«Δικαιολογίες για να δικαιολογήσουν τα αδικαιολόγητα. Είναι προφανές ότι τα 250.000 ευρώ κατατέθηκαν για μη νόμιμο λόγο και συνδέονται με τη σύμβαση του έργου του Λαυρίου»
Τη βεβαιότητα πως ο πρόεδρος του Ομίλου Μυτιληναίος, Ευάγγελος Μυτιληναίος έδωσε «μίζα» 250.000 ευρώ στον άλλοτε ισχυρό άνδρα της ΔΕΗ, Στέργιο Νέζη, προκειμένου να ανατεθεί στη ΜΕΤΚΑ έργο στο εργοστάσιο του Λαυρίου εξέφρασε ο εισαγγελέας του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων.
Ο εισαγγελέας Νίκος Δεληδήμος σε μια αγόρευση - καταπέλτη, διαπίστωσε πως το επίμαχο ποσό «είναι προφανές ότι κατατέθηκε για μη νόμιμο λόγο και συνδέεται με τη συγκεκριμένη σύμβαση». Ο εισαγγελικός λειτουργός ήταν λάβρος κατά των κατηγορουμένων οι οποίοι, όπως είπε, επιχείρησαν μη πειστικά «με ασύστατες δικαιολογίες να δικαιολογήσουν τα αδικαιολόγητα» για μια «συμπεριφορά που δεν αντέχει στη λογική».
Ο κ. Δεληδήμος επεσήμανε το γεγονός πως η υπόθεση έφτασε στη δικαιοσύνη όταν αποκαλύφθηκε τυχαία ότι ο επιχειρηματίας κατέθεσε το πόσο των 250.000 ευρώ, μέσω εξωχώριας εταιρίας, στον Στέργιο Νέζη. Ο εισαγγελέας επικαλέστηκε τα στοιχεία που προέκυψαν από την πολύμηνη ακροαματική διαδικασία κάνοντας λόγο για υιοθέτηση μιας διαδικασίας «περίεργης και πρωτοφανούς» και χαρακτήρισε «παγκόσμια πρωτοτυπία» το γεγονός πως ο Ευάγγελος Μυτιληναίος κατέθεσε τα χρήματα μέσω off shore εταιρίας επικαλούμενος μια «ηθική δέσμευση» που είχε αναλάβει απέναντι στον πατέρα του ο οποίος πλέον δεν βρίσκεται στη ζωή.
«Είναι επιλογή να αναφερθούν στον πατέρα με αυτό τον τρόπο», είπε με νόημα ο εισαγγελέας προσθέτοντας χαρακτηριστικά: «δεν υπάρχει καμία λογική σε αυτή τη συμπεριφορά». Ο εισαγγελικός λειτουργός αποδόμησε βήμα-βήμα όσα προέβαλαν στις απολογίες τους οι κατηγορούμενοι αναφέροντας πως δεν αντέχει στη λογική ότι ο επιχειρηματίας όφειλε να σεβαστεί το συγκεκριμένο τρόπο καταβολής των χρημάτων που είχε συμφωνήσει ο πατέρας του αν και είχε αντιρρήσεις. Επιπλέον, σε μια προσπάθεια να τονίσει τις αντιφάσεις στις οποίες υπέπεσαν οι κατηγορούμενοι, επεσήμανε πως τα χρήματα κατατέθηκαν άπαξ παρά τον ισχυρισμό πως η μελέτη, που επικαλούνται ως έργο που είχε αναλάβει ο Στέργιος Νέζης για το οποίο πληρώθηκε, γινόταν σταδιακά. «Δικαιολογίες για να δικαιολογήσουν τα αδικαιολόγητα», είπε ο εισαγγελέας και μίλησε για «μη πειστικές» απαντήσεις του Στέργιου Νέζη ο οποίος «ξέπλυνε» τα χρήματα μέσω του τραπεζικού συστήματος.
Από τον εισαγγελέα δεν έμεινε ασχολίαστη η παραδοχή του κατηγορούμενου Νέζη πως στόχος του ήταν η φοροαποφυγή. «Επιφύλαξε για τον εαυτό του το δικαίωμα να φοροδιαφύγει. Έκανε δώρο στον εαυτό του τις 250.000 ευρώ…» και συμπλήρωσε πως ήταν «δίπλα τυχερός» γιατί κατάφερε να πάρει χρήματα και από την αντιδικία που είχε με τον Ιωάννη Παλαιοκρασσά ο οποίος έφερε την υπόθεση στη δικαιοσύνη.
Ο κ. Δεληδήμος υπογράμμισε πως οι 250.000 ευρώ ζημίωσαν το δημόσιο καθώς το ποσό μετακυλίστηκε στη σύμβαση που υπεγράφη. «Νομίζω πως τα χρήματα που δωροδόκησε ο Μυτιληναίος τα συνυπολογίζει και αυξάνει τη σύμβαση που υπογράφει».
Ο εισαγγελέας καταλήγοντας, αν και διαπίστωσε ότι η δωροδοκία τελέστηκε και μάλιστα σε κακουργηματική μορφή αφού το αντικείμενο υπερβαίνει το ποσό των 150.000 ευρώ που θέτει ο Ν. 1608/1950 περί καταχραστών του Δημοσίου, εισηγήθηκε παρόλα αυτά την απαλλαγή των δυο κατηγορουμένων λόγω παραγραφής, με την αιτιολογία ότι δεν συντρέχουν οι ιδιαζόντως επιβαρυντικές περιστάσεις του ως άνω νόμου, αφού το αντικείμενο δεν είναι ιδιαίτερα μεγάλης αξίας. Παράλληλα, ζήτησε την ενοχή του Στέργιου Νέζη για ξέπλυμα μαύρου χρήματος.
Προς καλύτερη κατανόηση των γεγονότων, παραθέτουμε ότι από τις διατάξεις του Ποινικού Κώδικα προκύπτει ότι ο χρόνος εξαλείψεως του αξιοποίνου και παραγραφής των κακουργημάτων είναι 20 έτη, αν ο νόμος προβλέπει γι’ αυτά την ποινή του θανάτου ή της ισόβιας κάθειρξης και 15 έτη, σε κάθε άλλη περίπτωση και αρχίζει από την ημέρα που τελέστηκε η αξιόποινη πράξη, αναστέλλεται όμως για όσο χρόνο διαρκεί η κύρια διαδικασία, η οποία αρχίζει με την έγκυρη επίδοση του κλητηρίου θεσπίσματος ή κλήσεως προς τον κατηγορούμενο.
Εν προκειμένω, δεδομένου ότι κατά την άποψη του εισαγγελέα της έδρας δεν συνέτρεξαν οι ιδιαζόντως επιβαρυντικές περιστάσεις του Ν. 1608/1950 περί καταχραστών του Δημοσίου (ήτοι η επί μακρώ τέλεσης της πράξης ή το αντικείμενο αυτής είναι ιδιαίτερα μεγάλης αξίας), τα αδικήματα της ενεργητικής και παθητικής δωροδοκίας για τα οποία κατηγορούνται οι κ.κ. Μυτιληναίος και Νέζης, παραγράφηκαν λόγω παρόδου δεκαπενταετίας από την τέλεση αυτών. Όπως αποδείχθηκε στην επ’ ακροατηρίω διαδικασία τα 250.000 ευρώ κατατέθηκαν στο λογαριασμό του κ. Νέζη στις 22/5/2002.
Η ως άνω όμως πρόταση του εισαγγελέα για τους κ.κ. Μυτιληναίο και Νέζη για το αδίκημα της δωροδοκίας, δεν άρεσε καθόλου στους συνηγόρους υπεράσπισής τους, διότι ο εισαγγελέας δέχθηκε περίτρανα ότι το έγκλημα διαπράχθηκε και αφορούσε το συγκεκριμένο έργο του Λαυρίου. Μάλιστα ο εισαγγελέας δεν παρέλειψε να σχολιάσει «η τύχη βοήθησε τον Μυτιληναίο και τον Νέζη»!
Σημειωτέο δε, ότι λίγο πριν την έναρξη της αγόρευσης του εισαγγελέα η υπεράσπιση των κατηγορουμένων επιχείρησε μια ακόμη διακοπή της δίκης επικαλούμενη την ψήφιση του νέου Ποινικού Κώδικα και τις αλλαγές-«πλυντήριο» που προβλέπει στον νόμο περί καταχραστών του δημοσίου. «Δεν έχει ανασταλεί ο νόμος με τον οποίο εισήχθη στο ακροατήριο η υπόθεση. Ζητάτε να μην εφαρμοστεί ο νόμος που ισχύει και να περιμένουμε τον νέο. Αυτό δεν προβλέπεται από το Σύνταγμα», ήταν η απάντηση του εισαγγελέα με την οποία συντάχθηκε και η έδρα ανάβοντας το «πράσινο φως» για να συνεχιστεί η ακροαματική διαδικασία.