Ο... τρόμος της μάνας για το Κ2, η έκπληξη των φίλων και το «ταβάνι» στους στόχους
Ασχολείται με την ορειβασία από τα 16 του χρόνια και παρόλο που έχει πατήσει πολλές κορυφές δεν σταματά ποτέ να θέτει ολοένα και υψηλότερους στόχους. Για τον 30χρονο αστυνομικό Φώτη Θεοχάρη, ο οποίος ανέβηκε πέρυσι στις ελβετικές Άλπεις για να συμβάλει στην υποστήριξη του έργου της Ελληνικής Εταιρείας Προστασίας και Αποκατάστασης Αναπήρων Προσώπων (ΕΛΕΠΑΠ), η κορυφή του Broad Peak, στα 8047μ, και φυσικά το θρυλικό Κ2 στα 8611μ αποτελεί όνειρο ζωής. Ένα όνειρο που φαίνεται να παίρνει σιγά σιγά «σάρκα και οστά» αφού λίγος καιρός απομένει πλέον ώσπου να ετοιμάσει τις βαλίτσες του για το Πακιστάν.
Το νέο εγχείρημα του Φώτη Θεοχάρη ξεκινά στις αρχές Ιουνίου, οπότε θα επιβιβαστεί στο αεροπλάνο με προορισμό το Ισλαμαμπάντ. Από εκεί, μ' ένα trekking μερικών ημερών στόχο έχει να φτάσει στην κατασκήνωση Βάσης του Broad Peak, να εγκλιματιστεί στο υψόμετρο και ν' ανέβει στην κορυφή των 8047μ. Αν όλα πάνε καλά -και «Θεού επιτρέποντος», όπως χαρακτηριστικά λέει- στη συνέχεια στόχος είναι η ανάβαση στην κορυφή του Κ2 στα 8611μ.
Η διάρκεια του όλου εγχειρήματος θα είναι 2 μήνες και, όπως εξηγεί στο Αθηναϊκό/Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο Ευρυτάνας αστυνομικός, η συμμετοχή του δεν θα συμπεριλαμβάνει Sherpa Guide αλλά με Πακιστανό HAP (βοηθός βαστάζος υψομέτρου) θα αλληλοβοηθούνται ώστε να ανεβάζουν τα πράγματά τους στις κατασκηνώσεις.
Με απόλυτο σεβασμό «που αρμόζει να έχει κανείς για τα βουνά αλλά και για όσους βοηθήσουν στην επίτευξη του στόχου» αλλά και «με την αγάπη των δικών του ανθρώπων να τον συντροφεύουν και τις σημαίες των αρωγών που βοηθούν σε αυτό το εγχείρημα», ο 30χρονος αδημονεί, όπως εξομολογείται στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, γι' αυτή τη μεγάλη αποστολή.
Ο... τρόμος της μάνας για το Κ2, η έκπληξη των φίλων και το «ταβάνι» στους στόχους
Στην ερώτηση πώς αντέδρασαν οι δικοί του άνθρωποι στο άκουσμα της νέας αυτής αποστολής, η απάντησή του είναι αφοπλιστική: «"Κ2;", με ρώτησε τρομοκρατημένη η μάνα του! Πιθανολογώ ότι αναζήτησε βίντεο και άλλο υλικό που υπάρχει στο ίντερνετ σχετικά με το βουνό. Είναι μια παραδοχή ότι οποιοσδήποτε γονέας νοιάζεται για το παιδί του, ανησυχεί και δεν θέλει να του συμβεί κάτι άσχημο. Ωστόσο, οι γονείς μου πιστεύουν σε μένα και με εμπιστεύονται όταν ακολουθώ τον δρόμο προς τις κορυφές καθώς στο νου μου γνωρίζουν ότι επικρατεί η σωφροσύνη περισσότερο και όχι τόσο η ματαιοδοξία. Ομοίως με μεγάλη έκπληξη άκουσαν οι κοντινοί φίλοι και η φίλη μου για τη νέα αποστολή. Μου έχουν όμως εμπιστοσύνη, με αγαπούν και με στηρίζουν», λέει ο Φώτης Θεοχάρης.
Το μόνο «ταβάνι» που βάζει στους στόχους του είναι ο ...τραπεζικός του λογαριασμός! «Το μόνο ταβάνι που βλέπω είναι το οικονομικό όριο του τραπεζικού λογαριασμού μου, το οποίο είναι πενιχρό, αλλά δεν χάνω την αισιοδοξία μου. Τα όνειρα είναι για να μας κρατούν ζωντανούς. Τα όνειρα μου τα κάνω στόχους και τους στόχους μου τους κάνω πράξη. Βέβαια, προσπαθώ να είναι στην σφαίρα του εφικτού», λέει χαρακτηριστικά και εξομολογείται πως για όλα τα παράτολμα -περισσότερο ή λιγότερο- εγχειρήματά του στο βουνό αντλεί έμπνευση από επιτεύγματα ορειβατών που συγκλόνισαν την ορειβατική κοινότητα στο παρελθόν με τα κατορθώματα τους ή από βιβλία ορειβασίας και χάρτες, αλλά κυρίως από μέσα του...
Μάλιστα, ποτέ δεν επαναπαύεται καθώς, όπως λέει, «στα βουνά δεν πηγαίνω για τίτλους ή δαφνοστέφανα αλλά γιατί ως ορειβάτης έχω την ανάγκη να εξερευνήσω, να θαυμάσω το μεγαλείο του πλανήτη». Γι' αυτό και θέτει συνεχώς νέους στόχους, ακόμη και πριν ολοκληρωθεί ένα εγχείρημα που έχει σκεφτεί κι αυτό επειδή, όπως χαρακτηριστικά λέει, «είναι πάρα πολλά που μπορεί να κάνει κανείς και αμέτρητα τα βουνά του κόσμου!».
Η πρώτη φορά στην κορυφή και η δυσκολότερη -έως σήμερα- ανάβαση
Την πρώτη φορά που ανέβηκε στο βουνό ένιωσε, όπως λέει, «σαν βρέφος που άνοιξε τα μάτια του και αντίκρισε έναν νέο κόσμο». Έκτοτε κάθε φορά που αντικρίζει βουνό «ξυπνούν» μέσα του διαφορετικά συναισθήματα. «Συνήθως θέλω ν' ανέβω στην κορυφή τους για ν' απολαύσω τη θέα αλλά η πραγματική απόλαυση είναι κατά τη διάρκεια της ανάβασης. Είτε πρόκειται για ένα χαμηλό βουνό είτε για ένα πολύ ψηλό βουνό, πρέπει να θυμόμαστε πόσο μικροί είμαστε σε αυτό τον κόσμο», λέει ο 30χρονος, ο οποίος δίνει ιδιαίτερη έμφαση στον σεβασμό απέναντι στο βουνό.
«Κανένα βουνό δεν είναι ασφαλές. Κανένα βουνό δεν καλεί κάποιον για να το κατακτήσει. Τα βουνά απαιτούν σεβασμό, άλλωστε η Μητέρα Φύση έχει αποδείξει ότι όταν δεν τη σεβόμαστε με τις πράξεις μας, μας συνετίζει, μερικές φορές ανεπανόρθωτα. Για μένα σεβασμός για το βουνό σημαίνει από την απλή πράξη του να μην πετάω σκουπίδια έως και να μην βωμολοχώ στο βουνό σε μια δύσκολη διαδρομή αναρρίχησης. Μεγαλύτερο σεβασμό απαιτεί το βουνό σε ό,τι αφορά τους κινδύνους (καιρικές συνθήκες, λιθοπτώσεις, χιονοστιβάδα)», εξηγεί.
Και παρ' όλο που κάθε ανάβαση έχει τις δυσκολίες και τις ιδιαιτερότητές της, μία απ' αυτές τού έμεινε ανεξίτηλα χαραγμένη στο μυαλό. «Θυμάμαι το 2017 στις Άνδεις, στην Αργεντινή, ήταν να ανεβούμε το ψηλότερο βουνό της Αμερικής, το Aconcagua 6962μ. Όλη η αποστολή για μένα ήταν ένα βάσανο, γιατί ταλαιπωριόμουν από λοίμωξη του ουροποιητικού συστήματος και παράλληλα ίωση, που σε συνάρτηση με τις συνθήκες του βουνού, έχοντας ζέστη την ημέρα και αρκετό κρύο το βράδυ, έκαναν δυσκολότερη την προσπάθεια μου για την ανάβαση στη κορυφή. Τελικά τα καταφέραμε και ανεβήκαμε», θυμάται.
Ωστόσο, παρ' όλες τις δυσκολίες δεν τα παρατά ποτέ. «Η λογική πολλές φορές σε κάποιες αποστολές μού λέει να τα παρατήσω και έρχονται σκέψεις στο μυαλό γιατί να περνάει το σώμα μου αυτό το μαρτύριο στο υψόμετρο. Το ανθρώπινο σώμα δεν είναι φτιαγμένο για να ζει σε τέτοιο υψόμετρο όπου τα μεγάλα αεροπλάνα πετούν, όμως η θέληση και η πίστη στον στόχο με κάνουν να είμαι εκεί», επισημαίνει.
Όσο για το τι κάνει έναν ορειβάτη να ...πάρει τα βουνά, το «κλειδί», όπως λέει, βρίσκεται στην πνευματική γαλήνη. «Η ορειβασία ως χόμπι ξεκίνησε από τους ανθρώπους που διέμεναν στον αστικό ιστό. Η ανάγκη να έρθουμε σε επαφή με την φύση έδωσε ώθηση ώστε να καλλιεργηθεί η ορειβασία στις μορφές που γνωρίζουμε σήμερα. Πιστεύω πως αυτό που κάνει έναν ορειβάτη να παίρνει τα βουνά είναι η ανάγκη για πνευματική γαλήνη», καταλήγει.