«Μόλις ασκηθεί ποινική δίωξη, το γεγονός θα αποκτήσει νομική υπόσταση. Εν συνεχεία το κράτος μπορεί να αρχίσει διαπραγματεύσεις με την Ελλάδα και τις ΗΠΑ»
Το κρατικό μουσείο Ροστόφσκι Κρεμλ (Κρεμλίνο του Ροστόφ) ζητά να του επιστραφούν οι αυθεντικοί πίνακες των διάσημων ζωγράφων Καζιμίρ Μαλέβιτς και Λιουμπόφ Ποπόβα που βρίσκονται στο Μουσείο σύγχρονης Τέχνης της Νέας Υόρκης και στο Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης της Θεσσαλονίκης αντίστοιχα. Οι δύο πίνακες είχαν κλαπεί από το ρωσικό μουσείο και είχαν αντικατασταθεί με πλαστούς πίνακες, τόνισε στο πρακτορείο TASS ο υποδιευθυντής του μουσείου Κρεμλίνο του Ροστόφ, αρμόδιοςγια επιστημονικά ζητήματα, Σεργκέι Σαζόνοφ, όπως αναφέρει το ΑΠΕ-ΜΠΕ.
Ο Σεργκέι Σαζόνοφ διευκρίνισε ότι πρόκειται για τον πίνακα του Μαλέβιτς με τίτλο Το Σαμοβάρι και τον πίνακα της Ποπόβα Σύνθεση άνευ αντικειμένου. Το 2107 είχε ανακαλυφθεί ότι στο Μουσείο του Ροστόφ, οι πίνακες αυτοί των εν λόγω ζωγράφων, δεν ήταν οι αυθεντικοί αλλά πλαστοί, και είχαν δημιουργηθεί στο δεύτερο μισό του 20ού αιώνα. Όταν το μουσείο διαπίστωσε ότι οι πίνακες ήσαν πλαστοί ενημερώθηκε το υπουργείο Πολιτισμού και οι αρμόδιες διωκτικές αρχές της Ρωσίας.
«Μόλις ασκηθεί ποινική δίωξη, το γεγονός θα αποκτήσει νομική υπόσταση. Εν συνεχεία το κράτος μπορεί να αρχίσει διαπραγματεύσεις με την Ελλάδα και τις ΗΠΑ» δήλωσε ο Σαζόνοφ.
Ο Σαζόνοφ επεσήμανε ότι στην ιστοσελίδα του Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης της Νέας Υόρκης ο πίνακας Το Σαμοβάρι του Μαλέβιτς προέρχεται από την συλλογή του Μουσείου Κρεμλίνο του Ροστόφ. «Αυτό μας κάνει να είμαστε αισιόδοξοι. Νομίζω ότι οι Αμερικανοί θα μας επιστρέψουν τον πίνακα. Για τους Αμερικανούς είναι πολύ σημαντικό να μη σπιλώσουν το κύρος τους και δεν θα θέλουν να έχουν ένα κλεμμένο αντικείμενο» δήλωσε ο Σαζόνοφ.
Ο Σαζόνοφ, είπε επίσης, ότι το μουσείο Κρεμλίνο του Ροστόφ συζητάει με το Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης της Νέας Υόρκης όπως και με το Μουσείο της Θεσσαλονίκης. «Αυτό που επιθυμούμε είναι το συμβάν αυτό να μη διχάσει τα τρία μουσεία μας, αλλά να τα συσπειρώσει. Δεν επιθυμούμε (η συζήτηση) να μετατραπεί σε κάποια άθλιο μοίρασμα περιουσιακών στοιχείων, δεν χρειάζεται εξαιτίας αυτής τη κατάστασης να γίνει κάποιο σκάνδαλο. Κατ' αρχήν, πρόκειται για μια πολύ ασυνήθιστη ιστορία, μια πολύ ενδιαφέρουσα ιστορία, αστυνομική ιστορία που σχετίζεται με περίφημα έργα τέχνης. Κι εμείς, ως μουσεία πρέπει να αξιοποιήσουμε αυτή την ιστορία, ώστε να δημιουργήσουμε κοινά προγράμματα που να σχετίζονται με τα έργα αυτά».
Ο ίδιος προσέθεσε ότι το Κρεμλίνο του Ροστόφ θα ενεργήσει στο πλαίσιο του κώδικα δεοντολογίας που διέπει το Διεθνές Συμβούλιο Μουσείων (ICOM). «Είμαστε πεπεισμένοι ότι οι εταίροι μας στην ιστορία αυτή, θα έχουν ως γνώμονα τον κώδικα αυτό» δήλωσε ο Σαζόνοφ, εκφράζοντας την ελπίδα ότι το ρωσικό Υπουργείο Εξωτερικών όπως και οι πρεσβείες της Ελλάδας και των ΗΠΑ θα συνδράμουν εκ μέρους τους στο να επιλυθεί το σύνθετο αυτό ζήτημα.
Ο διευθυντής της Διεύθυνσης μουσείων του ρωσικού υπουργείου Πολιτισμού Βλαντισλάβ Κόνονοφ επιβεβαίωσε με δήλωση του, ότι το 2017 οι υποθέσεις που υπήρχαν για τους πλαστούς πίνακες επαληθεύθηκαν ύστερα από ειδική γνωμοδότηση που πραγματοποιήθηκε, ξεχωριστά από τα δύο ιδρύματα (και από το υπουργείο πολιτισμού και από το Μουσείο).
«Το μουσείο Κρεμλίνο του Ροστόφ ενημέρωσε το υπουργείο Πολιτισμού της Ρωσίας για το πόρισμα της γνωμοδότησης και προσέφυγε στις αρμόδιες διωκτικές αρχές στις οποίες και κατήγγειλε την πιθανή κλοπή των πινάκων» δήλωσε ο Κόνονοφ, προσθέτοντας ότι «αυτό έγινε επειδή το μουσείο ήταν υποχρεωμένο να το κάνει» γιατί «πρέπει να διευκρινισθεί πώς συνέβη στο μουσείο να υπάρχουν τα αντίγραφα και να μην βρίσκονται οι αυθεντικοί πίνακες; Πότε συνέβη αυτό, ποιός εμπλέκεται στην κλοπή και στην αντικατάσταση; Αυτές είναι οι απαντήσεις που πρέπει να δοθούν για να προχωρήσουμε περαιτέρω στο πλαίσιο του πεδίου της δικαιοσύνης».
Η διένεξη αυτή πρέπει να επιλυθεί, στο πλαίσιο του διεθνούς δικαίου και της συνεργασίας μεταξύ των μουσείων, κατέληξε ο αξιωματούχος του ρωσικού υπουργείου πολιτισμού, επισημαίνοντας ότι το ρωσικό υπουργείο πολιτισμού παρακολουθεί την υπόθεση.