Για τριπλό έγκλημα ενάντια στην άγρια ζωή και τη δημόσια υγεία κάνουν λόγω οι αρμόδιοι φορείς
Άλλο ένα σοβαρό περιστατικό δηλητηρίασης της άγριας ζωής πρόσθεσε νέα θύματα στον ήδη μακρύ κατάλογο των ζώων που έχουν χάσει τη ζωή τους εξαιτίας της παράνομης χρήσης δηλητηριασμένων δολωμάτων στην ελληνική ύπαιθρο. Αυτή τη φορά πρόκειται για έναν Χρυσαετό 3ου έτους, που εντοπίστηκε νεκρός στην περιοχή του χωριού Περίβλεπτο Παρανεστίου Δράμας. Το πουλί βρέθηκε με τη δηλητηριασμένη τροφή στο ράμφος του.
Ο εντοπισμός του προστατευόμενου και απειλούμενου με εξαφάνιση αετού κατέστη εφικτός καθώς το πουλί έφερε δορυφορικό πομπό στο πλαίσιο διδακτορικής διατριβής για τη μελέτη του είδους στο τμήμα Βιολογικών Εφαρμογών και Τεχνολογιών του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων.
Ο υποψήφιος διδάκτορας Λαυρέντης Σιδηρόπουλος ενημέρωσε τον Φορέα Διαχείρισης Οροσειράς Ροδόπης (ΦΔΟΡ), ο οποίος προχώρησε άμεσα στη συγκρότηση κλιμακίου από τον ΦΔΟΡ και το δασαρχείο Δράμας για τη διαχείριση του περιστατικού. Σύμφωνα με τις ενδείξεις της τηλεμετρίας, ο Χρυσαετός δηλητηριάστηκε μια μέρα πριν από την εύρεσή του.
Ακολουθώντας τα μέλη του κλιμακίου την πορεία του πουλιού κι έπειτα από έρευνα, εντοπίστηκε κοντά στο Πολυνέρι Παρανεστίου -τέσσερα χιλιόμετρα μακριά από το σημείο όπου βρέθηκε ο Χρυσαετός- το δηλητηριασμένο δόλωμα που αποτέλεσε την αιτία θανάτου του. Ήταν εντόσθια ζαρκαδιού, που είχαν περιχυθεί από δηλητηριώδη σκόνη.
Μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, ο πρόεδρος του ΦΔΟΡ Σταύρος Κεγαχγιόγλου εξέφρασε τη μεγάλη λύπη του για το περιστατικό, σημειώνοντας με έμφαση ότι «τα περιστατικά με δηλητηριασμένα άγρια ζώα έχουν λάβει μεγάλες διαστάσεις. Δυστυχώς, ορισμένοι, λόγω έλλειψης παιδείας αλλά και στοιχειώδους αντίληψης, συνεχίζουν να προκαλούν τεράστια καταστροφή στο οικοσύστημα».
Ο κ. Κεχαγιόγλου επισημαίνει ότι οι δηλητηριάσεις της άγριας πανίδας οφείλονται στο γεγονός είτε γιατί ορισμένοι κτηνοτρόφοι βάζουν δηλητηριασμένα δολώματα για να προστατέψουν τα κοπάδια τους από τους λύκους, είτε γιατί υπάρχει αντιπαλότητα μεταξύ κυνηγών που προσπαθούν να δηλητηριάσουν τα σκυλιά.
«Η τακτική αυτή είναι απαράδεκτη και εγκληματική», σημειώνει και προσθέτει: «έχουμε πει τους κτηνοτρόφους ότι μπορούν να προστατεύουν τα κοπάδια τους με ηλεκτροφόρους φράκτες. Έχουμε κάνει κατ' επανάληψη ενημερωτικές εκδηλώσεις, έχουμε βγάλει ανακοινώσεις, αλλά όλες οι ενέργειές μας δυστυχώς δεν αποδίδουν όσο θα έπρεπε. Είναι θέμα παιδείας και αντίληψης. Στην περίπτωση του Χρυσαετού κάποιος σκότωσε το ζαρκάδι, πήρε το ζώο και δηλητηρίασε τα εντόσθια που τα άφησε για να τα φάει ποιο ζώο και γιατί; Είναι τραγικό αυτό που συμβαίνει. Παλιότερα είχαμε ανάλογο περιστατικό με ένα ζευγάρι γυπαετών που ήταν είδος προς εξαφάνιση και πέθαναν με τον ίδιο τρόπο. Μάλιστα, σε εκείνη την περίπτωση, είχαμε και προβλήματα με τις αρμόδιες υπηρεσίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης».
Σε κοινή ανακοίνωσή τους, ο ΦΔΟΡ και η Ελληνική Ορθολογική Εταιρεία τονίζουν -μεταξύ άλλων- ότι «το πρόσφατο αυτό περιστατικό συγκεντρώνει μια σωρεία παραβάσεων ενάντια της άγριας ζωής και της δημόσιας υγείας: πρόκειται για ένα τριπλό έγκλημα που περιλαμβάνει τη θανάτωση δύο προστατευόμενων ειδών: ενός ζαρκαδιού που χρησιμοποιήθηκε για δόλωμα και ενός Χρυσαετού, αυστηρά προστατευόμενου είδους από την ελληνική, ενωσιακή και διεθνή νομοθεσία. Το περιστατικό έλαβε χώρα εντός του Καταφυγίου Άγριας Ζωής Πρινόλοφου- Μαυροκορδάτου και εκτός από την παράνομη θήρα του ίδιου του ζαρκαδιού έγινε παράνομη χρήση δηλητηριασμένου δολώματος».
«Αξίζει να αναφερθεί», τονίζεται στην ανακοίνωση, «ότι μόνο εντός της τελευταίας διετίας έχουν καταγραφεί 11 περιστατικά χρήσης δηλητηριασμένων δολωμάτων εντός του Εθνικού Πάρκου Οροσειράς Ροδόπης, ενώ τουλάχιστον άλλα έξι έχουν σημειωθεί στην ευρύτερη περιοχή. Αν και οι Χρυσαετοί, όπως και γενικότερα τα αρπακτικά πουλιά, δεν αποτελούν το κύριο είδος- στόχο δηλητηρίασης (όπως ο Λύκος, για παράδειγμα), αποτελούν συχνά παράπλευρα θύματα, μιας και καταναλώνουν νεκρά ζώα που θα βρουν στην ύπαιθρο, με αποτέλεσμα να πλήττονται σε μεγάλο βαθμό από την παράνομη χρήση και διασπορά στη φύση δηλητηριασμένων δολωμάτων».
Πηγή φωτογραφίας: ΑΠΕ-ΜΠΕ