Η οργισμένη ανάρτηση του ηθοποιού
Την οργή του για τα τεκταινόμενα στον καλλιτεχνικό χώρο εξέφρασε ο ηθοποιός Λεωνίδας Κακούρης μέσω μιας ανάρτησης στον προσωπικό του λογαριασμό στο facebook.
Ο πρωταγωνιστής της δραματικής σειράς του Ant1, Άγριες Μέλισσες, αναφέρθηκε στον Χρίστο ο οποίος προχώρησε σε καταγγελία για σκηνοθέτη - ηθοποιό.
Ο Λεωνίδας Κακούρης έγραψε στην ανάρτησή τους: Με τις «ευλογίες» πολλών, για πάνω από 30 χρόνια , το «ανίερο» τέρας , «μαγάρισε» την Ποίηση και το Θέατρο για να κάνει ψωνιστηρι και το ψώνιο του . Έσταξε μέσα σε εκατοντάδες ψυχές το φαρμάκι του...
Ένα κτήνος που του άρεσε να σφίγγει στην αγκαλιά του τρυφερές ραχοκοκκαλιές νεαρών παιδιών μέχρι να ραγίσουν και ύστερα να σπάσει όποια ήθελε. Γιατί ; Γιατί μπορούσε! Ο Χρίστος πάλεψε ... Με το σώμα αλλά κυριως με τον πιο ύπουλο εχθρό . Το μολυσμένο μυαλό ενός αδίστακτου σαδιστή....
Και το νίκησε. Ισως κάποια άλλα παιδιά ...δεν τα κατάφεραν!
Νέα καταγγελία για τον ηθοποιό - σκηνοθέτη: Έπεσε πάνω μου αρχίζοντας να με ακουμπάει παντού και να τρίβεται
Μέσω μιας επιστολής, ο Χρίστος εξιστόρησε τη δική του εμπειρία με τον γνωστό ηθοποιό - σκηνοθέτη. Ο Χρίστος δεν κατηγορεί τον ηθοποιό - σκηνοθέτη για βιασμό αλλά για την επιτυχή προσπάθεια χειραγώγησής του με άμεσο στόχο την σεξουαλική συνεύρεση του μαζί του.
Ο Χρίστος έστειλε επιστολή στο 2020mag.gr στην οποία αναφέρει πώς γνώρισε τον ηθοποιό και πώς εκείνον τον χειραγώγησε.
Στην αρχή της επιστολής του, ο Χρίστος αναφέρει: Λέγομαι Χρίστος. Είναι το πραγματικό μου όνομα.
Οκτώβριος 1992. Ετών 15. Στην πλατεία Αμερικής, κάθομαι να κάνω ένα τσιγάρο λίγο πριν πάω στο μάθημα Γαλλικών, στο παράρτημα της Γαλλικής Ακαδημίας στην οδό Τενέδου. Στο διπλανό παγκάκι παρατηρώ κάποιον να με κοιτάει έντονα. Δεν δίνω σημασία. Σηκώνομαι από το παγκάκι, πηγαίνω στο μάθημα και καθώς κοιτάζω πίσω μου, βλέπω να με ακολουθεί.
Επισπεύδω το βάδισμα μου και μπαίνω στο κτήριο. Το μάθημα διαρκεί 1ώρα και 45 λεπτά. Αφού έχω τελειώσει το μάθημα, βγαίνω στην Πατησίων για να περπατήσω και να πάρω το λεωφορείο για να επιστρέψω σπίτι μου. Νιώθω κάποιος να με χτυπάει ήπια στην πλάτη. Γυρνάω και ήταν εκείνος από το δίπλα παγκάκι. «Πάμε να κάνουμε ένα τσιγάρο στην πλατεία;» μου λέει. Εγώ απαντώ ένα ξερό «όχι» και φεύγω τρέχοντας.
Δυο μέρες μετά ξαναείχα μάθημα. Καθόμουν πάλι στην πλατεία για το καθιερωμένο μου τσιγάρο. Ξαφνικά, βλέπω τον ίδιο άντρα, όρθιο λίγο μακριά μου. «Με συγχωρείς για προχτές... φέρθηκα σαν μαλάκας. Και καταλαβαίνω ότι σε τρόμαξα και σου ζητώ συγνώμη». Κοίταζα μισοχαμένος-μισοφοβισμένος, αλλά προσπαθούσα να μην δείξω τίποτα. Του είπα ότι πράγματι τρόμαξα. Αφού μου ξαναζήτησε συγνώμη, με ρώτησε αν είμαι Έλληνας αφού το παρουσιαστικό μου δεν δείχνει κάτι τέτοιο. Του είπα ότι είμαι Έλληνας κι ότι εμφανισιακά έχω μοιάσει στην μητέρα μου που είναι ανοιχτόχρωμη. Εκείνη την στιγμή έπρεπε να φύγω για το μάθημα. Μου ζήτησε ραντεβού... Αρνήθηκα... Είπα... «αν είναι να τύχει, θα συναντηθούμε εδώ», εννοώντας την πλατεία. Με χαιρέτησε ευγενικά κι έφυγε.
Σε άλλο σημείο της επιστολής του, ο Χρίστος περιγράφει πως η κατάσταση της υγείας του πατέρα του επηρέασε τη ψυχολογία του και σημειώνει:
Ο καιρός είχε περάσει κι είχε φτάσει ο Δεκέμβριος στα μέσα του. Τα σχολεία και τα φροντιστήρια έκλειναν για την χριστουγεννιάτικη περίοδο κατά την οποία δεν είχαμε κάποια επικοινωνία.
Την περίοδο αυτή η οικογένειά μου κεραυνοβολείται αφού ο πατέρας διαγιγνώσκεται με καρκίνο στο συκώτι και οι γιατροί, του δίνουν το περισσότερο 4 μήνες ζωής. Ανατρέπεται όλη μας η ζωή ως οικογένεια. Νοσοκομεία, άγχος, θλίψη, κούραση.
Όταν ανοίγουν τα σχολεία και τα φροντιστήρια ξένων γλωσσών, συναντιόμαστε τυχαία στην πλατεία. Του λέω ό,τι συμβαίνει. Δείχνει να συμπάσχει μαζί μου. Μου λέει αν θέλω να πάμε μια βόλτα με το αυτοκίνητο του. Αρνούμαι. Μου δίνει το τηλέφωνό του να τον ενημερώνω για τις εξελίξεις. Με ενημερώνει ότι έχει και τηλεφωνητή.
Η στιγμή στο ξενοδοχείο
Ο Χρίστος σε άλλο σημείο της επιστολής του εξηγεί πώς βρέθηκαν εκείνος και ο σκηνοθέτης σε ξενοδοχείο.
«Αρχές Μαρτίου του '93 ήταν που πήγαμε στο θέατρο με την τότε φίλη μου. Όταν τέλειωσε η παράσταση και πήγαμε στο καμαρίνι έδειχνε τρομερά χαρούμενος και μας πήγαινε στα γειτονικά καμαρίνια και μας γνώριζε στους συναδέλφους του. Προσφέρθηκε να μας πάει σπίτι μας. Πράγματι, αφήσαμε πρώτα την φίλη μου και μετά εμένα που έμενα λίγο παρακάτω. Στο ραδιόφωνο έπαιζε το τραγούδι του Βοσκόπουλου ''Πριν χαθεί το όνειρο μας''. Στον στίχο που λέει ''άσε με να σ' αγαπάω κι όπου φτάσουμε'' μου λέει ότι αυτόν τον στίχο τον λέει για εμένα. Όταν μου το' πε πάγωσα... αλλά το ξεπέρασα με μια αμηχανία που έγινε εμφανής. Πριν βγω από το αυτοκίνητό του, με ευχαρίστησε θερμά που πήγα, τον αντευχαρίστησα κι εγώ. Με παρακαλά να του κάνω μια χάρη. Τον ρωτάω τι. Μου λέει να τον αφήσω να με αγκαλιάσει. Τον άφησα... Mε έσφιξε πολύ. Χαιρετηθήκαμε και πήγα σπίτι μου.
Η υγεία του πατέρα επιδεινώνεται ραγδαία. Η κατάσταση στο σπίτι γίνεται εξαιρετικά δύσκολη και όλα δείχνουν ότι το τέλος είναι κοντά. Του τηλεφωνώ και του λέω ό,τι συμβαίνει. Μου λέει να βρεθούμε στην πλατεία. Βρισκόμαστε.
Κάνει πολύ κρύο. Εγώ είμαι πολύ θλιμμένος. Εκείνος έχει νευρικότητα. Σηκώνεται και κάνει πηδηματάκια για να ζεσταθεί. Μου λέει να πάμε κάπου πιο ζεστά. Του λέω να πάμε σε καφετέρια. Μου αρνείται λέγοντας ότι έχει φασαρία. Θέλει να πάμε κάπου πιο ζεστά και ήσυχα. Του λέω που. Μου λέει να μην φοβάμαι. Απλά, να είμαστε ήσυχοι. Τον ακολουθώ στο αμάξι. Δεν ξέρω που πάμε. Σταματάει σε έναν δρόμο με ελάχιστο φως. Μπαίνουμε κάπου. Καταλαβαίνω ότι είναι ξενοδοχείο (κάποια χρόνια αργότερα κατάλαβα ότι αυτό το ξενοδοχείο ήταν στην Πλατεία Βάθης). Καθώς ανεβαίνουμε τα σκαλιά, βλέπω δύο κατσαρίδες. Αρχίζω να καρδιοχτυπώ. Μπαίνουμε σε ένα δωμάτιο εξαιρετικά παγωμένο. Του λέω «γιατί ήρθαμε εδώ»; Μου λέει να μην φοβάμαι. Μου λέει να βγάλω το μπουφάν μου. Το βγάζω κι αρχίζω να τρέμω. Με αγκαλιάζει και μου λέει να ηρεμήσω. Ξαφνικά, με μια απότομη κίνηση, με πετάει στο κρεβάτι και πέφτει πάνω μου αρχίζοντας να με ακουμπάει παντού και να τρίβεται πάνω μου. Έλεγα «όχι..όχι....». Δεν σταμάταγε... Με όση δύναμη είχα, του ρίχνω μια σπρωξιά και σηκώνομαι όρθιος. Φοράω το μπουφάν μου και του λέω τρέμοντας κι αγκομαχώντας να φύγουμε. Το δέχεται....η συμπεριφορά του άλλαξε άρδην. Το γλυκό ύφος μετατρέπεται σε κενό, με μείγμα θυμού και κακίας. Μπαίνουμε στο αμάξι... είναι αμίλητος. Εγώ να έχω ντροπή και τρέμουλο. Λίγο πριν με αφήσει-δεν θυμάμαι που-με φωνή παγωμένη με έντονο το στοιχείο του θεατρινισμού, μου λέει: «Χρίστο, είσαι ένα λουλούδι, άφησε με να σε κόψω πριν μαραθείς»
Λίγες μέρες μετά, ο πατέρας πεθαίνει. Η ψυχολογική μου κατάσταση, όπως και όλης της οικογένειάς μου, είναι εξαιρετικά άσχημη.
Το τέλος της επιστολής
Στο τέλος της επιστολής του οο Χρίστος εξηγεί πως δεν κατηγορεί για βιασμό τον ηθοποιό αλλά για «την επιτυχή προσπάθεια χειραγώγησής μου -αποπλάνηση λέγεται αυτό- με άμεσο στόχο την σεξουαλική συνεύρεση του μαζί μου, κάτι που δεν κατάφερε. Έπαιξε με το νεαρότατο της ηλικίας μου προκειμένου να έχει ίδιον όφελος. Αξιοποίησε το οικογενειακό μου πρόβλημα προκειμένου να καρπωθεί αυτό που είχε ως στόχο. Επέδειξε δηλαδή μια ανηθικότητα απίστευτης ισχύος».