Οι δύο εκδοχές, σύμφωνα με τον πρώην πρόεδρο της πολιτικής οργάνωσης ΟΜΟΝΟΙΑ, Λεωνίδα Παππά
Η ομογένεια στην Αλβανία είναι οργισμένη και σοκαρισμένη από τον θάνατο του Έλληνα ομογενή από πυρά Αλβανών αστυνομικών στο χωριό Βουλιαράτες. Πρόκειται για τον Κωνσταντίνο Κατσίφα, όπως έκανε γνωστό με ανακοίνωσή του το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών, το οποίο εξέφρασε τη βαθειά λύπη του και συλλυπητήρια στην οικογένειά του, χαρακτηρίζοντας παράλληλα «απαράδεκτο το γεγονός ότι η επιχείρηση έφτασε σε σημείο απώλειας ανθρώπινης ζωής».
Ο πρώην πρόεδρος της πολιτικής οργάνωσης ΟΜΟΝΟΙΑ κ. Λεωνίδας Παππάς μίλησε τη Δευτέρα στον ΑΝΤ1 και εξήγησε ότι, κατά τη διάρκεια των εκδηλώσεων, ακούστηκαν κάποιοι πυροβολισμοί, χωρίς κάποιος να γνωρίζει από πού προέρχονται. «Ο Κωνσταντίνος κάθε χρόνο σημαιοστόλιζε με δική του πρωτοβουλία. Δεν είχε ψυχολογικά προβλήματα, όπως λένε. Είχε υπερβολική αγάπη για την πατρίδα», ανέφερε, ενώ συμπλήρωσε πως «το αν πήγε να σηκώσει σημαία είναι αδιευκρίνιστο».
Αυτό που γνωρίζουμε είναι ότι υπήρξε ένας διαπληκτισμός με τους αστυνομικούς. Κάποιος από τους αστυνομικούς του έδειξε το όπλο του και εκείνος πήγε και πήρε το δικό του όπλο και πυροβόλησε για εκφοβισμό στον αέρα, ανέφερε ο κ. Παππάς. «Δεν είχε πρόθεση να σκοτώσει κάποιον. Αν ήθελε να σκοτώσει θα σκότωνε αλλά δεν ήθελε. Πυροβολούσε στον αέρα για να δείξει μια αντίδραση».
Όπως σημείωσε ο κ. Παππάς, ο 35χρονος στη συνέχεια πήγε να κρυφτεί όμως οι Αλβανοί αστυνομικοί τον εντόπισαν, ενώ κάτοικοι του χωριού λένε ότι ακούγονταν πυροβολισμοί για πολύ ώρα.
Σύμφωνα με τον κ. Παππά υπάρχουν δυο εκδοχές. Η πρώτη λέει ότι η αλβανική αστυνομία του είπε να παραδοθεί αλλά εκείνος αρνήθηκε και παράλληλα πυροβολούσε και όταν του τελείωσαν οι σφαίρες βγήκε έξω φωνάζοντας «Ζήτω η Ελλάδα», ενώ σύμφωνα με τη δεύτερη εκδοχή οι Αλβανοί αστυνομικοί «τον εκτέλεσαν επί τόπου και θέλοντας όμως να φανεί ως συμπλοκή πυροβολούσαν μόνοι τους για να φανεί ότι υπήρξε συμπλοκή».
Ο κ. Παππάς σημείωσε ακόμη ότι Αλβανοί αστυνομικοί είχαν μπει στο σπίτι της οικογένειας του Κώστα Κατσίφα όταν τον αναζητούσαν, ενώ χτύπησαν και τους γονείς του.