Η εξέγερση του Πολυτεχνείου στην Αθήνα δεν ήταν η μόνη στη χώρα
«Προσοχή, προσοχή! Εδώ ραδιοσταθμός του ελεύθερου πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Σας μιλούμε από το Πολυτεχνείο Θεσσαλονίκης. Βρισκόμαστε στο τρίτο προπύργιο της νέας ελεύθερης Ελλάδας. Σας μεταφέρουμε τον αγωνιστικό παλμό των χιλιάδων φοιτητών της Θεσσαλονίκης . Αυτή τη στιγμή επαληθεύουμε την παράδοση, που μας θέλει στην πρώτη γραμμή του αγώνα για τη λαϊκή κυριαρχία…».
(Το πρώτο μήνυμα του Ελεύθερου Ραδιοσταθμού του Πολυτεχνείου της Θεσσαλονίκης. Από το βιβλίο του Χ. Ζαφείρη : «Αντεθνικώς Δρώντες…»)
Η Εξέγερση του Πολυτεχνείου στην Αθήνα τον Νοέμβριο του 1973 κλόνισε συθέμελα τη δικτατορία και έγινε σύμβολο αντίστασης και αγώνα για δημοκρατία και ελευθερία. Δεν ήταν όμως η μόνη στη χώρα. Υπήρξαν και σε άλλες πόλεις διαμαρτυρίες και εξεγέρσεις φοιτητών σε ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα. Κάποιες είχαν γίνει μήνες πριν και άλλες ξέσπασαν ταυτόχρονα, ως συμπαράσταση στην κατάληψη του Πολυτεχνείου της Αθήνας, που ήταν και η πλέον εμβληματική, με παλλαϊκό χαρακτήρα.
Οι υπόλοιπες εξεγέρσεις διήρκεσαν λίγο και έληξαν με προληπτικά στρατιωτικά, ή αστυνομικά μέτρα, υποστηριζόμενα και από υποκινούμενες αντισυγκεντρώσεις δήθεν «αγανακτισμένων πολιτών» από το στρατοκρατικό καθεστώς. Λιγότερο γνωστή, αλλά εξίσου ηρωική, ήταν η πράξη αντίστασης των φοιτητών της Θεσσαλονίκης, που εκφράστηκε με την κατάληψη της Πολυτεχνικής Σχολής από φοιτητές του Πολυτεχνείου, αλλά και από συναδέλφους τους και άλλων σχολών του ΑΠΘ. Οι εφημερίδες της εποχής κατέγραψαν έναν αριθμό περί τους δύο χιλιάδες φοιτητές (κατ' άλλους χίλιους), οι οποίοι είχαν το θάρρος να αντιταχθούν έμπρακτα στη δικτατορία των συνταγματαρχών και να απαιτήσουν ελευθερία και επιστροφή της χώρας στην δημοκρατική ομαλότητα.
Η εξέγερση του Πολυτεχνείου της Θεσσαλονίκης δεν ήταν η πρώτη πράξη αντίστασης απέναντι στη χούντα των συνταγματαρχών στη Θεσσαλονίκη. Ήδη από την αρχή του 1973 υπήρχε αναβρασμός στο φοιτητικό χώρο, που - με πρόσχημα εκπαιδευτικά ζητήματα - εξεγείρονταν, βάζοντας όμως παράλληλα και ζητήματα ανελευθερίας και ανάγκης πολιτικής αλλαγής. Η χούντα είχε «δέσει» τα πανεπιστήμια επιβάλλοντας διοικήσεις στα όργανα τους, στις πρυτανείες και στις ενώσεις φοιτητών, αλλά η μεγάλη πλειοψηφία των φοιτητών εξακολουθούσε να μην πειθαρχεί σε αυτές και να μη συμβιβάζεται. Διαμαρτυρίες είχαν προηγηθεί και σε άλλες σχολές (Χημείο, Νομική, κ.α.) ήδη από την άνοιξη. Όμως, η κατάληψη του Πολυτεχνείου της Θεσσαλονίκης, ταυτόχρονα με εκείνη του Πολυτεχνείου της Αθήνας, ήταν η πιο μαζική πράξη αλληλεγγύης στους αγωνιζόμενους φοιτητές της Αθήνας και ταυτόχρονα μια ισχυρή διαμαρτυρία στο χώρο της Β. Ελλάδας ενάντια στο στρατοκρατικό καθεστώς, που εκείνες τις ημέρες, υπό το βάρος της λαϊκής πίεσης, προετοίμαζε την «φιλελευθεροποίηση» του και τον σχηματισμό της «πολιτικής κυβέρνησης» του, για να κατευναστούν οι αντιδράσεις.
Στο χώρο του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, ήδη λίγες μέρες πριν την κατάληψη του Πολυτεχνείου επικρατούσε αναταραχή και αντιδράσεις για την τρίμηνη αποβολή που επιβλήθηκε σε τέσσερεις φοιτητές της Πολυτεχνικής Σχολής. Οι φοιτητικές διαμαρτυρίες ευνόησαν τις μαζικές φοιτητικές συγκεντρώσεις έξω από την Πολυτεχνική Σχολή, την προηγούμενη της κατάληψης. Τα γεγονότα όμως στην Αθήνα επιτάχυναν τις εξελίξεις και στάθηκαν η αφορμή να προβληθεί ακόμη πιο έντονα και το πολιτικό ζήτημα της χώρας, μέσα από τις εκπαιδευτικές διεκδικήσεις των φοιτητών.
Από τις 16 Νοεμβρίου, όταν πια εκδηλώθηκε η κατάληψη του Πολυτεχνείου της Θεσσαλονίκης, τα συνθήματα ήταν απροσχημάτιστα, απροκάλυπτα, πολιτικά. Οι φοιτητές ζητούσαν ελευθερία, δημοκρατία, δικαιώματα, ακηδεμόνευτη παιδεία. Τα συνθήματα έκαναν λόγο για ανατροπή του δικτατορικού καθεστώτος, για αποκατάσταση της δημοκρατίας και, στο πνεύμα της εποχής, για απεξάρτηση της χώρας από τους ξένους πάτρωνες, υποστηρικτές, ή «υποκινητές» της χούντας.
«Η δικτατορία είχε ψηφίσει διάταγμα ήδη από το 1972, ότι οι εξεγέρσεις θα αντιμετωπίζονται και με τα όπλα, εφόσον δεν μπορούσε να «συνετίσει» τους αντιφρονούντες η «αστυνομική ράβδος» λέει ο Τριαντάφυλλος Μηταφίδης και συνεχίζει : «Το διάταγμα αυτό είχε πυροδοτήσει ακόμη περισσότερες αντιδράσεις, όπως και άλλα μέτρα που αφορούσαν τα πανεπιστήμια και όλα αυτά δυνάμωναν, αντί να καταστέλλουν τις αντιδράσεις».
Παρόλο, που αρκετοί δημοκρατικοί πανεπιστημιακοί είχαν ήδη απολυθεί, ή και εκδιωχθεί από τη δικτατορία από τους πανεπιστημιακούς χώρους με πρόσχημα την ηλικία, υπήρξαν αρκετοί καθηγητές οι οποίοι βοήθησαν την εξέγερση. Ο καθηγητής Δημήτρης Φατούρος, πρώτος πρύτανης του ΑΠΘ κατά τη μεταπολίτευση ήταν αυτός που έδωσε στους φοιτητές τα κλειδιά της αίθουσας, στην οποία στήθηκε ο ραδιοσταθμός. Επίσης, άλλοι καθηγητές διωγμένοι από το καθεστώς, ή αυτοεξόριστοι, έστελναν από το εξωτερικό μηνύματα συμπαράστασης στην εξέγερση των φοιτητών και τους ενθάρρυναν στον αγώνα τους.
Η οργάνωση εντός της σχολής από την συντονιστική επιτροπή των φοιτητών, που δημιουργήθηκε από τις πρώτες κιόλας ώρες της κατάληψης, ήταν εξαιρετικά αποτελεσματική. Μέσα σε λίγες ώρες στήθηκαν μαγειρεία, ετοιμάζονταν και διανέμονταν γεύματα, μεταφερόταν υλικά, στήθηκε ιατρείο, στην προοπτική μακροημέρευσης της κατάληψης και φυσικά προληπτικά για την αντιμετώπιση των βέβαιων αντιμέτρων από τα όργανα του καθεστώτος.
Η δυναμική που προσδόθηκε στην κατάληψη δεν υπήρχε η παραμικρή δυνατότητα να αναστραφεί, χωρίς έξωθεν πιέσεις. Ο έλεγχος εντός της σχολής ήταν στα χέρια των φοιτητών, η μικρή πόρτα εισόδου πίσω από τη σχολή ελέγχονταν επίσης, οι άσχετοι αποβλήθηκαν. Απέτυχε ακόμη και η επιστράτευση των γνωστών «εθνικοφρόνων» οργανώσεων φοιτητών και των, φίλα προσκείμενων στο καθεστώς, τραμπούκων, οι δήθεν «αγανακτισμένοι φοιτητές» της δοτής ΦΕΑΠΘ, που ήδη από την πρώτη μέρα, μέσα στα μεσάνυχτα, επιτέθηκαν με πέτρες και με ξύλα, στην μικρή πίσω πόρτα της εισόδου, σπάζοντας τζάμια και αλαλάζοντας με βρισιές κατά των δημοκρατικών φοιτητών. Ακολούθησε, τις πρωινές ώρες, μπροστά στον κίνδυνο ένοπλης επέμβασης του στρατού η εκκένωση του κτιρίου από τους φοιτητές, οι συλλήψεις, οι ανακρίσεις και τα βασανιστήρια από τα όργανα του καθεστώτος.
«Είχαν πει ότι δε θα κάνουν συλλήψεις κατά την αποχώρηση των φοιτητών, δεν το τήρησαν ούτε κι αυτό. Πάνω από εκατό προσήχθησαν και περίπου τριανταπέντε συνελήφθησαν, ανακρίθηκαν και φυλακίστηκαν» λέει ο δημοσιογράφος Χρίστος Ζαφείρης, συγγραφέας του βιβλίου «Αντεθνικώς Δρώντες» με θέμα την εξέγερση του Πολυτεχνείου της Θεσσαλονίκης.
Ο Χρίστος Ζαφείρης συμμετείχε στην οργάνωση της κατάληψης, ως άνεργος δημοσιογράφος και πρώην απόφοιτος του ΑΠΘ, βοηθώντας την επιτροπή επικοινωνιών της κατάληψης. Έλειψε για λίγο και όταν επιχείρησε να επιστρέψει το κτίριο είχε περικυκλωθεί από στρατό. Από τους δημοσιογράφους που συμμετείχαν στην εξέγερση ήταν ο Κλέαρχος Τσαουσίδης και ο Φώτης Σιούμπουρας. Στο Πολυτεχνείο βρισκόταν και ο Δημήτρης Καϊσης και κάλυπταν, επίσης, για τις εφημερίδες «Μακεδονία» και «Θεσσαλονίκη», ο Ξενοφών Μαυραγάνης και ο Νίκος Βολωνάκης.
Η κατάληψη ζώθηκε από στρατό και αστυνομικές δυνάμεις και μπροστά στον κίνδυνο της εισβολής τους στο κτίριο οι φοιτητές μετά από διαπραγματεύσεις αναγκάστηκαν να αποχωρήσουν. Η αποχώρηση των φοιτητών έγινε τις πρώτες πρωινές ώρες της 17ης Νοεμβρίου, χωρίς όπως προείπαμε να τηρηθούν τα συμπεφωνημένα. Και συλλήψεις έγιναν και φυλακίσεις. Η εκφωνήτρια του σταθμού προειδοποίησε τους ακροατές ότι στο επόμενο διάστημα ο σταθμός δε θα βρίσκεται στα χέρια των φοιτητών αλλά του δικτατορικού καθεστώτος.
Από τα πρακτικά της Συγκλήτου του ΑΠΘ, στις έντεκα του πρωί του Σαββάτου 17 Νοέμβριου 1973 σώζεται η τοποθέτηση του πρύτανη του ΑΠΘ, Ευάγγελου Σδράκα, ο οποίος ενημέρωνε το σώμα για την έκβαση της κατάληψης. Ανέφερε, μεταξύ άλλων, ότι υπήρξε «επιτυχές» το γεγονός ότι οι φοιτητές «εξεβλήθησαν του κτιρίου αναιμάκτως και ησύχως …» και προσέθετε:
«Τα άτομα ταύτα κατέλαβον το κτίριο και προέβησαν εις ενεργείας, αι οποίαι δεν αρμόζουν εις ανθρώπους του 20ου αιώνος… Εν συνεχεία μετέβημεν επιτόπου, μετά του κ. Εισαγγελέως και των άλλων αρχών. Ο Εισαγγελεύς, ως πραγματικός πατήρ, με πόνον και πάθος προέτρεπε τους φοιτητάς να εκκενώσουν τον κτίριο προς όφελος των. Με την προσωπική ημών εμφάνιση και με τας παρακλήσεις μας επιτύχαμε να εξέλθουν ησύχως. Ουδείς εκ των αστυνομικών εχειροδίκησεν ούτε έγινε χρήσις όπλων. ‘Ηλθον και μερικά άρματα μάχης προς εκφοβισμόν. Ήκουσον ότι συνελήφθησαν περί τα 15—20 άτομα…».
Τα τριάντα πέντε άτομα που τελικώς συνελήφθησαν (εικοσιοκτώ φοιτητές, πέντε γυναίκες φοιτήτριες και δύο δημοσιογράφοι), ως «πρωταίτιοι», κρατήθηκαν στις φυλακές Επταπυργίου (Γεντί Κουλέ) και στο Μεταγωγών, αντιμετωπίζοντας την προοπτική του στρατοδικείου, όμως τελικώς αφέθηκαν ελεύθεροι με τα «ειρηνευτικά μέτρα» του δικτάτορα Δ. Ιωαννίδη. Τα ονόματα τους περιέχονται στο βιβλίο «Αντεθνικώς Δρώντες», του Χρίστου Ζαφείρη και ήταν οι εξής:
Θωμάς Βασιλειάδης, Λευτερης Μαλαξιανάκης, Χρίστος Αγγελόπουλος, Γιώργος Σμυρνής, Γρηγόρης Μίμης, Πέτρος Οικονόμου, Γεράσιμος Λιόντος, Κώστας Αναγνωστόπουλος, Βασίλης Καλεσόπουλος, Γιάννης Μαρκόπουλο, Απόστολος Προγκίδης, Πάνος Ερμείδης, Χρυζάφης Ιορδάνογλου, Δήμητρα Λιοδάκη, Μαρία Μαυραγάνη, Ρία Καλφακάκου, Τάσος Γκριρκούδης, Μανώλης Βαρδουλάκης, Ηλίας Τσαλογιάνης, Κλεοπάτρα Παπαγεωργίου, Νίκος Δόικος, Χρήστος Μαμαρίκας, Κώστσας Κούρκουλος, Κώστας Γεωργιάδης, Μανώλης Καλομενόπουλος, Ντόρις Σακλαμπάνη, Γιώργος Αποστολάκης, Δήμήτρης Λέντζας, Δημήτρης Πετρίδης, Πανταζής Αδρίμης, Δημήτρης Καίσης και Κλέαρχος Τσαουσίδης.
Η εξέγερσή της Θεσσαλονίκης στο διάστημα που διήρκεσε έβαλε το δικό της λιθαράκι στην αμφισβήτηση της δήθεν «δημοφιλίας» του δικτατορικού καθεστώτος - το οποίο δεν έχανε ευκαιρία να διατείνεται, ψευδώς, ότι υποστηρίζεται από την ευρεία πλειοψηφία του ελληνικού λαού - και στον δρόμο για τον εκδημοκρατισμό της χώρας, ενώ ενέπνευσε τις επόμενες γενιές και τους αγώνες για δημοκρατία και κοινωνική δικαιοσύνη.
Ο ραδιοσταθμός του Πολυτεχνείου Θεσσαλονίκης
Από τα πρώτα μελήματα των φοιτητών που εγκλείστηκαν στην Πολυτεχνική Σχολή ήταν η επικοινωνία τους με τον λαό, η έκκληση για στήριξη στον αγώνα τους, αλλά και η διάδοση των μηνυμάτων της εξέγερσης, τόσο προς τους πολίτες, όσο και προς τους άνδρες των σωμάτων ασφαλείας που είχαν αρχίσει να ζώνουν το κτίριο.
Κύριος λόγος ήταν ότι το κτίριο ήταν απομακρυσμένο από κατοικημένες περιοχές, καθώς δεν είχε ακόμη διανοιχθεί η προέκταση της Εγνατίας, απέναντι από το στρατιωτικό νοσοκομείο 424 και από τις σχολές ευελπίδων, πολλοί από τους οποίους χρησιμοποιήθηκαν από το καθεστώς για αντισυγκεντρώσεις και εκδηλώσεις αποδοκιμασίας της κατάληψης του Πολυτεχνείου.
Ο σταθμός άρχισε να εκπέμπει γύρω στις οκτώ το απόγευμα της Παρασκευής 16.11.1973 στους 1420 χιλιοκύκλους και στους 220μ. στα βραχέα. Ήταν η πρώτη ελεύθερη ραδιοφωνική φωνή της Θεσσαλονίκης. Η μόνη εκφωνήτρια ήταν η Κλεοπάτρα Παπαγεωργίου, ενώ επίσης μετέδιδαν οι Ανδρέας Παπακωσταντίνου, Φώτης Σιούμπουρας και ο Κλέαρχος Τσαουσίδης.