Δεν κλήθηκαν σε συμπληρωματική απολογία οι κατηγορούμενοι. Τι αναφέρει η νέα απάντηση της ΑΑΔΕ για την λαθρεμπορία χρυσού
Δύο, περίπου, χρόνια μετά την πολυδιαφημισμένη εξάρθρωση κυκλώματος λαθρεμπορίας με φερόμενο ως κεντρικό πρόσωπο τον γνωστό ενεχειροδανειστή Ριχάρδο έπεσε η αυλαία και στην συμπληρωματική ανάκριση που είχε διαταχθεί χωρίς να κληθούν εκ νέου σε απολογία οι κατηγορούμενοι.
Η αρμόδια ανακρίτρια «έκλεισε» την δικογραφία, έχοντας στα χέρια της απάντηση της ΑΑΔΕ η οποία, για δεύτερη φορά, διατυπώνει την θέση ότι στην συγκεκριμένη περίπτωση δεν υφίσταται το αδίκημα της λαθρεμπορίας συμπληρώνοντας πως το μοναδικό αδίκημα που ενδεχομένως μπορεί να διερευνηθεί είναι οι φορολογικές παραβάσεις για τις οποίες δηλώνει αναρμόδια.
Συγκεκριμένα στο τρισέλιδο έγγραφο της, η Γενική Διεύθυνση Τελωνείων αναφέρει:
«Η διακίνηση εμπορευμάτων στο εσωτερικό της χώρας, χωρίς φορολογικά παραστατικά, δεν στοιχειοθετεί λαθρεμπορία όπως αυτή ορίζεται από τον Εθνικό Τελωνειακό Κώδικα αλλά φορολογική παράβαση.
Για τον εντοπισμό πολύτιμων αντικειμένων, καταρχήν δεν οφείλονται δασμοί λόγω του τεκμηρίου του τελωνειακού χαρακτήρα τους ως ενωσιακών εμπορευμάτων. Συνεπώς ο κάτοχος των εν λόγω πολύτιμων αντικειμένων στη χώρα μας δεν υποχρεούται να αποδείξει ότι έχει εισαγάγει νόμιμα τον χρυσό στην Ελλάδα καθόσον τεκμαίρεται ότι πρόκειται για ενωσιακό εμπόρευμα.
Δασμοί οφείλονται κατά την εισαγωγή εμπορευμάτων τρίτων χωρών.
Εάν ο κάτοχος του χρυσού επιχειρήσει να εξαγάγει χρυσό από τη χώρα μας προς τρίτη χώρα χωρίς την τήρηση των τελωνειακών διατυπώσεων, στοιχειοθετείται η απλή τελωνειακή παράβαση, η οποία δεν συνεπάγεται ποινική ευθύνη, βάσει της τελωνειακής νομοθεσίας αλλά συνιστά μόνο διοικητική παράβαση. Αντίθετα, πρέπει να διερευνηθεί το ενδεχόμενο τέλεσης φορολογικών παραβάσεων και ενδεχομένως συρρέουσες ποινικής ευθύνης βάσει της φορολογικής νομοθεσίας.
Δεδομένου λοιπόν ότι οι συγκεκριμένες κατασχέσεις δεν έχουν ως νομιμοποιητική βάση το αδίκημα της λαθρεμπορίας αλλά φορολογικές παραβάσεις θεωρούμε ότι δεν συντρέχει αρμοδιότητα των τελωνειακών αρχών προς αποτίμηση οφειλομένων αλλά αποτελούν αντικείμενο αρμοδιότητας της Γενικής Διεύθυνσης Φορολογικής Διοίκησης της ΑΑΔΕ.»
Η δικογραφία, πλέον, βρίσκεται στο «μικροσκόπιο» του εισαγγελέα ο οποίος με τη σειρά του θα εισηγηθεί στο δικαστικό συμβούλιο για την παραπομπή ή όχι των κατηγορουμένων σε δίκη.
Δεν είναι η πρώτη φορά που η δικογραφία ακολουθεί αυτή την πορεία καθώς πριν από ένα χρόνο ο αρμόδιος εισαγγελέας είχε ζητήσει από το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών την πλήρη απαλλαγή του Ριχάρδου Μυλωνά και των 62 συγκατηγορουμένων του από το βασικό αδίκημα της λαθρεμπορίας χρυσού και κατ’ επέκταση, της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της εγκληματικής οργάνωσης. Ο εισαγγελέας στην εισήγηση του είχε επικαλεστεί την τελωνειακή νομοθεσία, σύμφωνα με την οποία δεν οφείλονταν δασμοί και φόροι για εξαγωγή χρυσού στην Τουρκία κάτι που είχε επιβεβαιώσει με έγγραφο της και η ΑΑΔΕ.
Ωστόσο, το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών είχε διαφορετική άποψη εκτιμώντας ότι μπορεί να στοιχειοθετηθεί λαθρεμπόριο χρυσού και πολύτιμων λίθων και ζήτησε συμπληρωματική ανάκριση με στόχο να διεξαχθεί πλήρης φορολογικός έλεγχος και αποτίμηση των πανάκριβων ρολογιών και κοσμημάτων που είχαν κατασχεθεί.
Η δικογραφία επέστρεψε στην ανάκριση και η ανακρίτρια κατά της Διαφθοράς Σταυρούλα Μπελδέκα απέστειλε παραγγελία στη Γενική Διεύθυνση Τελωνείων και ΕΦΚ Δ/νση Στρατηγικής Τελωνειακών Ελέγχων και Παραβιάσεων «προκειμένου να διενεργηθεί πλήρης φορολογικός έλεγχος, με τη συνέργεια όπου απαιτείται του Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος και της Τράπεζας της Ελλάδος, για το σύνολο των κατασχεθέντων πολύτιμων αντικειμένων» κι εν συνεχεία, να εκτιμηθούν επακριβώς οι φόροι που χάθηκαν για το ελληνικό Δημόσιο, όπως ο ΦΠΑ και ο ειδικός φόρος πολυτελείας. Η Γενική Διεύθυνση Τελωνείων της ΑΑΔΕ σε έγγραφο της επανέλαβε ότι δεν υφίσταται το αδίκημα της λαθρεμπορίας και πως το μοναδικό αδίκημα που μπορεί να διερευνηθεί είναι οι φορολογικές παραβάσεις. Η απάντηση της ΑΑΔΕ ήταν αυτή που έγραψε τον επίλογο στην συμπληρωματική ανάκριση η οποία έκλεισε τυπικά, χωρίς να συνταχθούν νέα κατηγορητήρια.