Ο καθηγητής Πολιτικής Υγείας υπενθυμίζει τις τρεις βασικές λειτουργίες που επιτελούν τα εμβόλια
Μπορεί να δούμε έναν αυξημένο αριθμό θετικών μοριακών τεστ PCR σε εμβολιασμένους, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει, πως θα αναπτύξουν σοβαρή νόσο, επειδή το τεστ τους βγήκε θετικό, τονίζει σε ανάρτηση του στο Facebook o καθηγητής Πολιτικής της Υγείας Ηλίας Μόσιαλος, της Σχολής Οικονομικών και Πολιτικών Επιστημών του Λονδίνου (LSE).
Όπως επισημαίνει, αν κάποιος εμβολιασμένος κολλήσει, δεν έχει αποτύχει το εμβόλιο κατά του κορονοϊού, καθώς οι εμβολιασμένοι προστατεύονται από τη σοβαρή λοίμωξη και την μετέπειτα επιπλοκή της υγείας τους και την εισαγωγή στο νοσοκομείο. Ο κ. Μόσιαλος υπενθυμίζει, ότι τα εμβόλια επιτελούν τρεις βασικές λειτουργίες:
1. Μπορούν να αποτρέψουν πλήρως τη λοίμωξη από ένα παθογόνο οργανισμό.
2. Αν δεν καταφέρουν να αποτρέψουν τελείως τη λοίμωξη και κολλήσουμε μια νόσο, μπορούν να μας προστατεύσουν από τη σοβαρή έκβαση των συμπτωμάτων που προκαλεί το παθογόνο, δηλαδή να μην μπούμε στο νοσοκομείο επειδή νοσούμε βαριά.
3. Μπορούν να μειώσουν τη διασπορά της νόσου από εμάς και δεδομένου πως μας έχουν ήδη προστατεύσει από τη σοβαρή νόσο.
Όπως τονίζει, νεότερα δεδομένα από το Ισραήλ -με βάση την εικόνα της 9ης Νοεμβρίου- επιβεβαιώνουν ότι τα εμβόλια έχουν ισχυρή αποτελεσματικότητα έναντι του να κολλήσει κάποιος τον ιό. Το μεγαλύτερο ποσοστό των εμβολιασμένων που έχουν κάνει την τρίτη δόση, γύρω στο 90,2%-95,9%, προστατεύονται από τη λοίμωξη. Επίσης, η προστασία από τη σοβαρή λοίμωξη σε όσους διαγνώστηκαν θετικοί, ήταν 79%-100% σε όσους είχαν κάνει δύο δόσεις και 95,1%-100% σε όσους είχαν κάνει τρεις δόσεις.
Εξάλλου, στοιχεία από το Τέξας των ΗΠΑ, από τις 15 Ιανουαρίου έως την 1η Οκτωβρίου, δείχνουν ότι οι μη εμβολιασμένοι είχαν 45 φορές περισσότερες πιθανότητες να προσβληθούν από Covid-19 σε σχέση με τους πλήρως εμβολιασμένους. Ακόμα πιο ενθαρρυντικό, σύμφωνα με τον κ. Μόσιαλο, είναι πως η επίδραση του εμβολιασμού στην κοινότητα ήταν ισχυρή σε όλες τις ηλικιακές ομάδες, με τη μεγαλύτερη προστατευτική επίδραση στα παιδιά ηλικίας 12 έως 17 ετών.
«Ταυτόχρονα», προσθέτει, «πάλι κοιτώντας τα στοιχεία από το Τέξας, βλέπουμε και πόσο ατυχή πορεία είχαν οι μη εμβολιασμένοι που προσβλήθηκαν. Από αυτούς που κόλλησαν τον ιό, από τις 15 Ιανουαρίου 2021 έως την 1η Οκτωβρίου 2021, οι μη εμβολιασμένοι είχαν 40 φορές περισσότερες πιθανότητες να καταλήξουν, σε σχέση με τους πλήρως εμβολιασμένους.
Παρά τα εξαιρετικά αποτελέσματα των εμβολίων, βέβαια υπάρχουν ανεμβολίαστοι. Και όπως φαίνεται η έκκληση στο φιλότιμο ή τη λογική δεν είναι πάντα η μικρότερη απόσταση από το Α στο Β. Είναι απλά κρίμα όμως, γιατί όσοι δεν έχουν εμβολιαστεί ακόμα, δεν έχουν πιάσει κορόιδα εμάς που εμβολιαστήκαμε. Απλά ρισκάρουν, άσκοπα και χωρίς στοιχεία, την υγεία τους», καταλήγει.