Ο Τσουκάτος, ο Μαντέλης και η παραίτηση Καστανίδη
Τα στελέχη του ΟΤΕ λειτούργησαν προς όφελος της Siemens κατά την εκτέλεση του έργου της ψηφιακοποίησης των κέντρων του, με αποτέλεσμα ο Οργανισμός να ζημιωθεί από την υπογραφή μιας σύμβασης, που τεχνικά και οικονομικά ήταν ορθή, ανέφερε στο δεύτερο μέρος της αγόρευσης της η εισαγγελέας του Τριμελούς Εφετείου κακουργημάτων της Αθήνας, όπου εκδικάζεται η πολύκροτη υπόθεση.
Το αρχικό κόστος από 158 δισ. δραχμές εκτινάχθηκε στα 236 δισ. δραχμές εξαιτίας ενεργειών των στελεχών του, που λειτούργησαν επωφελία της Siemens, σύμφωνα με την εισαγγελική λειτουργό Ελένη Σκεπαρνιά, η οποία ήταν καταπέλτης για τους βασικούς πρωταγωνιστές της υπόθεσης και τις «μίζες» εκατομμυρίων που φέρονται να μοιράστηκαν. «Εγκρίνονταν ομόφωνα οι κοστολογικές εκθέσεις χωρίς καμία έρευνα συγκριτική με τις αγορές, αλλά και την ίδια την Siemens. Δεν εκμεταλλεύτηκαν το πλεονέκτημα της μεγάλης ποσότητας υλικού που αγόραζαν ώστε να πετύχουν μείωση της τιμής. Δεν μερίμνησαν για την εφαρμογή των ρητρών» ανέφερε η κ. Σκεπαρνιά, η οποία υπογράμμισε, πως η εταιρία μετά την υπογραφή της σύμβασης 8002\1997 άρχισε τον χρηματισμό και μεσαίων στελεχών του ΟΤΕ «ώστε να μην διατυπώνουν καμία αντίρρηση και κανέναν έλεγχο».
Η εισαγγελέας ζήτησε την ενοχή για συνολικά 32 κατηγορούμενους μεταξύ των οποίων στελέχη της Siemens σε Ελλάδα και Γερμανία, του ΟΤΕ αλλά και δυο τραπεζιτών. Παράλληλα, εισηγήθηκε την αθώωση περισσότερων από 10 κατηγορούμενων, μεταξύ αυτών του Θόδωρου Τσουκάτου και των προσώπων που εμφανίζονται να μεσολάβησαν στην διαδρομή του 1 εκατομμυρίου μάρκων που φέρεται να έλαβε ο άλλοτε «στρατηγός» του ΠΑΣΟΚ από τα μαύρα ταμεία της Siemens.
Η εισαγγελική λειτουργός αναφέρθηκε στις αλλεπάλληλες επαφές που είχε ο άλλοτε ισχυρός άνδρας της Siemens Μιχάλης Χριστoφοράκος με ηγετικά στελέχη του ΟΤΕ αλλά και με τους κ.κ. Τσουκάτο και τον Μαντέλη πριν την υπογραφή της σύμβασης. Μίλησε, μάλιστα, και για την παραίτηση του τότε υπουργού Μεταφορών Χάρη Καστανίδη, τον Αύγουστο του 1997, ο οποίος είχε πει χαρακτηριστικά ότι «ορισμένοι αντιλαμβάνονται την παρουσία μου ως εμπόδιο στα σχέδια τους». Όπως τόνισε με νόημα η εισαγγελέας «ο κ. Καστανίδης αντικαταστάθηκε αμέσως από τον Τάσο Μαντέλη που από το 1987 ως πρόεδρος του ΟΤΕ είχε συνάψει συμβάσεις με την Siemens».
Αν και η κ. Σκεπαρνιά ζήτησε την αθώωση του Θόδωρου Τσουκάτου για την κατηγορία της άμεσης συνέργειας σε δωροληψία αγνώστων υπαλλήλων ανέφερε πως ο ίδιος είπε ψέματα ότι δεν είχε επαφές με τον Μιχάλη Χριστοφοράκο πριν από το 1998 όπως και ότι τα χρήματα αποτελούσαν «χορηγία» την οποία παρέδωσε στο ΠΑΣΟΚ. Για την εισαγγελέα το επίμαχο ποσό δεν έφτασε ποτέ στα ταμεία του ΠΑΣΟΚ. «Από κανένα στοιχείο δεν προέκυψε πως τα χρήματα μπήκαν στα ταμεία του ΠΑΣΟΚ. Το κόμμα το διέψευσε από την αρχή. Οι ταμίες σε όλες τις καταθέσεις τους κατά τη προδικασία δεν επιβεβαίωσαν τον Τσουκάτο. Όσα όψιμα ισχυρίστηκαν εδώ δεν είναι πιστευτά και γι’ αυτό διαβιβάστηκαν στην Εισαγγελία οι καταθέσεις τους να ελεγχθούν για ψευδορκία» ανέφερε χαρακτηριστικά η εισαγγελέας συμπληρώνοντας πως από τα ημερολόγια του Μιχάλη Χριστοφοράκου προέκυψε ότι «ο Τσουκάτος έλεγε ψέματα σε όλη την προδικασία και στην εξεταστική επιτροπή της Βουλής ότι τον είδε για πρώτη φορά το 1998».
«Στην πραγματικότητα το 1997 είχε τουλάχιστον έντεκα επαφές μαζί του. Είχαν πολλές επαφές και το 1998 και το 1999. Ο Χριστοφοράκος είχε τηλεφωνικές επαφές και συναντήσεις με τον Τσουκάτο πριν και μετά την υπογραφή και κατά την υλοποίηση της σύμβασης 8002. Τα χρήματα δεν δόθηκαν για χορηγία» τόνισε εκφράζοντας την εκτίμηση πως ο Θόδωρος Τουκάτος επιχείρησε με τους ισχυρισμούς του να καλύψει το δικό του χρηματισμό αλλά και άλλων προσώπων.
«Το είπε γιατί ήταν πλημμέλημα η χορηγία στο κόμμα που ήδη είχε παραγραφεί» τόνισε η κ. Σκεπαρνιά και πρόσθεσε: «Δεν έγινε δυνατό να εξακριβωθεί που κατέληξε η δήθεν χορηγία, αν δόθηκε σε άλλα πρόσωπα ή εάν ήταν για τον ίδιο. Σίγουρα δεν διατέθηκε σε υπαλλήλους του ΟΤΕ. Ο Χριστοφοράκος δεν είχε κανέναν λόγο να δωροδοκήσει υπαλλήλους του ΟΤΕ μέσω του Τσουκάτου. Είχε με τον Μαυρίδη δικό τους δίκτυο, δικό τους μηχανισμό για να χρηματίζουν στελέχη του οργανισμού».