Ο 32χρονος βρίσκεται αντιμέτωπος με δύο κακουργήματα και δύο πλημμελήματα
Ο χρόνος μετρά αντίστροφα για την απολογία του 33χρονου πιλότου που ομολόγησε την δολοφονία της 20χρονης συζύγου του στα Γλυκά Νερά.
Ο κατηγορούμενος μελετά τα στοιχεία της δικογραφίας μαζί με τους συνηγόρους προκειμένου να είναι έτοιμος την ερχόμενη Τρίτη να απολογηθεί ενώπιον του ανακριτή για τα βαρύτατα αδικήματα τα οποία αντιμετωπίζει. Σε βάρος του έχει ασκηθεί ποινική δίωξη για δύο κακουργήματα και δύο πλημμελήματα. Πρόκειται για τέσσερα αδικήματα τα οποία επισύρουν βαρύτατες ποινές, εφόσον του αποδοθούν και σε μεταγενέστερα στάδια της ποινικής διαδικασίας.
Συγκεκριμένα, ο 33χρονος πιλότος κατηγορείται για το κακούργημα της ανθρωποκτονίας από πρόθεση τελεσθείσας σε ήρεμη ψυχική κατάσταση. Σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 299 ΠΚ, “όποιος σκότωσε άλλον τιμωρείται με κάθειρξη ισόβια ή πρόσκαιρη τουλάχιστον δέκα ετών”, ενώ αν η πράξη αποφασίστηκε και εκτελέστηκε σε βρασμό ψυχικής ορμής, επιβάλλεται κάθειρξη έως 15 έτη.
Ο κατηγορούμενος είναι αντιμέτωπος και με το κακούργημα της κακοποίησης ζώου. Σύμφωνα με πρόσφατη τροπολογία του Υπουργείου Δικαιοσύνης, επιβάλλεται ποινή κάθειρξης έως 10 έτη κατ' ανώτατο όριο, σε όποιον φονεύει ή βασανίζει ζώα καθώς και χρηματική ποινή μέχρι 500 ημερήσιες μονάδες, το ύψος των οποίων ορίζεται από 50 έως 100 ευρώ έκαστη.
Σχετικά με το πλημμέλημα της ψευδούς καταγγελίας επειδή κατέστησε άλλους υπόπτους με το οποίο επίσης διώκεται ο κατηγορούμενος, σύμφωνα με το άρθρο 230 ΠΚ, "όποιος, χωρίς να καθιστά άλλον ύποπτο, παριστάνει εν γνώσει του ψευδώς στην αρχή ότι τελέστηκε κάποιο κακούργημα ή πλημμέλημα, τιμωρείται με φυλάκιση έως ένα έτος ή χρηματική ποινή".
Για το πλημμέλημα της ψευδούς κατάθεσης κατ’ εξακολούθηση στις αρχές η παράγραφος 1 του άρθρου 224 ΠΚ, προβλέπει ότι “όποιος, ενώ εξετάζεται ως διάδικος ή μάρτυρας σε δικαστήριο ή ενώπιον αρχής αρμόδιας να ενεργεί εξέταση για την κρινόμενη υπόθεση, εν γνώσει του καταθέτει ψευδή στοιχεία σχετικά με την υπόθεση αυτή ή αρνείται ή αποκρύπτει την αλήθεια, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών έως τρία έτη και χρηματική ποινή”.