Η απάντηση των ειδικών για τη θαλάσσια ρύπανση
Βελτίωση παρατηρείται την τελευταία 20ετία στον όρμο Θεσσαλονίκης, όσον αφορά την οικολογική ποιότητα του νερού, όμως οι επιστήμονες προβληματίζονται για την αυξανόμενη συχνότητα και μεγαλύτερη ένταση σε φαινόμενα κακής ποιότητας. Συγκριτικά στοιχεία, σε κοινές παραμέτρους που καταγράφηκαν το χρονικό διάστημα 1997 έως το 2018, από το Ελληνικό Κέντρο Θαλασσίων Ερευνών (ΕΛ.ΚΕ.Θ.Ε.) και την ερευνητική ομάδα του τμήματος Βιολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, παρουσίασε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η καθηγήτρια Βιολογίας του ΑΠΘ, Μαρία Μουστάκα.
Οι δηλώσεις της στο ΑΠΕ-ΜΠΕ έγιναν με αφορμή την συμμετοχή της στην εκδήλωση με τίτλο «Θαλάσσια Ρύπανση: Η ανάγκη για γνώση, συνέργειες και δράσεις», που διοργανώνεται στη Θεσσαλονίκη στο πλαίσιο του προγράμματος «MARLITER: Κοινές δράσεις για την αύξηση της προσβασιμότητας των πολιτών σε βάσεις περιβαλλοντικών δεδομένων και εργαλεία παρακολούθησης με στόχο τον περιορισμό των θαλάσσιων απορριμμάτων στην Λεκάνη της Μαύρης».
«Ναι μεν είναι βέβαιο ότι η κατάσταση είναι πολύ καλύτερη από το 1997, που είχαμε κακή οικολογική ποιότητα νερού, ωστόσο τα τελευταία χρόνια καταγράφουμε σποραδικά μεν και χωρίς διάρκεια αλλά με μεγάλη ένταση, περιστατικά που συντελούν στην κακή ποιότητα νερού» εξηγεί η κ.Μουστάκα. «Αν και οι επιστήμονες», όπως ξεκαθαρίζει, «δεν γνωρίζουν επακριβώς τα αίτια, μελετούν κυρίως το εισερχόμενο φορτίο στον όρμο από ανθρωπογενείς δραστηριότητες και την επίδραση της κλιματικής αλλαγής». Στην κατεύθυνση μάλιστα αυτή, γίνονται και πειράματα με δείγματα νερού από τον Θερμαϊκό κόλπο προκειμένου να διαπιστωθεί, «αν για παράδειγμα σε περιόδους παρατεταμένου καύσωνα, λόγω κλιματικής αλλαγής, αυξάνονται οι παρασιτικοί οργανισμοί και επηρεάζεται το τροφικό πλέγμα».
Ανακύκλωση και πλαστική σακούλα
Τον προβληματισμό της σχετικά με την «επόμενη μέρα», μετά τους περιορισμούς χρήσης της πλαστικής σακούλας, έθεσε στην ημερίδα η περιβαλλοντολόγος Χριστίνα Κονταξή. Οπως είπε χαρακτηριστικά, η χώρα μας συμμορφώθηκε μεν με την Ευρωπαϊκή οδηγία για την μείωση της κατανάλωσης αλλά δεν είναι διακριτό πού μετακυλίστηκε το κέρδος των σούπερ- μάρκετ από την προμήθεια πλαστικών σακουλών.
«Δεν είδα μείωση των τιμών στα ράφια» είπε χαρακτηριστικά η κ.Κονταξή, προσθέτοντας ότι οι περισσότεροι άνθρωποι αγνοούν πως δεν υπάρχει στην Ελλάδα εργοστάσιο διαχείρισης βιοαποικοδομήσιμων-λιπασματοποιήσιμων συσκευασιών που κυκλοφορούν ευρέως.
«Επιπλέον, το 90% των πλαστικών απορριμμάτων που συλλέγονται στις θάλασσες, είναι άχρηστο και δεν υπάρχει ενδιαφέρον να ανακυκλωθεί. Παρακολουθήστε έναν απ΄αυτούς που κλέβουν με καροτσάκι από τους κάδους τα ανακυκλώσιμα. Παίρνουν μόνο αυτά που έχουν αξία, όπως τα αλουμίνια ή το χαρτί» συμπλήρωσε η κ.Κονταξή. Αναφέρθηκε μάλιστα και σε μια δράση καθαρισμού που έγινε το περασμένο καλοκαίρι στον Σχοινιά όπου μαζεύτηκαν 260 κιλά απορρίμματα.
«Απ΄αυτά, τα 100 πήγαν σε ΧΥΤΑ γιατί δεν είχαν αξία, ενώ και τα υπόλοιπα, δεν είναι σίγουρο ότι θα ανακυκλωθούν. 'Οσο για τις ...μπατονέτες που γίνεται πολύ λόγος για την χρήση τους, τις συναντάμε στα θαλάσσια οικοσυστήματα, γιατί πολύ απλά, τις πετάμε μέσα στην τουαλέτα και λόγω ανεπαρκούς επεξεργασίας υγρών αποβλήτων, καταλήγουν στη θάλασσα» υπογράμμισε.