύτερος Γερμανός στον οποίο θα συμβεί αυτό - από τον πρώτο αφαίρεσαν τον τίτλο οι ναζί. Κατόπιν τούτων, η Σύγκλητος του αφαίρεσε τον τίτλο. Το Δικαστήριο έκρινε κατά πλειοψηφία ότι: α) η απονομή και κατοχή του τίτλου του επίτιμου διδάκτορα ερείδονται στην εκδήλωση αμοιβαίας τιμής μεταξύ του απονέμοντος πανεπιστημίου και του αναγορευομένου.
Συνεπώς, «σοβαροί λόγοι» που δικαιολογούν την αφαίρεση του τίτλου περιλαμβάνουν και πράξεις όπως είναι η σοβαρή προσβολή του κύρους των ελληνικών Α.Ε.Ι. γενικώς και κατ’ επέκταση των καθηγητών τους, επικουρούμενη και από προσβολή ειδικά του Α.Ε.Ι. που απένειμε τον τίτλο. Είναι δε αδιάφορο το ότι οι ως άνω λόγοι δεν ανάγονται στο επιστημονικό υπόβαθρο επί του οποίου ερείδεται η ανακήρυξη. Ο αιτών, πρώην καθηγητής γερμανικού πανεπιστημίου και γνώστης επί δεκαετίες της ελληνικής πραγματικότητας και του αυτοδιοίκητου και της ελεύθερης λειτουργίας των ελληνικών πανεπιστημίων από το 1975, γνώριζε ότι μετά το έτος αυτό δεν έχει απολυθεί κανένας καθηγητής ελληνικού πανεπιστημίου για τις απόψεις του και το έχει παραδεχθεί.
Συνεπώς, ήταν σε θέση να προβλέψει ότι οι ανωτέρω δηλώσεις που αφορούν το κύρος των πανεπιστημίων, συνιστούν σοβαρούς λόγους που μπορεί να δικαιολογήσουν την αφαίρεση του τίτλου. Περαιτέρω, οι δηλώσεις του αιτούντος δίδουν σαφώς την εντύπωση ότι το πανεπιστήμιο είναι δυνατόν να προβεί στην ανάκληση του τίτλου λόγω των πορισμάτων και απόψεων του ιδίου σε βιβλίο του, εφαρμόζοντας έτσι εθνικοσοσιαλιστικές πρακτικές.
Ενόψει δε της βαρύτητας της σύνδεσης του πανεπιστημίου με τον εθνικοσοσιαλισμό, η σύγκριση με τον οποίο, λόγω της φύσης αυτού, προσδίδει τη μεγαλύτερη δυνατή απαξία στον συγκρινόμενο, η δήλωση αυτή είναι προσβλητική για το πανεπιστήμιο και τους καθηγητές του∙ και τούτο, χωρίς να έχει πραγματική βάση ούτε να αναφέρεται σε υπαρκτό ζήτημα δημόσιου ενδιαφέροντος· β) η επέμβαση στα δικαιώματα των άρθρων 14 και 16 Συντ. και 10 ΕΣΔΑ θάλπει τον θεμιτό σκοπό της προστασίας του κύρους των ελληνικών πανεπιστημίων και των καθηγητών τους· γ) δεν παραβιάζει την αρχή της αναλογικότητας.».