Οι συγγενείς των θυμάτων ζητούν απαντήσεις
Την Δευτέρα 4 Φεβρουαρίου αναβιώνει στο δικαστήριο η τραγωδία της Αίγινας η οποία σημειώθηκε στις 16 Αυγούστου 2016 όταν το ιδιωτικό ταχύπλοο σκάφος «Ντουέντε» επέπεσε πάνω στο σκάφος τύπου λάντζα «Αντωνία», εμβολίζοντάς το και προκαλώντας τον θάνατο 4 εκ των επιβαινόντων και τον τραυματισμό 5 επιβαινόντων σε αυτό.
Σύμφωνα με ανακοίνωση του δικηγορικού γραφείου του Αλέξη Κούγια, που έχει αναλάβει την υπεράσπιση των τραυματιών και των οικογενειών των θυμάτων από το τραγικό συμβάν στην Αίγινα, τη Δευτέρα, 4/2/2019, θα γίνει η πρώτη δίκη ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, με τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, η οποία έχει ως αντικείμενο την καταβολή αποζημίωσης από τον Γ. Κ., ιδιοκτήτη του ταχύπλοου σκάφους «Ντουέντε», στις δύο παθούσες - η μία εκ των οποίων κατά το τραγικό δυστύχημα έχασε τον σύζυγό της και την τετράχρονη κόρη της, η δεύτερη έχασε τον σύζυγό της και υπέστη σοβαρότατο τραυματισμό στο αριστερό της πόδι - λόγω αποστέρησης διατροφής που όφειλαν σε αυτές οι θανόντες σύζυγοί τους.
Στην ανακοίνωση σημειώνεται ακόμη πως «με πρωτοφανή τρόπο εμφανίστηκαν ο ακόμα αρχηγός του Λιμενικού Σώματος Ράπτης Σταμάτιος και ο τότε Υπουργός Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής και προϊστάμενος του Λιμενικού Σώματος Θοδωρής Δρίτσας, οι οποίοι με δηλώσεις τους, πριν καν ξεκινήσει η ανακριτική διαδικασία, κατονόμασαν τον υπερήλικα Θρασύβουλο Λυκουρέζο ως οδηγό του ταχύπλοου και ως δράστη των εγκλημάτων που τελέστηκαν.
Η κυρία ανακρίτρια που επελήφθη της υπόθεσης κατά το στάδιο της κυρίας ανακρίσεως δεν έκανε δεκτά τα περισσότερα κατατεθέντα από την πλευρά μας αιτήματα για την άρση του απορρήτου των στοιχείων 15 προσώπων, με τα οποία επικοινώνησε ο φερόμενος δράστης Θρασύβουλος Λυκουρέζος μετά το τραγικό συμβάν, με αποτέλεσμα να παραμείνει αυτός ο υπερήλικας μοναδικός κατηγορούμενος και κανείς να μην λογοδοτήσει ποινικά, αφού απεβίωσε τον Νοέμβριο του 2017.
Η πολιτική αγωγή ήταν βέβαιη από την πρώτη στιγμή ότι το ταχύπλοο σκάφος "ΝΤΟΥΕΝΤΕ" οδηγούσε ένας νεαρός, πλην όμως αυτό δεν μπόρεσε να αποδειχτεί κατά την ανακριτική διαδικασία, επειδή δυστυχώς δεν έγινε δεκτό το αίτημα άρσης του απορρήτου των στοιχείων των 15 προσώπων, με τα οποία ο φερόμενος ως δράστης επικοινώνησε μετά το συμβάν».