Πώς δρούσε το κύκλωμα - Τι βρήκε η Αστυνομία - Δείτε βίντεο
Εξαρθρώθηκε από το Τμήμα Εγκλημάτων κατά Ιδιοκτησίας της Διεύθυνσης Ασφάλειας Αττικής εγκληματική οργάνωση, που διέπραττε συστηματικά κλοπές οχημάτων.
Συνελήφθησαν σε διάφορες περιοχές της Αττικής, στο πλαίσιο συντονισμένης επιχείρησης αστυνομικών της ανωτέρω Υπηρεσίας και με τη συμμετοχή αστυνομικών των Τμημάτων Ασφαλείας Ασπροπύργου και Άνω Λιοσίων καθώς και των ΟΠΚΕ 11 άτομα (δέκα ημεδαποί και αλλοδαπός), μέλη της οργάνωσης. Οι ανωτέρω είχαν συστήσει και ενταχθεί σε εγκληματική οργάνωση που προέβαινε συστηματικά σε κλοπές Ι.Χ.Ε. αυτοκινήτων, των που παρουσιάζουν αυξημένη αγοραστική ζήτηση, καθώς και οποιοδήποτε όχημα από το οποίο μπορούσαν να αποκομίσουν άμεσο οικονομικό όφελος.
Για την επίτευξη του σκοπού τους τα μέλη της οργάνωσης είχαν κατανείμει μεταξύ τους ρόλους. Ο αρχηγός έδινε τις εντολές στα υπόλοιπα μέλη και τους ανέθετε την εύρεση των αυτοκινήτων που τους ενδιέφεραν. Κάποια από τα μέλη της οργάνωσης αναζητούσαν, από τις συγκεκριμένες κατηγορίες οχήματα, είτε σε δημοπρασίες πώλησης οχημάτων με υλικές ζημιές, συνήθως σε χώρες της Κεντρικής Ευρώπης, είτε στην Ελλάδα, από πωλήσεις τρακαρισμένων – ασύμφορων προς επισκευή οχημάτων, κυρίως από εταιρείες ενοικιάσεων.
Τα «κατάλληλα» οχήματα τα «χτυπούσαν» στις δημοπρασίες, σε ποσότητες και σε πολύ χαμηλές τιμές. Ακολούθως, φόρτωναν τα οχήματα σε αυτοκινητάμαξες που κατείχαν και τα μετέφεραν στην Ελλάδα. Παράλληλα, έτερα μέλη της ομάδας εντόπιζαν οχήματα, από τις συγκεκριμένες κατηγορίες που ήταν «εύκολο» να αφαιρεθούν, καθώς αυτά είτε ήταν σταθμευμένα σε εξωτερικό χώρο, είτε στις πυλωτές των πολυκατοικιών.
Για την διάρρηξη των οχημάτων χρησιμοποιούσαν ειδικό τεχνικό εξοπλισμό όπως laptop, διαγνωστικά που συνδέονται στην ειδική θύρα των οχημάτων, αυτοσχέδια εργαλεία τύπου «Τ» που χρησιμοποιούνται για την παραβίαση των θυρών εισόδου των οχημάτων κ.α. Όταν επέλεγαν κάποιο όχημα, το οποίο αδυνατούσαν να το αφαιρέσουν με τον εξοπλισμό που κατείχαν, επιστράτευαν έτερα μέλη της οργάνωσης, τα οποία κατείχαν ειδικά γερανοφόρα οχήματα και το φόρτωναν σε αυτά για να το μεταφέρουν στους χώρους τους.
Ακολούθως τα οχήματα τα μετέφεραν προσωρινά σε απομονωμένα σημεία και τα ερευνούσαν για να εντοπίσουν συστήματα γεωγραφικού εντοπισμού (GPS TRACKERS) που τυχόν υπήρχαν στο εσωτερικό τους. Στη συνέχεια, μετέβαιναν σε σημεία με ελάχιστη κίνηση οχημάτων όπου τα στάθμευαν για μικρό χρονικό διάστημα, συνήθως 1 – 2 ημερών και μετά από αυτό τα μετέφεραν είτε σε «καβάντζες» - διαλυτήρια, είτε σε απομονωμένες αποθήκες για να τα διασφαλίσουν έως ότου φροντίσουν για την περαιτέρω διάθεσή τους.
Παράλληλα, έτερα μέλη της οργάνωσης, παραλάμβαναν τα οχήματα που έρχονταν από το εξωτερικό και ανάλογα με την κατάσταση στην οποία βρίσκονταν, αποφάσιζαν αν θα τα αποσυναρμολογήσουν για να πουληθούν ως ανταλλακτικά ή αν θα μπορούσαν να τα επισκευάσουν με ανταλλακτικά τα οποία θα προέρχονταν από τα κλεμμένα οχήματα. Στην συνέχεια, χρησιμοποιώντας τα έγγραφα από τα οχήματα που είχαν εισαγάγει, πλαστογραφούσαν τους χαρακτηριστικούς αριθμούς των κλεμμένων οχημάτων με τους αντίστοιχους από τα οχήματα που είχαν εισαγάγει και τα ταξινομούσαν, είτε στις εταιρείες που είχε υπό την επιρροή της η οργάνωση, είτε σε «αχυράνθρωπους» έναντι αμοιβής.
Στο τελικό στάδιο, τα «έτοιμα» προς πώληση οχήματα τα διέθεταν μέσω των εταιρειών που κατείχαν ή τα ταξινομούσαν στις εταιρείες αυτές ή μέσω «αχυρανθρώπων» τα διέθεταν προς πώληση σε ανυποψίαστους πολίτες, οι οποίοι αγνοούσαν την πραγματική προέλευσή τους. Για τη νομιμοφανή πώληση των ανταλλακτικών από τα κλεμμένα οχήματα και λόγω του ιδιαίτερα μεγάλου όγκου ανταλλακτικών, στην οργάνωση εντάχθηκαν άτομα τα οποία κατείχαν επιχειρήσεις εμπορίας ανταλλακτικών, με προφανή σκοπό να μεταπωλούνται τα ανταλλακτικά χονδρικώς σε καταστήματα και όχι σε ιδιώτες. Για τον σκοπό αυτό, εκδίδονταν εικονικά τιμολόγια με ποσότητες και αξίες κατά πολύ χαμηλότερες από τις κανονικές και με τον τρόπο αυτό επετύγχαναν την νομιμοποίηση των χρημάτων.
Για τις μεταξύ τους επικοινωνίες είχαν προμηθευτεί τηλεφωνικές συνδέσεις, ταυτοποιημένες σε διάφορους αλλοδαπούς, και μιλούσαν χρησιμοποιώντας κωδικοποιημένες εκφράσεις για να μην γίνονται αντιληπτοί. Επιπροσθέτως, προέβαιναν σε εικονικές δηλώσεις κλοπών με σκοπό αφενός την είσπραξη των αποζημιώσεων από τις ασφαλιστικές εταιρείες και αφετέρου την είσπραξη επιπλέον χρημάτων από την διάθεση των μερών του οχήματος μετά την αποσυναρμολόγησή του.
Σε έρευνες που πραγματοποιήθηκαν, βρέθηκαν και κατασχέθηκαν:
- 29 Ι.Χ.Ε. αυτοκίνητα, εκ των οποίων 18 κλεμμένα και 11 πλαστογραφημένα
- 100 κινητήρες και 670 εγκέφαλοι οχημάτων,
- πλήθος εξαρτημάτων και ανταλλακτικών,
- πινακίδες και άδειες κυκλοφορίας,
- πιστόλι, δύο πιστόλια κρότου, πιστόλι ρέπλικα, καραμπίνα,
- μικροποσότητα ναρκωτικών και
- το χρηματικό ποσό των 25.920 ευρώ.
Οι κλοπές που έχουν ταυτοποιηθεί από τη μέχρι στιγμής έρευνα, ανέρχονται σε 232 οχημάτων και δύο πινακίδων κυκλοφορίας, με το οικονομικό όφελος που έχουν αποκομίσει να ανέρχεται στο χρηματικό ποσό των 2 εκατ. ευρώ. Τα περισσότερα μέλη της οργάνωσης έχουν συλληφθεί και κατά το παρελθόν για κλοπές τροχοφόρων.
Σε βάρος των εμπλεκόμενων σχηματίστηκε δικογραφία για συγκρότηση και ένταξη σε εγκληματική οργάνωση, διακεκριμένες κλοπές κατά συναυτουργία και κατά συρροή, απάτη, πλαστογραφίες, ληστεία, βία κατά υπαλλήλων και δικαστικών προσώπων και παραβάσεις της Νομοθεσίας για την πρόληψη και καταστολή της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες, περί προστασίας του περιβάλλοντος, περί όπλων και περί εξαρτησιογόνων ουσιών.
Οι συλληφθέντες οδηγήθηκαν στον αρμόδιο Εισαγγελέα, ενώ η έρευνα για την εξιχνίαση και άλλων κλοπών συνεχίζεται.