Αναλυτικά τι αναφέρει στην πρόταση του για τον συζυγοκτόνο των Γλυκών Νερών και τον τρόπο που έδρασε
Ως ένας άνθρωπος «πάντα ψύχραιμος και αυτοκυριαρχούμενος» έδρασε ο Μπάμπης Αναγνωστόπουλος το μοιραίο βράδυ της δολοφονίας της συζύγου του Καρολάιν, σύμφωνα με τον εισαγγελέα Γιώργο Νούλη, ο οποίος με μια πρόταση καταπέλτη ζητεί την παραπομπή του σε δίκη ενώπιον του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου.
Ο εισαγγελικός λειτουργός στην πολυσέλιδη πρόταση του αναφέρει πως από τα στοιχεία της δικογραφίας για τη δολοφονία στα Γλυκά Νερά «σχηματίζεται απόλυτη βεβαιότητα σχετικά με την ένταση του ατιθάσευτου φρονήματος του κατηγορουμένου , της σκληρότητας και του ανάλγητου της προσωπικότητας του». Μάλιστα, ο εισαγγελικός λειτουργός σε 11 σημεία καταγράφει τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των κακουργηματικών του πράξεων δίνοντας έμφαση στην μεθοδικότητα με την οποία κινήθηκε για να καλύψει τα ίχνη του καθώς έφτασε στο σημείο να ζητήσει ακόμη και ψυχολογική στήριξη για να ξεπεράσει τη θλίψη του.
Ο εισαγγελέας αναφέρεται στην «από μέρους του ψυχρή και μεθοδική εξύφανση λεπτομερούς ψεύδους σεναρίου περί επιδρομής στον τόπο του εγκλήματος αγνώστων ληστών, οι οποίοι δήθεν διέπραξαν τα εγκλήματα στα οποία ο ίδιος προέβη, προς αποπροσανατολισμό των αστυνομικών και διωκτικών αρχών. Περαιτέρω δε υποστήριξη της κατασκευής αυτής από προσχεδιασμένες παραπειστικές κινήσεις προς τούτο την υποκριτική και αμετανόητη στάση του μετά την ανθρωποκτονία που διέπραξε καθώς αναζήτησε ψυχολογική στήριξη για την διατήρηση της θλίψης του από την απώλεια της συζύγου του».
Συγκεκριμένα, η εισαγγελική πρόταση προς το αρμόδιο δικαστικό Συμβούλιο αναφέρει:
- Την υποκριτική και αμετανόητη στάση του κατηγορούμενου μετά την ανθρωποκτονία που διέπραξε, καθώς αναζήτησε ψυχολογική στήριξη για την διαχείριση της προσποιητής θλίψης του από την απώλεια της συζύγου του
- από την θρασύτητα και την έλλειψη μεταμέλειάς του, ως προκύπτει από την άνεση και την παρουσία και συμμετοχή του ως «τεθλιμμένου χήρου» στις θρησκευτικές τελετές μνήμης της φονευθείσας από τον ίδιο συζύγου του και
- Τον κυνισμό και την φιλαυτία που επέδειξε ακόμη και μετά την ομολογία των πράξεών του καθώς επιχείρησε να δικαιολογήσει το ψευδές σκηνικό ληστείας που επεξεργάστηκε απεργάστηκε προς αποφυγή των ποινικών ευθυνών του ως προερχόμενο από το ενδιαφέρον του «η κόρη του να μεγαλώσει τουλάχιστον με τον πατέρα της». Ήτοι ο ίδιος να απολαύσει την πατρότητα και την ανατροφή ενός παιδιού από το οποίο βίαια στέρησε από την βρεφική του ηλικία την μητέρα του που αυτό ούτε καν θα θυμάται!
«Ήθελε να την χειραγωγεί»
Ο εισαγγελικός λειτουργός στις σελίδες της πρότασης του σκιαγραφεί τη σχέση της Καρολάιν και του κατηγορούμενου . Πρόκειται για μια σχέση αλληλεξάρτησης γεμάτη εντάσεις. Η αποβολή αλλά και τα προβλήματα υγείας που αντιμετώπισε η μικρή Λυδία, σύμφωνα με την πρόταση, είχαν προκαλέσει μεταπτώσεις στην συμπεριφορά της 20χρονης Καρολάιν η οποία ωστόσο σύμφωνα με την σύμβουλο ψυχικής υγείας που επισκεπτόταν μαζί με τον κατηγορούμενο για περίπου τρεις μήνες δεν έπασχε από επιλόχειο κατάθλιψη.
Για τον εισαγγελέα το ζεύγος ζούσε απομονωμένο -με επιλογή κυρίως του κατηγορουμένου- ακόμη και από τις οικογένειες του και σε αυτό βοήθησε και η πανδημία. Ο εισαγγελικός λειτουργός κάνει λόγο για «στάση συστηματικής απομάκρυνσης της συζύγου του από άλλες κοινωνικές δραστηριότητες, σχέσεις και συναναστροφές, με σκοπό να έχει το διαρκή έλεγχο των κινήσεων της ώστε να μπορεί να την χειραγωγεί» και να ελέγχει όλες τις κινήσεις της. Εκείνη από την πλευρά της, σύμφωνα με τον εισαγγελέα, «βίωνε ως εγκλεισμό την σχέση της με τον κατηγορούμενο, διακατεχόταν σε αυτή ενόψει και της ηλικιακής τους διαφοράς από σύνδρομο «συνεξάρτησης» ενώ σημειώνει ότι η «ίδια εμφανιζόταν φοβισμένη, στους συχνούς διαπληκτισμούς τους και σε στιγμές έξαρσης εκτόξευε προς τον κατηγορούμενο μη σοβαρές απειλές περί αποχώρησης της από την συζυγική οικία είτε μόνη της είτε μαζί με το παιδί τους».
Η εκτέλεση του σχεδίου της δολοφονίας
Στην πρόταση του ο εισαγγελέας αναφέρεται με λεπτομέρειες στην βραδιά της δολοφονίας και τον τρόπο με τον οποίο ο προφυλακισμένος πιλότος εκτέλεσε το σχέδιο του να δολοφονήσει την γυναίκα του και να μεγαλώσει μόνος την κόρη τους.
« Ο κατηγορούμενος αποφάσισε να προχωρήσει στην εκτέλεση σχεδίου εξόντωσης της συζύγου του, που από καιρό καλλιεργούσε στην σκέψη του, με σκοπό να απαλλαγεί από την παρουσία της και να απομείνει μόνος με το παιδί τους.» αναφέρει ο εισαγγελικός λειτουργός σημειώνοντας πως ο κατηγορούμενος εκτέλεσε το σχέδιο του σε δυο φάσεις. Η πρώτη αφορούσε τη δολοφονία και η δεύτερη την εμφάνιση του θανάτου της Καρολάιν ως προϊόν εγκληματικής ενέργειας αγνώστων δραστών ώστε να μην καταστεί ο ίδιος ύποπτος. «Κι ενόσω το μωρό κοιμόταν στο σαλόνι της οικίας και η Κράουτς στην κρεβατοκάμαρα του άνωθεν αυτού ορόφου ο κατηγορούμενος προχώρησε, με τη χρήση γαντιών χειρός, σε σειρά ενεργειών προκειμένου να διαμορφώσει στο χώρο της οικίας εικονικό σκηνικό «ληστείας μετά φόνων» περιγράφει ο εισαγγελέας.
Συγκεκριμένα, όπως αναφέρει ο εισαγγελικός λειτουργός ο κατηγορούμενος:
- προέβη στην βίαιη αποκόλληση κάμερας παρακολούθησης του χώρου σαλονιού -καθιστικού, που ήταν τοποθετημένη (βιδωμένη) στην οροφή του, ώστε να μην καταγράφονται οι κινήσεις του υποστήριξης του σεναρίου που εμπνεύστηκε
-προχώρησε στην αφαίρεση και την καταστροφή της κάρτας μνήμης της συγκεκριμένης συσκευής με σκοπό την εξαφάνιση του.
-στην αποξήλωση του παραθύρου του υπογείου της μεζονέτας το οποίο στη συνέχεια απέκρυψε στο χώρο του πλυσταριού, ώστε να δημιουργήσει «πύλη εισόδου» των «αγνώστων ληστών» στο σπίτι
-επέφερε σε επιλεγμένους χώρους της μεζονέτας (καθιστικό σαλόνι) τεχνητή εικόνα ακαταστασίας, ώστε να εμφανίζουν εικόνα άτακτης της έρευνας τους (ενδεικτικά, αναστάτωση βιβλιοθήκης, ρίψη στο δάπεδο πλαστικού κουτιού του επιτραπέζιου παιχνιδιού monopoly) και
-απομάκρυνε από το χώρο του σαλονιού τιμαλφή του ζεύγους (βέρες, δαχτυλίδια) τα οποία και απέκρυψε εντός πλαστικής σακούλας στο ρεζερβουάρ της μοτοσυκλέτας του, ώστε να τα παρουσιάσει ως «λεία των επιδρώντων ληστών».”.
«Απόλυτα ψύχραιμος αιφνιδίασε τον κοιμώμενο θύμα του»
«Αφού ολοκλήρωσε το πρώτο μέρος της «σκηνογραφίας» των χωρών του ισογείου του σπιτιού ο κατηγορούμενος περί ώρα 4:05 ανέβηκε στο υπνοδωμάτιο της μεζονέτας όπου κοιμόταν ανύποπτη η σύζυγος του. Απόλυτα ψύχραιμος αιφνιδίασε τον κοιμώμενο σε πρηνή θέση (μπρούμυτα) θύμα, το οποίο και ακινητοποίησε με το υπέρτερο σωματικό βάρος του.» αναφέρει ο εισαγγελέας ο οποίος κάνει λόγο για αγωνιώδη θάνατο λέγοντας: «Με τη δύναμη των χεριών του πίεσε ισχυρά το κεφάλι της Κράουτς προς το μαξιλάρι με αποτέλεσμα την απόφραξη των έξω στομίων των αεροφόρων οδών αυτής (στόμα και ρουθούνια). Τούτο επέφερε σταδιακή δυσχέρεια στην αναπνοή της, αυτή σθεναρά προσπάθησε να αντιδράσει, πλην όμως τούτο δεν κατέστη δυνατό. Η προσπάθεια αυτή του κατηγορουμένου να εξοντώσει την σύζυγό του διήρκεσε επί πεντάλεπτο και τελικώς το θύμα κατέληξε λόγω ασφυξίας περί ώρα 4:11. Και τούτο αφού κατά τη διάρκεια της δολοφονίας το θύμα βίωσε έντονο σωματικό και ψυχικό στρες, με το θάνατο του να είναι όχι ακαριαίος αλλά αγωνιώδης».
Η δράση των «φανταστικών» ληστών
Στη συνέχεια ο εισαγγελέας αναφέρεται στις κινήσεις που ο κατηγορούμενος πιλότος με απόλυτη ψυχραιμία προχώρησε στην υλοποίηση του εγκληματικού του σχεδίου που αφορούσε την δήθεν εισβολή στο σπίτι ληστών που σκότωσαν την άτυχη Καρολάιν.
Όπως περιγράφει:
-την ώρα 4:20 φόνευσε δια απαγχονισμού τον οικόσιτο σκύλο ονόματι Ρόξι. Το άτυχο ζώο κρεμάστηκε από αυτόν με το λουρί του στα κάγκελα της εσωτερικής σκάλας μεταξύ ισογείου και πρώτου ορόφου. Η τέλεση του εγκλήματος αυτού είχε δε την στόχευση, τόσο να εμφανιστεί πειστικότερο το σενάριο της βιαιότητας των «φανταστικών» ληστών, οι οποίοι πλην της συζύγου του σκότωσαν και τον τετράποδο, όσο και να απομακρυνθούν οι τυχόν υποψίες από το πρόσωπο του κατηγορουμένου, αφού δεν θα ήταν πιθανό να θεωρηθεί ότι ο ίδιος το κακοποίησε.
- Προέβη στην επιλεκτική αναστάτωση και του χώρου της κρεβατοκάμαρας, όπου σκότωσε το θύμα, με την αφαίρεση και την ρίψη στο δάπεδο συρταριού κομοδίνου. Και τούτο προς διαμόρφωση εικόνας έρευνας και του ακριβούς σημείου του εγκλήματος
-μετακίνησε το κοιμώμενο στο ισόγειο όροφο μωρό του ζεύγους και το τοποθέτησε επάνω στο κρεβάτι του υπνοδωματίου, δίπλα στην άρτι δολοφονηθείσα από τον ίδιο μητέρα του. Και τούτο με σκοπό να προσδώσει ένα περαιτέρω δραματικό τόνο στο όλο σενάριο και να μεγεθύνει την αγριότητα των ανύπαρκτων ληστών
- Με τη χρήση σπάγκου και μονωτικής ταινίας έδεσε μόνος του μεταξύ τους τα χέρια του μπροστά και τα πόδια του, στη συνέχεια προσδέθηκε στις τάβλες του κρεβατιού στο δάπεδο του υπνοδωματίου. Περαιτέρω, περιτύλιξε το λαιμό του με μονωτική ταινία, με την οποία κάλυψε το στόμα και τα μάτια του, ώστε να εμφανιστεί ότι ο ίδιος ακινητοποιηθείτε από τους ληστές. Αντίστοιχα, έπραξε και με το σώμα της συζύγου του, του οποίου τα χέρια έδεσε πισθάγκωνα με μια γκρι ζακέτα, ενώ γύρω από τον τράχηλο της είχε περιτυλίξει παντελόνι φόρμας ώστε να εμφανίσει ακόμα πιο πειστικό το αφήγημα περί «ληστρικής βιαιότητας».
Νωρίτερα, είχε επικοινωνήσει με τις αρχές επιχειρώντας «να γίνει πιστευτή η κατασκευή του ότι κατά την προσπάθεια επικοινωνίας του με την αστυνομική αρχή ήταν πράγματι δεμένος».
Έπαιξε θέατρο για να απομακρύνει τις υποψίες
Επικαλούμενος την προανάκριση αλλά και τις καταθέσεις που έδωσε ο Μπάμπης Αναγνωστόπουλος στους αστυνομικούς ο εισαγγελέας αναφέρει ότι ο κατηγορούμενος επέμενε να προβαίνει σε υποκριτικές ενέργειες για να παραπλανήσει τις αρχές και να απομακρύνει τις υπόνοιες από τον ίδιο.
Παράλληλα ο εισαγγελικός λειτουργός αποδομεί τους ισχυρισμούς του Μπάμπη Αναγνωστοπούλου ότι ο θάνατος της 20χρονης ήταν ατύχημα.
Επικαλούμενος, μεταξύ άλλων, «την έλλειψη αναφοράς συμβάντος τέτοιας έντασης που θα μπορούσε να πυροδοτήσει αιφνίδια έκρηξη ασυγκράτητων συναισθημάτων και την χρονική απόκλιση μεταξύ του επεισοδίου με το μωρό και του χρόνου της φονεύσεις της θανούσης». Για τον εισαγγελέα ο κατηγορούμενος είχε «πλήρη διαύγεια» και αυτό προκύπτει από «την πληρότητα της σχετικής «σκηνοθεσίας» τόσο μετά την τέλεση της ανθρωποκτονίας όσο και πριν από αυτή, η οποία και καταδεικνύει ότι την επεξεργάστηκε νωρίτερα και υπολογισμένα και όχι υπό το κράτος ανεξέλεγκτης παρόρμησης. Είδε χρονική τοποθέτηση από τον ίδιο όλων των «σκηνοθετικών» ενεργειών του μετά την θανάτωση του θύματος και ως προϊόν πανικού του αφενός μεν είναι παντελώς άνευ εννόμου επιρροής ως προς το χαρακτηρισμό της πράξης, αφετέρου δε τελείως αβάσιμη, αφού εντός δίωρο από την κατάληξη του θύματος έως και την ειδοποίηση της άμεσης δράσης δεν είναι χρονικά αντικειμενικά εφικτή η πραγμάτωση του συνόλου των προαναφερθεισών παραπλανητικών ενεργειών προς υποστήριξη του κατασκευασμένου σεναρίου περί της δήθεν ληστείας».